Translation - Μετάφραση

Favourite texts, movies, lyrics, quotations, recipes => Favourite Poetry => Favourite Music and Lyrics => Poetry of Thessaloniki => Topic started by: wings on 23 Aug, 2012, 15:41:44

Title: Κούλα Αδαλόγλου
Post by: wings on 23 Aug, 2012, 15:41:44
Κούλα Αδαλόγλου

(https://thepoetsiloved.files.wordpress.com/2019/03/adaloglou-1.jpg)

[Πηγή για τη φωτογραφία: faretra.info (https://faretra.info/2018/09/24/koula-adaloglou-logotechnia-erevna-didaskalia-smyrni/)]

Γεννήθηκε στη Βέροια το 1953. Σπούδασε φιλολογία στο ΑΠΘ. Πήρε μεταπτυχίο στην Εφηρμοσμένη Γλωσσολογία από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και διδακτορικό δίπλωμα από το ΑΠΘ. Διετέλεσε Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων. Από το 2007 είναι διευθύντρια του Καλλιτεχνικού Γυμνασίου Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης. Αποτελεί μέλος της συγγραφικής ομάδας των βιβλίων «Έκφραση / Έκθεση» που εισήγαγαν την επικοινωνιακή γλωσσική διδασκαλία στο λύκειο. Εργάζεται ερευνητικά σε θέματα που αφορούν τη διδασκαλία της γλώσσας και την αξιολόγηση της γλωσσικής ικανότητας των μαθητών.

Ποιητικές συλλογές:
«Καταγραφές», ιδιωτική έκδοση, Θεσσαλονίκη, 1982
«Στο μεταίχμιο» (επιμέλεια Χρίστου Τσολάκη), ιδιωτική έκδοση, Θεσσαλονίκη, 1992
«Δύο ελεγείες και μία ωδή», εκδ. Τα τραμάκια, Θεσσαλονίκη, 1996
«Μαθητεία στην αναμονή», εκδ. Τα τραμάκια, Θεσσαλονίκη, 2001
«διπλή άρθρωση», εκδ. Ταξιδευτής, Αθήνα, 2009
«Οδυσσέας, τρόπον τινά», εκδ. Σαιξπηρικόν, Θεσσαλονίκη, 2013
«Εποχή αφής», εκδ. Σαιξπηρικόν, Θεσσαλονίκη, 2016

Πεζογραφία:
«Βγήκε ένας ήλιος χλωμός» (διηγήματα), εκδ. Ταξιδευτής, Αθήνα, 2012

Μελέτες:
«Η γραπτή έκφραση των μαθητών», εκδ. Κέδρος, Αθήνα, 2007

Ανθολογημένα ποιήματα:


[ Επιστροφή στο ευρετήριο της ανθολογίας «Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα» (https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=9084.0) ]
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Τραγούδι
Post by: wings on 23 Aug, 2012, 16:39:28
Στα Περβόλια Μ.Θεοδωράκης - In the orchards M.Theodorakis - YouTube (https://www.youtube.com/watch?v=Bif1p_-nDq0)

Μίκης Θεοδωράκης, Στα περβόλια
(τραγούδι: Μίκης Θεοδωράκης / από το έργο Το τραγούδι του νεκρού αδελφού (1962))


Κούλα Αδαλόγλου, Τραγούδι

[Ενότητα οι κόμποι και το χτένι. (1976-1979)]

