Νίνα Κοκκαλίδου-Ναχμία, Εφτάκλωνη λυχνία
Η εφτάκλωνη λυχνία άναψε κι απόψε
μέσα στα σπλάχνα της γης
που μας καταδίωξε το χάδι του ήλιου,
βρήκαμε τ’ ατσάλια, τα βαθιά πηγάδια
και τις μίνες του χρυσωμένου μαρμάρου.
Απόψε, πατέρα, σβήσε εσύ το πρώτο φως,
αύριο εγώ, αύριο τ’ αδέρφια
μέρες εφτά, της ζωής το τέλος,
κι ύστερα, πατέρα, ποιος θα ξεφορτώσει
τις καμήλες απ’ το νερό και το ψωμί;
Κι ύστερα ποιος θα σκεπάσει
με τ’ αργασμένο πετσί του
τ’ αχνάρια των λεγεωνάριων
για να κοιμηθούν τα μικρά παιδιά;
Κι ύστερα, πατέρα, ποιος θ’ ανάψει τη λυχνία;
Όταν η φλόγα της είναι στην πνοή του Θεού
τι μάταιος ο σκοτωμός των ανθρώπων να την σβήσουν.
Από τη συλλογή Οι αποσταμένοι (1964)