Γιώργος Χατζηνάσιος, Αναμονή
(ορχηστρικό στην ταινία Το αγκίστρι (1976) του Ερρίκου Ανδρέου)
Ανθούλα Σταθοπούλου-Βαφοπούλου, Αναμονή
Σκοτεινές ώρες, αγάπη μου, δίχως το φως της ματιάς σου
μες στη μικρή μου κάμαρα, και θλιβερές περνούν.
Αχ! πώς όλα με μάθανε να ’μαι πάντα κοντά σου
και πώς όλα παράξενα στα μάτια με κοιτούν.
Δες, ο καθρέφτης καρτερεί τα χείλη μας να σμίξουν,
μ’ ένα διπλό ανατρίχιασμα στα νέα μας κορμιά.
Κι έτσι, καθώς τα μάτια μας στην ηδονή σφαλίξουν,
η λεία του επιφάνεια να νιώσει τρικυμιά.
Σα φίλοι τα βιβλία μας, στο φτωχικό τραπέζι,
μας περιμένουν, πρόσχαροι να σκύψουμε σ’ αυτά.
Ως και το παιχνιδιάρικο γατάκι μας δεν παίζει.
Τα χάδια σου ονειρεύεται με μάτια σφαλιστά.
Όμως απόψε στόλισα την κάμαρή μου πάλι
κι έβαλα μύρα στα μαλλιά, τριαντάφυλλα στα στήθια,
γέμισα με χρυσάνθεμα και ντάλιες τ’ ανθογυάλι,
κι έγινα η πεντάμορφη, που λεν τα παραμύθια.
Κι έγινα η πεντάμορφη, που λεν τα παραμύθια,
σκλάβα ενός ανείπωτου καημού ερωτικού.
Κι ώρα την ώρα καρτερώ στο θάνατο βοήθεια,
κι ώρα την ώρα καρτερώ το τέλος του κακού.
Σκοτεινές ώρες, αγάπη μου, δίχως το φως της ματιάς σου,
μέσα στην κρύα μου κάμαρη, και θλιβερές περνούν.
Οι σκέψεις μου κρεμάζουνται μ’ απόγνωση κοντά σου,
απελπισμένοι ναυαγοί, που τη στεριά ζητούν.
Από τη συλλογή Νύχτες αγρύπνιας (1932)
Ήταν νέα, το πολύ 23 χρονών, όταν έγραψε αυτό το ποίημα η Ανθούλα, ήταν ερωτευμένη, αγαπούσε τον Γιώργο Βαφόπουλο μ' όλη τη δύναμη της νεανικής ψυχής της και του έγραφε μια σειρά από ερωτικά ποιήματα στη συλλογή αυτή, πάντα υπό το βάρος της αρρώστιας και υπό την καθημερινή απειλή του θανάτου.
Κι εκείνος της τα ανταπέδιδε αυτά τα ερωτικά ποιήματα με τη συλλογή του «Τα ρόδα της Μυρτάλης» του 1931. Η Ανθούλα πέθανε τρία χρόνια αργότερα, το 1935, σε ηλικία μόλις 26 χρονών.
Κι εκείνος σίγησε για 17 ολόκληρα χρόνια. Επανήλθε το 1948 με τη συλλογή «Η Προσφορά και τα Αναστάσιμα». Στο πρώτο μέρος ξαναμιλά για την Ανθούλα και αφιερώνει το δεύτερο μέρος στη δεύτερη σύζυγό του, την Αναστασία. Αλλά δεν ξανάγραψε ποτέ καθαρόαιμα ερωτικά ποιήματα. Κρίμα!