Ξεκουράσου πια, παλιέ αγωνιστή.
Τόσοι χειμώνες και χιόνια στα μαλλιά σου.
Οι άλλοι βολεύτηκαν μέσα σε μαλακές παντόφλες
και φιλολογικά απογευματινά.
Εσύ απόμεινες να κοιτάς το παρελθόν και το μέλλον
με κάτι απορημένα μάτια.
Δεν καταλάβαινες καλά-καλά πώς φτάσατε σ’ αυτή τη θέση.
Βαστούσες ένα τσιγάρο ανάμεσα στα κιτρινισμένα νύχια.
Κάπου κάπου χάιδευες κάτι ετοιμοθάνατα όνειρα.
Όμως το αίμα σου δε χτυπούσε όπως άλλοτε
να σπάσει τις φλέβες.
Εσύ που κουμαντάριζες το όπλο
το ίδιο καλά με τη γυναίκα.
Τώρα σε κουμαντάραν χάπια, αρθριτικά
και στο δωμάτιο μυρωδιά από οινόπνευμα και καμφορά.
Κι έτσι έγειρες να ξεκουραστείς –για πάντα.

Μη με κοιτάζεις με μάτια ορθάνοιχτα μέσα στον ύπνο μου.
Δεν τον αντέχω αυτό τον πόνο στο στομάχι.
Κάτι μάθαμε κι εμείς.
Πάνω στην εφηβεία μαράναν τον ανθό μας.
«Μη μιλάς – μη σκέφτεσαι – μην κρίνεις.»
Χτυπούσαν τα βράδια άγρια την πόρτα.
Ύποπτα μάτια γκρέμιζαν τους τοίχους του σπιτιού.
Δε σου ’μενε ούτε μια γωνιά
δικής σου ζωής.

Τότε εσύ τραγουδούσες
μ’ ένα τραγούδι που ’κλεινε ολάκερο τον ήλιο∙
από τα στήθια σου ανάβρυζε η πίκρα
κι ένας λυγμός
για τη φτωχή πατρίδα.
Τραγουδούσες μ' ένα τραγούδι
που ’λεγε για τις φυλακές, τα ξερονήσια
και γινόταν ένα με την ελπίδα μας
χάιδευε τα πληγωμένα κορμιά μας
τις καρδιές μας που
ξεχείλιζαν πόνο και όνειρα.
Ξεκουράσου πια και μη φοβάσαι.
Το πήραμε το τραγούδι σου.
Μαζί να παλέψουμε το Χάρο.
Να κυνηγήσουμε τοn φόβο.
Κι αυτό το κατακάθι που σκοτείνιασε την ψυχή μας
να διαλυθεί.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, 2η έκφραση: Στο καθιστικό
Post by: wings on 04 Apr, 2013, 17:21:21
Τα Χρόνια Τα Φοιτητικά - Τάνια Τσανακλίδου - YouTube (https://www.youtube.com/watch?v=my3L5isnnEI)

Γιώργος Χατζηνάσιος & Κυριάκος Ντούμος, Τα χρόνια τα φοιτητικά
(τραγούδι: Τάνια Τσανακλίδου / δίσκος: Χωρίς ταυτότητα (1980))


Κούλα Αδαλόγλου, Στο καθιστικό

[Ενότητα αρμοί. (1979-1981)]

Αναφορές τη γενέθλια πόλη

2η έκφραση

Στο καθιστικό


Ένα σπίτι έχει στοιχειώσει μέσα μου,
τώρα που η ζωή και η πρωτεύουσα
με σφίγγουν σαν τανάλια.
Ένα σπίτι λιτό και ζεστό σαν τους γονιούς μου.
Κει που μετριόμουνα με τη μικρούλα μουσμουλιά
που μεγαλώσαμε μαζί∙
κει που ρουφούσα αχόρταγα με τη χούφτα το νερό
απ’ τη μεγάλη βρύση της αυλής
τη στεφανωμένη απ’ την κληματαριά.

