Σωκράτης Μάλαμας & Γιάννης Μελισσίδης, Μάντης
(τραγούδι: Σωκράτης Μάλαμας / δίσκος: Το άδειο δωμάτιο (2005))
Απόστολος Λυκεσάς, Μάντης διά μέσου των καιρών
Εγώ τους τα ’λεγα στις Πλαταιές κι αργότερα στην Πύδνα.
«Φυσάει απ’ τη μεριά της Θήβας.
Σκόρπισαν τα σπουργίτια στις Αιγές.
Τα γεράκια ψηλοπετούν. Νωρίς ήρθαν φέτος τα χελιδόνια
μα πού οι φωλιές;
Από τη Σαλαμίνα μας μηνούν
ότι ακόμα ξεβράζει πτώματα η θάλασσα
τα θαλασσοπούλια δεν αγγίζουν τα φουσκωμένα σώματα.
Στην πεδιάδα βόδια θυσιάσαμε,
όμως στο νεκρόδειπνο όρνιο δεν σίμωσε.
Πάει βδομάδα που σώπασαν οι δεκαοχτούρες.
Πήζουν στις καλιακούδες οι λόφοι αντίκρυ,
μαύρο κρέπι τ’ απογεύματα
και όταν σιμώνουν οι φρουρού,
φεύγουν βροντώντας τα φτερά τους.»
Κάποιοι από μέσα τους γελούσαν
—όχι πως τολμούσαν τα αντίθετα—
αλλά
«έχουμε υπόλοιπο χρέος», έλεγαν, «νεκρούς πολλούς,
κι εγωισμός βασιλικός φουσκώνει τα πνευμόνια.»
«Δεν βλέπετε πόσο αδυνάτισαν τα σκαθάρια,
άψυχοι οι σπίνοι, οι φλώροι δίχως χρώμα
κι οι καρδερίνες άλαλες, σαν στη σούβλα περασμένες»,
ψέλλιζα.
Όσο οι μέρες περνούσαν,
«αμάν, μας ζάλισες, φλύαρε, τον φόβο μόνο σπέρνεις»,
φώναζαν, κουφοί, οι Αθάνατοι
κι οι Μακεδόνες πρίγκιπες,
έχοντας στον νου φλογισμένες αγκαλιές,
τους φασιανούς καλοψημένους
και παραγεμισμένες, με ρύζι, αγριόκοτες.
Πέρδικες, τσίχλες, ορτύκια και κορυδαλλοί
πεταρίζουν τώρα πάνω απ’ τα νεκρά κορμιά τους.
Από τη συλλογή Στυμφαλίδες όρνιθες (2003)