se faire rouler → περιστρέφομαι, στρέφομαι, κυλιέμαι, κυλάω, κυλώ, τσουλώ, κάνω στροφή, γυρνώ, παίρνω στροφές, περιφέρομαι, ξεγελιέμαι, την πατάω


Frederique

  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 80202
    • Gender:Female
  • Creative, Hardworking and Able!
Μαζί με το «se» μπροστά, γιατί χωρίς αυτό σημαίνει ότι κάνω κάτι να περιστραφεί, να κυλήσει, να τσουλήσει κτλ.
Παράδειγμα: Faire rouler la presse : Faire imprimer des ouvrages. https://fr.wiktionary.org/wiki/rouler

se faire rouler
Transporter quelqu'un, quelque chose dans un véhicule, un objet muni de roues

ROULER : Définition de ROULER

(Από Εννοιόλεξο):
+ κυλώ: [κινούμαι περιστροφικά πάνω σε μιαν επιφάνεια ή μέσα σε κάτι], τσουλώ
[διαγράφω τροχιά γύρω από έναν άξονα]
στρέφομαι: η Σελήνη στρέφεται γύρω από τη Γη
κάνω στροφή
γυρίζω: η Γη γυρίζει γύρω από τον Ήλιο
γυρνώ
παίρνω στροφές
περιφέρομαι: οι δορυφόροι περιφέρονται γύρω από τους πλανήτες

Επίσης σημαίνει και «την πάτησα», «ξεγελάστηκα»
« Last Edit: 09 Feb, 2013, 08:57:40 by Frederique »
Communicate. Explore potentials. Find solutions.



 

Search Tools