Σαν μπήκα στην εφηβεία
μαζευόμασταν η παρέα στο καθιστικό δωμάτιο
που έβλεπε στο δρόμο.
Κοιτάζαμε βουβοί, γεμάτοι απορία και δέος,
το πρώτο χνούδι που άνθιζε στα μάγουλα
ή το στήθος που πάλευε ντροπαλά να κρυφτεί
μέσα στο σφιχτά κουμπωμένο πουκάμισο.
Μιλούσαμε για καιρούς αλλοτινούς,
με λόγια άλλων, που ’διναν έκφραση
στα όσα τυραννικά μέσα μας αναδεύονταν.
Σα σουρούπωνε δεν ανάβαμε το ηλεχτρικό.
Έτσι στο σκοτάδι που μας τύλιγε
έρχονταν δίπλα μας ο Όμηρος, ο Μακρυγιάννης∙
και άλλοι πολλοί απλοί άνθρωποι του λαού,
όλοι τους σταυρωμένοι και γεμάτοι αίματα.
Έτσι μάθαμε να μιλάμε
για δικαιοσύνη και λευτεριά.

Ένα σπίτι έχει στοιχειώσει μέσα μου
τώρα που κάτι με την καρδιά μου, κάτι μέσα απ’ τα βιβλία
πασχίζω να βρω μιαν άκρη,
ενώ έξω απ’ τη μπαλκονόπορτα
ένα ανάπηρο φυτό με κοιτάζει ειρωνικά.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Πίστευα πως
Post by: wings on 07 Dec, 2013, 21:10:54
Δημήτρης Μητροπάνος - Στενά μου σύνορα - YouTube (https://www.youtube.com/watch?v=--CdW7nBc4w)

Δημήτρης Παπαδημητρίου & Γιάννης Γιαβάρας, Στενά μου σύνορα
(τραγούδι: Δημήτρης Μητροπάνος / δίσκος: Στης ψυχής το παρακάτω (2001))


Κούλα Αδαλόγλου, Πίστευα πως

[Ενότητα αρμοί. (1979-1981)]

Πίστευα κάτι απ’ το χαμόγελό σου
κάτι στο άγγιγμα
απ’ τα ζεστά σου δάχτυλα.
Πίστευα πως
θα ’σπαζε η καρδιά μου από χαρά.
Κι η Σαλονίκη –δήθεν– όμορφη.
Θάλασσα γυαλί, σπίτια ανθρωπινά,
παιδιά λεύτερα με μπαλόνια και γλειφιτζούρια.
«Δήθεν» όλα.
Έτσι κι αλλιώς οι άνθρωποι τρέχουν,
τ’ αυτοκίνητα τσιρίζουν,
στα προάστια το κρύο σε παγώνει.
Οι εργάτες γερνούν γρήγορα
και τα παιδιά τους φτωχά.
Λοιπόν καλύτερα ίσως
που ξαναμάζεψα τα φτερά μου.
Το κλάμα βουβό
κι ένα κενό στο μυαλό μου.
Όμως έτσι κι αλλιώς
δεν είναι καιρός για ψευδαισθήσεις.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: ελληνική επαρχία, 1983
Post by: wings on 09 Apr, 2014, 19:09:44
George Harrison - Poor Little Girl (With lyrics) - YouTube (https://www.youtube.com/watch?v=XJB7cl5Ww8E)

George Harrison, Poor Little Girl (album: Best of Dark Horse 1976–1989 (1989))

Κούλα Αδαλόγλου: ελληνική επαρχία, 1983

[Ενότητα Ποιήματα από το 1982 ως το 1984]

Πώς να φτάσεις τον άνεμο που κυνηγάς
με το ποδάρι που σέρνεις, Μαργαρίτα;
Μαργαρίτα, που σεργιανάς στο χωματόδρομο
σαν το σκυλί που το κουτσάνανε με πέτρα.
Μην κοιτάς τ’ αγόρια που τρέχουν με ποδήλατα και μηχανές.
Τι είναι ο έρωτας, Μαργαρίτα;
Μη μετράς τα δάχτυλά σου και βγαίνουν λειψά
δεν κάνει να κλαις.
Μαργαρίτα, σακατεμένο ρεφρέν σε δίσκο γραμμοφώνου.
Μαργαρίτα, θα γεράσεις ανυμέναιη και μόνη,
Μαργαρίτα, χορτασμένη τον οίκτο από ντόπιους και ξένους
Μαργαρίτα, πεινασμένη την παρέα και το παιχνίδι.
Μαργαρίτα, σφραγισμένη σ’ ελληνική επαρχία.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: [Α, ρε Οδυσσέα...]
Post by: wings on 31 Jan, 2015, 21:11:07
Σωκράτης Μάλαμας - Η μνήμη | Official Audio Release - YouTube (https://www.youtube.com/watch?v=cJKpKNwki7g)

