swag -> λεία, κλοπιμαία, ρέφα, κονόμι, μπογαλάκι, προϊόν ληστείας, μπάζα, δέμα, δέσμη, μπόγος, μπογαλάκι, δισάκι, λαμπρικέν, ντραπέ, αναδετή κουρτίνα, γιρλάντα, στυλ, στιλ, κλυδωνίζομαι, τραμπαλίζομαι, κλυδωνίζω, τραμπαλίζω, αναρτώ με σύμπτυξη, κρέμομαι βαριά, μπαλαντζάρω, περιπλανιέμαι με μπογαλάκι, κουλ, κουλ τύπος, πόζερ, ποζεράς, τύπος, τυπόνι, γαμάτος τύπος, μάτσο, μαριχουάνα
banned13 ·
35 · 11040