Όσον αφορά τα ενρινόληκτα ρήματα, στο τέλος ενός κεφαλαίου ενός βιβλίου αναφέρει τα εξής ρήματα:
ἰσχναίνω, κερδαίνω, κλίνω, κρίνω, μαίνω, πλύνω, ὠδίνω
ως ρήματα που σε κάποιους χρόνους αποβάλουν το -ν
βλέπουμε λοιπόν:
ἰσχναίνω → ἴσχνημαι, ἰσχνήμην
κερδαίνω → κεκέρδη(α)κα, ἐκεκερδήκειν ...
κλίνω → κέκλικα, ἐκεκλίκειν ...
κρίνω → κέκρικα, ἐκεκρίκειν ...
μαίνω → μεμάνηκα (και μέμηνα), ἐμεμανήκειν (και ἐμεμήνειν) ...
πλύνω → πέπλυκα, ἐπεπλύκειν ...
ὠδίνω → ὠδινηθήσομαι, ...
έψαξα σε τρία λεξικά (και στο Liddell Scott) αλλά δεν βρήκα απάντηση
γιατί τα μαίνω και ὠδίνω κρατούν το -ν
και από πού μας προέκυψε αυτό το η το οποίο τοποθετείται μετά από το ν και όχι πριν όπως στο κερδαίνω όπου κάποιος (ο υποφαινόμενος) θα μπορούσε να υποθέσει ότι η αφαίρεση του ν προκαλεί την έκταση του α στο θέμα (κερδαν-)
Σας ευχαριστώ
τουλάχιστον ας μου πει κάποιος ότι απλά αποτελεί εξαίρεση...