Θέμης Καραμουρατίδης & Οδυσσέας Ιωάννου, Η μνήμη
(τραγούδι: Σωκράτης Μάλαμας & Νατάσα Μποφίλιου / δίσκος: Πρώτες λέξεις (2014))


Κούλα Αδαλόγλου, [Α, ρε Οδυσσέα...]

[Ενότητα 1. Μηνύματα στον Οδυσσέα]

Α, ρε Οδυσσέα,
αυτό κι αν με τρελαίνει:
είκοσι χρόνια σε περίμενα
και τώρα που χρειάστηκε να λείψω για δουλειές
ούτε ένα βράδυ δεν μπορείς να περιμένεις...

*

Καλέ μου Οδυσσέα,
αδυνατώ να καταλάβω.
Τι σου ζητώ, ένα χάδι, ένα χαμόγελο.
Πρέπει να ’ρθουν τα πάνω κάτω,
για να μου δείχνεις αφοσίωση;

*

Θα ’ρθεις πάλι για έρωτα.
Θα παραληρεί το γιασεμί
θα ξεσαλώνουνε τα μικροπούλια.
Δε θα μπορέσω να ανταποκριθώ.
Θα ’χω πληγές.
Σου το ’χω πει, δε θέλεις να τ’ ακούσεις:
Σαν μένω μόνη μου
ματώνει η μνήμη.

Από τη συλλογή Οδυσσέας, τρόπον τινά (2013)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Πορεία
Post by: wings on 01 Dec, 2015, 21:52:42
Μαρία Δημητριάδη - Πορεία - YouTube (https://www.youtube.com/watch?v=FCsBph4ZITE)

Γιώργος Σταυριανός, Πορεία
(τραγούδι: Μαρία Δημητριάδη / δίσκος: Έρημη πόλη (1982))


Κούλα Αδαλόγλου, Πορεία

[Ενότητα οι κόμποι και το χτένι. (1976-1979)]

Κρατούσες το πλακάτ με τα λεπτά σου δάχτυλα.
Ο αέρας περνούσε μέσα απ’ τα δαχτυλίδια των μαλλιών σου
και γέμιζε ηλεκτρισμό.
Τα χείλη σου σφίχτηκαν. Μια απόφαση άνθισε στα μάτια σου.
(Κι εγώ να χάνω μέρα τη μέρα τη φωνή μου.
Δύσκολο να τους διδάξεις την αλήθεια.
–Κι εξαιρετικά επικίνδυνο.)
Κι οι άλλοι γύρω να περνούν αδιάφοροι.
Άνθρωποι σκυφτοί, που συνήθισαν τη λαιμαριά στο λαιμό τους.
Φορούν κάθε πρωί το καλό τους χαμόγελο για τον προϊστάμενο
και δε φωνάζουν ούτε όταν πονούν,
μην η φωνή τους θεωρηθεί αναρχική διαμαρτυρία...
Λοιπόν εμείς συνεχίζουμε. Μείναμε μόνοι.
Κρατάμε σαν φυλαχτά τα μάτια του μικρού
που πουλάει τις νύχτες τσίχλες
και την εικόνα του σακάτη με τα λαχεία–
σκιά θλιβερή στο μισοσκόταδο.
Τα βράδια με κρατάς απ' το χέρι και περπατούμε αργά
να μας χτυπήσει ο αγέρας το πρόσωπο.
Τριγύρω άνοιξη κι εμείς η ζωή.
Ως πού θα βαστάξουμε και τι μας μέλλεται ποιος ξέρει;
Προς το παρόν ζούμε και τραγουδάμε.
Πότε ψιθυριστά και πότε ασυγκράτητα τραγουδάμε.
Οι φωνές μας χάρτινες σαΐτες αιωρούνται στο μέλλον∙
να τις βρουν τα παιδιά και να παίξουν
παίζοντας ν’ αγαπήσουν
ό,τι κι εμείς απελπισμένα αγαπήσαμε.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Θνητή μητέρα
Post by: wings on 01 Dec, 2015, 22:08:31
Στο τέταρτο πάτωμα - YouTube (https://www.youtube.com/watch?v=Wh5d8Pfo9B8)

