crossover → ανισόπεδη διασταύρωση, σημείο διάβασης, ανισόπεδη διασταύρωση οδών, επιχιασμός, ανταλλαγή γονιδίων, βήμα εναλλαγής, διεύρυνση απήχησης, κλειδί παραλλήλων σιδηροτροχιών, κοψοχέρα, κοψοχέρης, μείξη, μίξη, μετάβαση, μετάπτωση, μπούστος γυναικείου φορέματος, πέρασμα, πόρος, σταυρωτή εσάρπα, φουρκέτα, ευρείας αποδοχής, με γενική απήχηση, διαφασματικός, μισοπεραστός
spiros ·
8 · 704