Βρίσκω χρόνο να σου δώσω στοιχεία μέσα από το άρθρο ενός πολύ αξιόλογου ερευνητή της ρεμπετιάς, του Σάκη Πάπιστα... και ναι, το θέμα για τη Συννεφιασμένη Κυριακή, είχε πάρει τεράστιες διαστάσεις.
Ο άλλος γνωστός στιχουργός, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, ξαναφέρνει στο προσκήνιο τις διάφορες γνωστές ιστορίες για τη «Συννεφιασμένη Κυριακή» και τα «Καβουράκια», για την πατρότητα των στίχων τους. Για το πρώτο τραγούδι, μνημονεύοντας τον στιχουργό Αλέκο Γκούβερη, αναφέρει πως έγραψε τους στίχους μετά από... ήττα της ποδοσφαιρικής του ομάδας Α.Ε. Λάρισας, κλπ. Προφανώς ο συμπαθής Λευτέρης δεν ξέρει ότι ένα σχεδόν χρόνο προτού να γραμμοφωνηθεί το τραγούδι το 1948 (και βέβαια όταν ακόμα ήταν άγνωστη η μετέπειτα τύχη του και πολύ πριν γίνει ο γνωστός μας μύθος), ο Γκούβερης, για την συνεργασία του αυτή με τον Τσιτσάνη, υπέγραψε την εξής δήλωση-ντοκουμέντο:
«Ο κάτωθι υπογεγραμμένος Αλέκος Γκούβερης δηλώ ότι συνέβαλα στην αποπεράτωσιν των στίχων της «Συννεφιασμένης Κυριακής» του Βασίλη Τσιτσάνη δια της προσθήκης ενός και μόνο κουπλέ. Δια την ως άνω δευτερεύουσαν βοηθητική προσφορά μου θέλω λάβω το 20% των επί των στίχων δικαιωμάτων του. Εν Αθήνας τη 17/9/1947, ο δηλών Αλέκος Γκούβερης».
- Η αποκάλυψη της ιστορικής αλήθειας , έστω με καθυστέρηση 59 ολόκληρων χρόνων, βάζει οριστικό τέλος στα μυθεύματα, τις ανακρίβειες και τα κουτσομπολιά για την πατρότητα των στίχων της θρυλικής «Συννεφιασμένης Κυριακής», όπως προκύπτει από την πρόσφατη δημοσίευση μέρους του Ιστορικού Αρχείου Βασίλη Τσιτσάνη, 20 χρόνια μετά το θάνατό του, στο περιοδικό «Ταχυδρόμος», από τον ερευνητή και στενό φίλο του Τσιτσάνη Κώστα Χατζηδουλή-Ρακοσυλλέκτη, η οποία περιλαμβάνει εκτός άλλων ιστορικών στοιχείων και το παραπάνω συγκεκριμένο χειρόγραφο έγγραφο-ντοκουμέντο.
- Να σημειωθούν εδώ τρία χαρακτηριστικά γεγονότα, που συνδέονται με το εν λόγω τραγούδι:
Α) Αφού υπήρχε το ντουκουμέντο αυτό, είναι αρκετά αξιοπερίεργο (και κάπως ανεξήγητο) πως ο Τσιτσάνης άντεξε όλα αυτά τα χρόνια όλη αυτή τη σχετική λασπολογία, τις αμφισβητήσεις και τα μυθεύματα εις βάρος του. Πως και γιατί ανέχτηκε να γίνει το αρνητικό επίκεντρο μιας ιστορίας για την οποία χύθηκε τόσο πολύ μελάνη και έγιναν ατέλειωτες συζητήσεις και σχόλια, που -όπως αποδεικνύεται πια- δεν ανταποκρίνονταν καθόλου στην πραγματικότητα; Πολύς ντόρος για το τίποτα! Μπορούσε απλά να παρουσιάσει το ντουκουμέντο του και να βάλει τέλος σ’ όλη αυτή την ιστορία, μια και μιλάμε όχι για ένα απλό τραγουδάκι αλλά πιθανώς για το καλύτερό του, ίσως (κατά τη γνώμη πολλών) για τον εθνικό λαϊκό μας ύμνο και σίγουρα για το επί 50 και πλέον χρόνια μουσικό σήμα κατατεθέν της Columbia.
Β) Πράγματι ο Γκούβερης εμφανίζεται στην αντίστοιχη καρτέλα της ΑΕΠΙ ότι συμμετέχει σαν στιχουργός του εν λόγω τραγουδιού με ποσοστό 20% και
Γ) Ο μεταγενέστερος ισχυρισμός του Γκούβερη ότι έγραψε τους στίχους το απόγευμα κάποιας Κυριακής που έχασε η ποδοσφαιρική του ομάδα, καταρρίπτεται από την ιστορία, αφού η Α.Ε. Λάρισας δημιουργήθηκε αρκετά χρόνια μετά τη συγγραφή του μουσικού κομματιού (όπως σωστά επισημαίνει ο Χατζηδουλής). Μέσα σ’ αυτό το κομφούζιο παρεμβαίνει ο Μίκης Θεοδωράκης λέγοντας πως η «Συννεφιασμένη Κυριακή» έγινε τόσο μεγάλη όχι τόσο για τους στίχους της όσο για τη μουσική της σύνθεση, που βέβαια -κατά τη γνώμη μας- αδικεί το κομμάτι.
Ακόμα, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος στο άρθρο του, μνημονεύει και την περίπτωση του στιχουργού Νίκου Ρούτσου, ο οποίος -μεταξύ άλλων τραγουδιών του Τσιτσάνη- διεκδίκησε δικαστικά (χωρίς να το πετύχει, πλην ενός τραγουδιού, αν οι πληροφορίες μου είναι σωστές) και τους στίχους της Συννεφιασμένης Κυριακής (που βέβαια γνώριζε πως δεν ήταν δικοί του, κι αυτό ασφαλώς δεν ήταν προς τιμή του πατέρα του παλιού παιδικού περιοδικού «Ταρζάν Γκαούρ» και αξιόλογου στιχουργού). Για δε το δεύτερο τραγούδι, τα «Καβουράκια», έγινε βέβαια αναφορά στη στιχουργό Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, παρόλο που είναι γνωστό πως τους αρχικούς στίχους της Γριάς ο Βλάχος δεν τους άρεσε, τους τροποποίησε αρκετά και αυτός είναι σίγουρα που τους έδωσε την τελική τους μορφή.
Συμπληρωματικά να πω ότι ο Τσιτσάνης, από τη μεριά του, έλεγε ότι εμπνεύστηκε τη "Συννεφιασμένη Κυριακή", όταν πηγαίνοντας ένα χιονισμένο χειμωνιάτικο πρωινό να ανοίξει το ουζερί, που διατηρούσε επί Κατοχής, στην οδό Παύλου Μελά 21, στη Διαγώνιο, είδε ένα παληκάρι γεμάτο αίματα, σκοτωμένο, τη νύχτα που είχε προηγηθεί, από γερμανική περίπολο.
« Last Edit: 25 Apr, 2007, 00:19:14 by Πρωτέαs »
Το ότι κάποιοι ζουν στον ίδιο χώρο, δεν σημαίνει ότι ζουν και στον ίδιο χρόνο ή τουλάχιστον ότι βιώνουν τον χρόνο με τον ίδιο τρόπο. Αυτό δεν κάνει τον κόσμο χειρότερο, απλώς πιο πολύπλοκο. σα(ρε)μάλι
14. Ναι, βεβαίως. Σων, φέρε τα λεφτά του Ανθόνιο.