Ζωή Καρέλλη, Ανακομιδή
Έκαναν δέματα την ανθρώπινη παρουσία,
ό,τ’ είχε απομείνει απ’ τα σώματα,
για να τα στείλουν στην πατρίδα.
Ένα όνομα, μια ημερομηνία
κι είναι ο νέος άνθρωπος, που στέκονταν
όρθιος, στο φως της ζωής, γελούσε
ή έμενε σκεφτικός, όταν λυπούνταν.
Ίσως να ήταν ασήμαντος στη ζωή του,
είχε την ιδέα, μπόρεσε να πεθάνει
για το καθήκον.
Όμως η ζωή
είναι τόσον ωραία, πέρα
απ’ τη σκληρότατη πάλη,
για να ζήσουμε, υπάρχει εμορφιά
της μορφής μας, κόρη, που μοιάζει λουλούδι,
έφηβος, που είναι δέντρο δυνατό.
Διστάζω, που τόσο λυπούμαι
και μοιρολογώ την καταστροφή
των ανθρώπων. Η κλαγγή του θάρρους
πρέπει δυνατή ν’ ακουστεί,
να λησμονηθούν οι εχθροί πίσω μας,
για να περάσουμε τη στροφή.
Αδέλφια, μπορώ να σας πω
με ορμή και φωνή μεγάλη,
η ζωή μάς καλεί να λησμονούμε
τον θάνατο. (Των άλλων ή των δικών μας;)
Ας καταλάβουμε την υποταγή,
λύση καλή, να γνωρίσουμε την καρτερία,
περίσσιο να δοκιμάσουμε θάρρος
στην πορεία μας.
Σκέφτομαι
την ανθρώπινη παρουσία,
που τόσην αγάπη ξυπνά,
πόνο κι αισθήματα, πόθους,
που είναι δύναμη κι εμορφιά,
ύστερα μένει απρόσωπη σκιά.
(Ειδική υπηρεσία είχε ξεθάψει τους νεκρούς,
για να στείλει τα λείψανα στην πατρίδα τους.)
Από τη συλλογή Η εποχή του θανάτου (1948)