Γιάννης Τζανής, Το συναξάρι
[Ενότητα Σ’ αυτούς που μ' έμαθαν να πλάθω μύθους και να τραγουδώ]
Στο Γιώργο Βαφόπουλο
Έσωσες την ψυχή της πόλης απ’ τη Γοτθική οργή,
της γέμισες τα σκονισμένα ράφια όνειρα,
μέσ’ απ’ το αίμα έβγαλες τραγούδια, στέγασες σε μια φωλιά
περιπλανώμενο το πνεύμα της.
Πρόλαβες κι έσπασες τον κάλαμο
προτού τρεμάμενο το χέρι σου
σκορπίσει στην ασπρόμαυρη σκακιέρα του δαπέδου
παίγνια τα πολύχρωμα αισθήματα.
Ύστερα υπομονετικά περίμενες τις δεκαέξι του μηνός,
το πρώτο μπάλωμα της μνήμης
το φαγωμένο συναξάρι της Ειρήνης, της λευκής Χιονίας,
της αμάραντης Ανθούλας
και τελικά σ’ αγκάλιασε η γης που τόσο αγάπησες
στου Σεπτεμβρίου τις δεκαεφτά
Σοφίας, Πίστεως, Αγάπης και Ελπίδας.
Από τη συλλογή Μνείας χάριν (Επιτύμβια χαμόγελα) (2000)