Μίκης Θεοδωράκης, Στο τέταρτο πάτωμα
(τραγούδι: Μαρία Φαραντούρη & Αντώνης Καλογιάννης / δίσκος: Ο ήλιος και ο χρόνος (1974))


Κούλα Αδαλόγλου, Θνητή μητέρα

[Ενότητα οι κόμποι και το χτένι. (1976-1979)]

Κουράστηκες να περπατάς τόσο δρόμο
κι όμως δε λες τίποτα, μη με στενοχωρήσεις.
Μόνο στα μάτια σου διακρίνω την κούραση.
Δε λες τίποτα. Όπως δεν έλεγες, όταν
με το τριμμένο παλτό πήγαινες χιλιόμετρα δρόμο
για να δουλέψεις, γιατί έπρεπε,
κι όλο αδυνάτιζες κι όλο χλώμιαζες.
Όπως δεν έλεγες, στη φυλακή,
κείνους τους δύσκολους καιρούς.
Στα πελώρια μάτια σου μπλέκονταν όνειρα και ιδέες
και η ομορφιά όλου του κόσμου.
Έτσι έμεινες ανάλλαχτη από τον καιρό
κι η αγκαλιά σου να μυρίζει στοργή και ζέστα.
Κι όμως θα σε χάσω. Το ξέρω πως θα σε χάσω.
Πώς θα είναι ο κόσμος χωρίς τις γκρίζες σκάλες των μαλλιών σου
χωρίς τα μικρά σου πόδια κι αυτά τα μάτια σου
που όλο απορούν και λυπούνται;
Πώς θα ’ναι η ζωή μου χωρίς το χάδι απ' τη φροντίδα σου,
χωρίς τη μοσκοβολιά της καρδιάς σου;
Φοβάμαι. Όχι τη λήθη.
Την απουσία.
να τις βρουν τα παιδιά και να παίξουν
παίζοντας ν’ αγαπήσουν
ό,τι κι εμείς απελπισμένα αγαπήσαμε.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Σε αναμονή
Post by: wings on 01 Dec, 2015, 22:25:02
Μίκης Θεοδωράκης - Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ - Angelique Ionatos - YouTube (https://www.youtube.com/watch?v=W1T5-dk4qHQ)

Μίκης Θεοδωράκης & Δήμητρα Μαντά, Ο κύκλος του νερού
(τραγούδι: Αγγελική Ιονάτου / δίσκος: Μια θάλασσα γεμάτη μουσική (1994))


Κούλα Αδαλόγλου, Σε αναμονή

[Ενότητα οι κόμποι και το χτένι. (1976-1979)]

