bracket → στήριγμα, υποστήριγμα, υπέρεισμα, βραχίονας, βραχίονας στήριξης, μπράτσο, κομβοέλασμα, φουρούσι, αγκύλη, άγκιστρο, παρένθεση, λυχνοστάτης, ραφάκι, κανονιστική βολή, διάγραμμα αγώνων, διάγραμμα, απλίκα, φωτιστικό επιτοίχιας ανάρτησης, ομάδα, κατηγορία, εύρος, τάξη, υποστηρίζω, στηρίζω με υπέρεισμα, βάζω σε παρένθεση, βάζω παρένθεση, βάζω στην ίδια κατηγορία, συγκαταλέγω, συγκατατάσσω, βάζω σε παρένθεση, βάζω σε αγκύλη, βάζω σε άγκιστρο, συνδέω με άγκιστρο, ενώνω με άγκιστρο, συνδέω, εξισώνω, βάλλω δοκιμαστικά, περιβάλλω στόχο
stathis ·
14 · 2355