dumbshit -> ανόητος, ανόητη, βλάκας, βλαξ, αρχίβλακας, αρχίβλαξ, ελαφρόμυαλος, ελαφρόμυαλος, ηλίθιος, ηλίθια, ηλίθιε, κοκορόμυαλος, κοκορόμυαλη, κοκορόμυαλε, κουτός, κουτή, κουτέ, κουτεντέ, κουτεντές, μωρός, κουφιοκέφαλος, κουφιοκέφαλη, κουφιοκεφαλάκιας, κρετίνος, κρετίνε, ανεγκέφαλος, ανεγκέφαλη, ανεγκέφαλε, χαζοβιόλης, χαζοβιόλα, χαζοβιόλη
spiros ·
1 · 45