ampacity →
αμπεροχωρητικότητα, χωρητικότητα μεταφοράς ρεύματος, δυναμικότητα μεταφοράς ρεύματος, μέγιστο επιτρεπόμενο ρεύμα, τρέχουσα ισχύς ρεύματος, μέγιστη αποδεκτή ένταση ρεύματος
current-carrying capacity →
ρευματοφόρος ικανότητα,
χωρητικότητα μεταφοράς ρεύματος,
δυναμικότητα μεταφοράς ρεύματος,
μέγιστο επιτρεπόμενο ρεύμα,
τρέχουσα ισχύς ρεύματος,
μέγιστη αποδεκτή ένταση ρεύματοςAmpacity is a portmanteau for ampere capacity defined by National Electrical Codes, in some North American countries. Ampacity is defined as the maximum current, in amperes, that a conductor can carry continuously under the conditions of use without exceeding its temperature rating. Also described as current-carrying capacity.
Ampacity - WikipediaΑπαραίτητες παράμετροι πλην των άλλων, που θα πρέπει εύκολα και γρήγορα να φαίνονται είναι : Η τάση και το ρεύμα εξόδου του ανορθωτή, η τάση και το ρεύμα εξόδου των συσσωρευτών, η τάση εισόδου a.c. (δικτύου) και η εναπομένουσα
αμπεροχωρητικότητα των συσσωρευτών.
http://www.ypa.gr/userfiles/fa3cb89c-ac1a-4d4b-99ab-a34f011804e1/6.%20%CE%A4%CE%B5%CF%87%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%A0%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%AE%20%CF%88%CE%B7%CF%86.%20%CF%85%CF%80%CE%BF%CE%B3%CF%81.pdfde:
Nennstrom; en:
ampacity; es:
corriente máxima; fa:
جریانپذیری; fr:
courant permanent admissible; pl:
prąd znamionowy; sv:
märkström; zh:
额定电流English:
current-carrying capacity;
Danish:
strømbelastningsevne |
tilladelig strømstyrke;
German:
Strombelastbarkeit;
Greek:
τρέχουσα ισχύς ρεύματος |
δυναμικότητα μεταφοράς ρεύματος |
χωρητικότητα μεταφοράς ρεύματος |
μέγιστη αποδεκτή ένταση ρεύματος;
Spanish:
intensidad de corriente máxima admisible;
Finnish:
virransieto;
French:
intensité maximale admissible;
Italian:
capacità di corrente portata;
Dutch:
stroomvoercapaciteit;
Swedish:
strömbelastningsförmågaEnglish:
current carrying capacity;
German:
Strombelastbarkeit;
French:
capacité conductrice;
Italian:
portata |
capacità di corrente;
Dutch:
stroomdoorvoercapaciteit;
Portuguese:
capacidade condutoraEnglish:
continuous current-carrying capacity |
current-carrying capacity |
ampacity;
Danish:
strømbelastningsevne |
kontinuerlig strømbelastningsevne;
German:
dauernde Strombelastbarkeit eines Leiters;
Greek:
μέγιστο επιτρεπόμενο ρεύμα;
Spanish:
corriente permanente admisible;
Finnish:
johtimen jatkuva kuormitettavuus;
French:
courant admissible |
courant permanent admissible;
Italian:
portata in regime permanente;
Dutch:
continu toelaatbare stroom van een leiding;
Portuguese:
corrente (permanente) admissível;
Swedish:
strömbelastningsförmåga |
strömvärdeIEC 60050 - International Electrotechnical Vocabulary - Details for IEV number : ""