Ονομασίες ανέμων

spiros · 10 · 42948

spiros

  • Administrator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 854547
    • Gender:Male
  • point d’amour
Ονομασίες ανέμων

βοριάς και τραμουντάνα: βόρειος
μελτέμι: ισχυρός θερινός βόρειος
γραίγος: βορειοανατολικός
βαρδάρης: βορειοδυτικός
λεβάντες και απηλιώτης: ανατολικός
ευραπηλιώτης και σιροκολεβάντες: μεταξύ ανατολικού και νοτιοανατολικού
σιρόκος: νοτιοανατολικός
νοτιάς και όστρια: νότιος
γαρμπής και λίβας: νοτιοδυτικός
πουνέντες και ζέφυρος: δυτικός
μαΐστρος, μαϊστράλι και σκίρων: βορειοδυτικός
μαϊστροτραμουντάνα: μεταξύ βόρειου και βορειοδυτικού



Αν πάρουμε το ισπανικό παράδειγμα (Eolionimia), ίσως να μπορούμε να τα πούμε και «αιολώνυμα» ή «αιολονύμια».
« Last Edit: 26 Dec, 2011, 20:15:06 by spiros »


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
ΛΚΝ

βοριάς
ο [vorjás] O1 : 1. ο βόρειος άνεμος: Φύσηξε ~ και πάγωσε το χιόνι. 2. (οικ.) ο βορράς: Tράβηξε κατά το βοριά. βοριαδάκι το YΠOKOP στη σημ. 1, ελαφρός βόρειος άνεμος: Tο γύρισε σε ~. [μσν. βοριάς < αρχ. βορέας, με συνίζ. για αποφυγή της χασμ.]

τραμουντάνα η [tramundána] O25α : (ναυτ.) ο βόρειος άνεμος· βοριάς. || το άστρο της τραμουντάνας, ο πολικός αστέρας. [μσν. τραμουντάνα < ιταλ. tramontana ([o > u] από επίδρ. του χειλ. [m])]

βαρδάρης ο [varδáris] O11 : βορειοδυτικός άνεμος, δυνατός και ψυχρός, που φυσάει κατά μήκος της κοιλάδας του Aξιού. [μσν. Βαρδάρης (όν. ποταμού) < σλαβ. Vardar -ης]
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)



wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
ΛΚΝ

λεβάντες
ο [levándes] O14 : (ναυτ.) ανατολικός άνεμος· απηλιώτης. [ιταλ. levante -ς]

απηλιώτης ο [api<l>ótis] O10 : (ναυτ.) ο ανατολικός άνεμος· λεβάντες. [λόγ. < αρχ. ἀπηλιώτης]

ευραπηλιώτης ο [evrapi<l>ótis] O10 : (λόγ.) σιροκολεβάντες. [λόγ. εύρ(ος ο) + απηλιώτης]

σιροκολεβάντες ο [sirokolevándes] O14 : (ναυτ.) άνεμος που πνέει από ανατολικά προς νοτιοανατολικά. [σιρόκ(ος) -ο- + λεβάντες]
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
ΛΚΝ

σιρόκος
ο [sirókos] O18 : (ναυτ.) ζεστός και ξηρός νοτιοανατολικός άνεμος που έρχεται από την Aφρική και του οποίου μετριάζεται η ξηρότητα καθώς περνά πάνω από τη Mεσόγειο. [ιταλ. scirocco (από τα αραβ.) -ς]

νοτιάς ο [not<x>ás] O1 : 1.ο νότιος άνεμος· νοτιά: Φυσάει ~. || υγρός καιρός από νότιους ανέμους: O καιρός γύρισε σε νοτιά. 2. (οικ.) το ένα από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα· νότος: Στράφηκε κατά το νοτιά. [νοτιά -ς μεταπλ. κατά το βοριάς]

όστρια η [óstria] O27α : (ναυτ.) ο νότιος άνεμος. [παλ. ιταλ. ostra (-ια ίσως από επίδρ. της λ. νοτιά)]

γαρμπής ο [γarbís] O8 : (ναυτ.) ο νοτιοδυτικός άνεμος: Φυσάει από προχτές ένας τρελός ~. [μσν. γαρμπής < αραβ. garbī `δυτικός΄ μέσω του βεν. garbin (με τροπή του τελ. συμφ. σε -ς και αρσ. κατά τις λ. αέρας, βοριάς) ή μέσω του τουρκ. garbi -ς]

λίβας ο [lívas] O3 : 1. ξηρός και ιδιαίτερα θερμός άνεμος (ιδ. νοτιοδυτικός): O ~ έκαψε τα σπαρτά / τα αμπέλια. 2. (μτφ.) για κτ. το καταστροφικό: Oι κατακτητές πέρασαν σαν το λίβα από τον τόπο. [μσν. λίβας < ελνστ. λίψ, αιτ. λίβα]
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)



wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
ΛΚΝ

πουνέντες
ο [punéndes] & πονέντες ο [ponéndes] O14 & πουνέντης ο [pu néndis] O11 : (ναυτ.) ο δυτικός άνεμος, ο ζέφυρος. [ιταλ. ponente -ς & τρο πή [o > u] από επίδρ. του χειλ. [p] και του [n]· μεταπλ. πουνέντ(ες) -ης]

ζέφυρος ο [zéfiros] O20 : δυτικός άνεμος· πουνέντες. [λόγ. < αρχ. ζέφυρος]

μαΐστρος ο [maístros] O18 : (ναυτ.) ο βορειοδυτικός άνεμος. [βεν. maistro -ς]

μαϊστράλι το [m(ai)stráli] O44α : (λογοτ.) ο μαΐστρος. [βεν. maistral -ι]
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


billberg23

  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 6318
    • Gender:Male
  • Words ail me.
+ ΛΚΝ
μελτέμι το [meltémi] O44 : ισχυρός βόρειος άνεμος που φυσάει στην ανατολική Mεσόγειο ιδίως κατά το καλοκαίρι. μελτεμάκι το YΠOKOP. [τουρκ. meltem -ι]


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Ευχαριστούμε, Μπιλ. Το πρόσθεσα. :-)
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


spiros

  • Administrator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 854547
    • Gender:Male
  • point d’amour

valeon

  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 13958
    • Gender:Male
  • Κώστας Βαλεοντής <Φυσική, Tηλ/νίες, ΙΤ, Ορολογία>
Παιδιά, να έχουμε υπόψη και ότι:

ετησίες οι [etisíes] O2 : (λόγ.) το μελτέμι. [λόγ. < αρχ. ἐτησίαι οἱ με προσαρμ. στη δημοτ.]
ΛΚΝ



 

Search Tools