Πασιφανής – προφανήςΠασιφανής [< πάσιν (δοτ. πληθ. του επιθ. πας) + φαίνομαι] είναι ο φανερός σε όλους, ο ολοφάνερος, ο
πασίδηλος (< πάσιν + δήλος).
Προφανής [< ρ. προφαίνω (< πρό + φαίνω) = φέρνω στο φως, εμφανίζω, φανερώνω] είναι αυτός που γίνεται αμέσως αντιληπτός, ο
πρόδηλος.
Πηγή:
http://www.asprilexi.com/lexeis_sub.asp?id=26