Πώς να συνηθίσω στη μοναξιά
εγώ που αγαπήθηκα τόσο πολύ;
Έπαιζε το ραδιόφωνο ένα όμορφο μελαγχολικό τραγούδι
κι είχε πιάσει μια φθινοπωριάτικη βροχή–
1η του Οκτώβρη.
Και τότε έκλαψα. Η μοναξιά έρχεται.
Κι ο πόνος θα ’ναι δικός μου
τι κι αν στέκονται άλλοι τριγύρω;
Όμως πορεύομαι. Τεντωμένο δοξάρι
ρουφώ τη ζωή – στον αγώνα και στην αγάπη.
Τεντωμένο δοξάρι – κι η μοναξιά ας φρενιάζει.
Όχι όπως εσείς
που δεν έχετε ούτε τη γεύση
από στυφό κυδώνι.
Σεις που σταυρώσατε τη νιότη
στα τεντωμένα μαλλιά
σε ρούχα μακρυμάνικα
–και τα βράδυ τα μάτια να γυαλίζουν
από επιθυμίες ανείπωτες,
κι οι ψυχές γεμάτες πάθη–
σεις που εξορίσατε τη ζωή.
Θυμάμαι το καλοκαίρι στους δρόμους του χωριού
τα πόδια μου άσπρα απ’ τη σκόνη.
Τώρα τα χέρια άσπρα απ' την κιμωλία.
Τι να πεις στα παιδιά που όλο ρωτούν
για τη μοναξιά και την υποκρισία;

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Ορόσημο
Post by: wings on 01 Dec, 2015, 22:42:15
Κούλα Αδαλόγλου, Ορόσημο

[Ενότητα οι κόμποι και το χτένι. (1976-1979)]

Να μη σταματήσουμε∙ ας προχωρήσουμε κι άλλο.
Δεν μπορεί∙ κάπου θα βγάζει αυτό το μονοπάτι.
Μην κοιτάς τη συστάδα των δέντρων κι αυτούς τους θάμνους
που κλείνουν το δρόμο.
Δεν μπορεί∙ κάπου θα βγάζει.
Μη σκαλίζεις μόνο τ’ αρχικά μας στο δέντρο.
Χάραξε ημερομηνία και ώρα.
Να τη θυμόμαστε αυτή τη μέρα.
Χτες βράδυ ονειρεύτηκα:
μια βάρκα με λευκό πανί∙
ανάσαινα το κυμάτισμά του
και μια γαλήνη είχε απλωθεί στη θάλασσα και στον ύπνο μου.
Λες να ’ναι το αύριο;
Το σήμερα το μοιράσαμε κόκκινες φέτες καρπούζι∙
φτύνουμε τα κουκούτσια
κι αιστανόμαστε το χυμό γλυκό και κρύο
να διατρέχει το στέρνο μας.

Απόψε θα ξενυχτήσουν πάλι οι ψαράδες.
Κι εγώ θα ζητιανεύω λίγη δροσιά από τ’ άσπρα σεντόνια.
Αύριο σαν κάθε μέρα
στην ακρογιαλιά οι πέτρες θα εμποδίζουν τα παιδιά να τρέχουν.
Το κύμα ολοένα θα γλείφει τις πέτρες στρογγυλές.
Μ’ αυτές τις πέτρες θα σμιλέψω το κορμί σου.
Ν’ αναδυθείς κάτι ανάμεσα
σε ενάλιο θεό και λεβέντη βαρκάρη
φουσκώνοντάς σου τα μπράτσα
δυο αρμαθιές ελπίδες.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, 1η έκφραση: Η απομάκρυνση
Post by: wings on 01 Dec, 2015, 23:07:36
Κούλα Αδαλόγλου, Η απομάκρυνση

[Ενότητα αρμοί. (1979-1981)]

