Το ρώννυμι/ρωννύω βρίσκεται «στην καρδιά» των σημερινών λέξεων (του ΛΚΝ):
αναρρώνω
ανάρρωση
αναρρωτήριο
αναρρωτική
αναρρωτικός
αρρωσταίνω
αρρώστια
άρρωστος
επίρρωση
εύρωστος
ευρωστία
...
και όρων (της TELETERM):
ρωστήρας (διάταξη που «δυναμώνει» το ηλεκτρικό ρεύμα), ηλεκτρονόμος → relay
ρωστηριακός → relay {adj.}
ολορρωστηριακός → all-relay {adj.}
ταχυρρωστήρας → high-speed relay