Νίκος Δόικος, Το Θέατρον
Γενέτειρα του Ασκληπιού,
κατεχωρήθη, ευτυχώς,
στα μη πωλούμενα Ακίνητα του Δημοσίου.
Άλλωστε πώς να εκτιμήσεις τον Ιερόν Όφιν,
πόσο να τον κοστολογήσεις,
με πόσα ωφέλη αντισταθμιστικά
να δελεάσεις τους αγοραστές;
Έτσι, ευτυχώς,
η αδυναμία εκτίμησης απέτρεψε την ύβριν.
Σε χέρια Ελληνικά
–ικέτιδες της θείας ευσπλαχνίας χαλαρώστε–
στους πρόποδες του Αραχναίου,
του Κορυφαίου και του Τίθιου,
θα βρείτε θεραπεία διά πάσαν νόσον
και παν δώρημα τέλειον.
Εδώ είν’ η πατρίδα των θεών,
των πειρατών, των κεκτημένων,
του κάλλους και του χάους,
των ωραίων ερώτων.
Πιο κει, Πολύκλειτος ο Νεότερος
όρθωσε θέατρο θεσπέσιο
χιλιάδων θεατρόφιλων,
για την ακρίβεια, δεκατριών χιλιάδων,
εικοσιδυό σειρές για τον λαό,
τριάντα τέσσερις σειρές για ιερείς και άρχοντες.
Τι πλούτος στην Επίδαυρο, Θεέ μου,
σε κάθε κάτοικο αναλογεί
ενάμισος ιερέας ή άρχοντας.
Τι πλούτος.
Άρχοντες αττικοί και ιερείς κατηφορίζουν
τις γιορτές τα καλοκαίρια,
μαικήνες μεταπράτες,
ανόργανοι διανοούμενοι,
και πάνω, στις εικοσιδυό σειρές,
εμείς οι ντόπιοι, Μακεδόνες,
Μωραΐτες, Κρητικοί, Νησιώτες,
Θράκες, Θεσσαλοί και Ηπειρώτες,
λίγοι ανάποδοι, ζαβοί και Ρουμελιώτες,
πολλοί Ακαρνάνες, Θεσπρωτοί και Αρβανίτες,
Ρώσοι, Πακιστανοί, Γεωργιανοί,
Ιλλυριοί, Αφρικανοί και Αφγανοί,
γαλάντες Άραβες και Κούρδοι,
όλοι της υμετέρας παιδείας αμέτοχοι, πλην
όλοι μύστες των ευγενών συναλλαγών του Γένους.
Λίγοι καλοί μα οι πιο πολλοί ατάλαντοι
διαφεντεύουν την σεπτή κλεισούρα, το Θέατρον,
μισό κογχύλι που πλαγιάζει στο Κυνόρπιο,
ανάμεσα Όστρια και Σιρόκο ανοιγμένο,
εξαντλημένο από τους πειραματισμούς,
την αποδόμηση, από τους μέσους όρους.
Εν τούτοις ίσταται ακατάβλητο ως Ιστορίας Χορός
που λοιδορεί τα μύρια τόσων εποχών παθήματα,
τολμήματα σκηνοθετών, προπέτειες πρωταγωνιστών,
περαίνοντας «ου δι’ απαγγελίας, δι’ ελέου και φόβου
την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν». *
* Αριστοτέλης, «Περί ποιητικής»
Από τη συλλογή Ρανίδες ύδατος και αίματος (ασκήσεις επί χάρτου) (2016)