υπονύχιο ή
υπωνύχιο;
υπονύχιος ή
υπωνύχιος;
κεράτινος υμένας που περιβάλλει την επιφάνεια που βρίσκεται κάτω από την κορυφή του νυχιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hyponychium < υπ(ο)- + όνυξ, -υχος].
υπωνύχιο(ανατ.-ιατρ.) αυτός που βρίσκεται κάτω από το νύχι («υπονύχιο αιμάτωμα»).
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hyponychial < ὑπ(ο)- + ὄνυξ, -υχος + κατάλ. -ιος].
υπονύχιος