High Windows Philip Larkin
When I see a couple of kids And guess he’s fucking her and she’s Taking pills or wearing a diaphragm, I know this is paradise
Everyone old has dreamed of all their lives— bonds—gestures pushed to one side Like an outdated combine harvester, and everyone young going down the long slide
To happiness, endlessly. I wonder if anyone looked at me, forty years back, And thought, That’ll be the life; No God any more, or sweating in the dark
About hell and that, or having to hide What you think of the priest. He And his lot will all go down the long slide Like free bloody birds. And immediately
Rather than words comes the thought of high windows: The sun-comprehensive glass, And beyond it, the deep blue air, that shows Nothing, and is nowhere, and is endless.
| Ψηλά παράθυρα Φίλιπ Λάρκιν, μετάφραση: Θοδωρής Ρακόπουλος
Όταν βλέπω δυο παιδιά και σκέφτομαι πως εκείνος τη γαμάει, κι εκείνη παίρνει το χάπι ή φορά διάφραγμα, το βλέπω: είναι αυτός ο παράδεισος που όλοι οι γέροι ονειρευτήκαν όλη τη ζωή τους – δεσμοί και υποχρεώσεις παρατημένοι στη γωνιά σαν μια παλιά θεριζοαλωνιστική, κι όλοι οι νέοι να γλιστρούν στη μακριά τσουλήθρα προς την ευτυχία, ατελείωτα. Αναρωτιέμαι αν, σαράντα χρόνια πριν, κανείς κοίταξε εμένα και σκέφτηκε, Αυτή είναι ζωή˙ ούτε Θεός, ή να ιδροκοπάς μες στο σκοτάδι
για κόλαση και τα παρόμοια, ή να πρέπει να κρύβεις αυτό που σκέφτεσαι για τον παπά. Αυτοί και οι όμοιοί του θα γλιστρούν τη μακριά τσουλήθρα σαν ελεύθερα, βρομερά πουλάκια. Κι ευθύς, αντί για λέξεις, στη σκέψη μού έρχονται ψηλά παράθυρα: το γυαλί που μαζεύει τον ήλιο, και πέρα απ’ αυτό, ο βαθύς γαλάζιος αέρας, που δείχνει το τίποτα, που δεν είναι πουθενά, που δεν έχει τέλος.
|