pull → έλξη, τράβηγμα, τράβηγμα κουπιού, κωπηλασία, δέλεαρ, θέλγητρο, ρουφηξιά, γουλιά, πλεονέκτημα, αβαντάζ, υπεροχή, επιρροή, κύρος, τα μέσα, απήχηση, σεξ απίλ, καμάκι, λαβή, χειρολαβή, πρώτο δοκίμιο, κτύπημα μπάλας προς τα αριστερά, συγκράτηση ηνίων ίππου, τραβώ, τραβάω, σύρω, σέρνω, έλκω, ελκύω, εξάγω με έλξη, βγάζω, βγάζω με τράβηγμα, μου βγάζουν, κωπηλατώ, κάνω κουπί, τραβάω κουπί, λάμνω, λαμνοκοπώ, μαδώ, μαδάω, πατάω, πατώ, πιέζω, αποσύρω, διαπράττω, κάνω, σκαρώνω, έχω απήχηση, τυπώνω, συγκρατώ, κλέβω, ληστεύω, παίρνω δείγμα, παθαίνω τράβηγμα, σκοράρω, βγάζω γκόμενα
Viperalus ·
5 · 203