If my dear love were but the child of state, It might for Fortune's bastard be unfathered, As subject to Time's love or to Time's hate, Weeds among weeds, or flowers with flowers gathered. No, it was builded far from accident; It suffers not in smiling pomp, nor falls Under the blow of thralled discontent, Whereto th' inviting time our fashion calls: It fears not policy, that heretic, Which works on leases of short-number'd hours, But all alone stands hugely politic, That it nor grows with heat, nor drowns with showers. To this I witness call the fools of time, Which die for goodness, who have lived for crime.
| Αν ήταν η αγάπη μου μόνο της εύνοιας το παιδί, μπορεί σαν μπάσταρδο της Τύχης να ’μενε ορφανό και, κατά του καιρού την έχτρα ή τη στοργή, χόρτο με χόρτα, ή άνθος με άνθη, στον σωρό. Όχι, μακριά από ατύχημα είναι στεριωμένη, δεν πάσχει από χαμογελούσα αλαζονεία, ούτε από δουλική δυσμένεια χτυπημένη πέφτει, όταν το καλούν η μόδα κι η ευκαιρία. Πολιτική δεν την τραβάει, η αιρετική, που εργάζεται με μικροπρόθεσμα όρια, ώρες, παρά ’ναι, μόνη αυτή, η τρανή πολιτική που δεν τη θρέφει ζέστη, δεν την πνίγουν μπόρες. Σ’ αυτό τη λόξα του καιρού για μάρτυρα καλώ που για καλό πεθαίνει, αφού έχει ζήσει για κακό.
|