Νίκος Βρεττός, Σκλάβοι της δύσης [Ήμουν παιδί, ήμουν πουλί...]
Ήμουν παιδί, ήμουν πουλί, τίποτα σάπιο –
Πώς κατρακύλησα, πώς έγινα σκλάβος;
Να ο καιρός των αδιάφορων και των δειλών
που ρήμαξε την ενοχή και την επανάσταση
Μέσα στον τόπο μας και πιο μέσα μας
μαύρος ζυγός, ξένος ζυγός, κι ένας τρόμος
Να ο καιρός της κόμπρας και της ύαινας
που ξερίζωσε το ένστικτο του ρόδου
Εμείς εδώ δεν περιμέναμε κανένα βάρβαρο
όμως οι είλωτες και οι ευάλωτοι πολλοί
Να ο καιρός των φαλλών και των αιδοίων
ο καιρός των στομάτων και των πρωκτών
Εμείς οι ψαράδες, οι εργάτες, οι ξωμάχοι
δεν περιμέναμε κανένα βάρβαρο για να σωθούμε
Να ο καιρός της μαύρης και των μαστουρωμένων
της σύφιλης και των καθυστερημένων παιδιών
Εμείς εδώ ζητούσαμε την ελευθερία μας
χωρίς να ξέρουμε τι είναι ελευθερία
Να ο καιρός που τραγικά λιγοστεύουν οι άντρες
ο καιρός που τραγικά λιγοστεύουν οι γυναίκες
Μαύρος ζυγός, ξένος ζυγός, κι ένας τρόμος
μέσα στον τόπο μου και πιο μέσα μου θάνατος –
[...]
Από το ποίημα Σκλάβοι της δύσης (1975)