n'avoir cure → αδιαφορώ, δεν μου καίγεται καρφί, δεν μου καίγεται καρφάκι, δεν δίνω δεκάρα τσακιστή, δεκάρα δεν δίνω, ποσώς με ενδιαφέρει, μου είναι παντελώς αδιάφορο, με αφήνει παγερά αδιάφορο, δεν δίνω δυάρα, δεν δίνω μία, ούτε που με νοιάζει, σκασίλα μου
Frederique ·
2 · 630