Αναφορές τη γενέθλια πόλη

1η έκφραση

Η απομάκρυνση


Τώρα θα κρυώνεις
τούτη την άνοιξη που μπολιάστηκε χειμώνα,
που το πρώτο ανθισμένο χαμόγελο των δέντρων
μαράθηκε και σβήστηκε
και η βροχή σου γεμίζει τα μάτια με δάκρυα.
Θ’ ανοίγεις την μπαλκονόπορτα
να μπει το χλιαρό ανοιξιάτικο αγέρι
και θα μπαίνει ένας αέρας υγρός και πηχτός.
Τώρα θα κρυώνει
και πιο πολύ η ψυχή σου...
Τα μεσημέρια
θα παλεύεις μάταια να διακρίνεις λίγο ουρανό
πάνω ή δίπλα απ’ τις απέναντι πολυκατοικίες.
Στον ύπνο σου θα ’ρχεται η μεγάλη βρύση της αυλής
με την ασβεστωμένη αγκαλιά της
και το κανάτι με το κρύο νερό∙
καθώς και η ξαπλωτή πολυθρόνα
όπου κοιμόσουν τα μεσημέρια
κάτω απ’ τον ίσκιο της πικροδάφνης...
Τώρα τα βράδια θα μένεις άγρυπνη
ν’ ακούς την ασίγαστη βοή των αυτοκινήτων.
Θα μένεις άγρυπνη και θα κρυώνεις–
πιο πολύ η ψυχή σου–
έτσι που σιωπηλή κι ανήμπορη
νύχτες θ’ ακούς την τρομερή ανάσα
του εγκέλαδου.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Νάξος
Post by: wings on 01 Dec, 2015, 23:24:46
Ο χορός των Κυκλάδων (Κ. Παπαδόπουλος & Χ. Κωνσταντίνου) - YouTube (https://www.youtube.com/watch?v=TnJvTaCU1S8)

Σταύρος Ξαρχάκος & Νίκος Γκάτσος, Ο χορός των Κυκλάδων (https://thepoetsiloved.wordpress.com/2012/05/05/kostas-papadopoulos-o-horos-twn-kykladwn-stavros-xarhakos-giorgos-dalaras-%CE%BF-%CF%87%CE%BF%CF%81%CF%8C%CF%82-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%BA%CF%85%CE%BA%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CF%89%CE%BD-%CF%83%CF%84%CE%B1/)
(τραγούδι: Γιώργος Νταλάρας / δίσκος: Τα κατά Μάρκον (1991))


Κούλα Αδαλόγλου, Νάξος

[Ενότητα αρμοί. (1979-1981)]

Ήτανε όμορφο το μεγάλο νησί όταν φτάσαμε,
ανασαίνοντας ήσυχα τον απογευματινό του ύπνο.
Εδώ έγινε το θάμα.
Η Αριάδνη ξανάσμιξε με το Θησέα
σ’ έναν έρωτα πανάρχαιο.
Και ξαναχώρισαν.
Αυτή τη φορά έφυγε η Αριάδνη–
κι ο Διόνυσος πάντοτε δίπλα της
μ’ ένα φλασκί μπρούσκο κρασί στο χέρι.
Την ώρα του αποχωρισμού
το λυπημένο χαμόγελο του Θησέα
σκέπασε όλο το νησί.
Η Αριάδνη το πήρε μαζί της
μαζί με το στραφτάλισμα απ’ τις ρόγες των αμπελιών
κάτω απ’ τον ήλιο...
Ψηλά το κάστρο συνέχιζε τη δική του σιωπηλή ζωή.
Σαν έπεφτε το βράδυ
ο Μάρκος Σανούδος ανέβαινε
στον πιο ψηλό πύργο στο Καστέλι
κι ανασαίνοντας άγρια το θαλασσινό αέρα
μούγκριζε μ’ ανοιχτά τα δυο του χέρια:
«Τα νησιά μας, τα νησιά μας.»

«Τα νησιά μας, τα νησιά μας»
φωνάζουμε κι εμείς,
που βλέπουμε τους απλούς ανθρώπους
να παλεύουν μ’ ένα χώμα δύσκολο.
Καθώς τους αφήνουν να γερνούν άσκοπα.
Καθώς τους αφήνουν να πεθαίνουν απορημένοι κι αβοήθητοι.
Καθώς τους αφήνουν να ξεπουλάνε τη γη τους.
«Τα νησιά μας, τα νησιά μας»
αγωνιούμε κι εμείς.
Τούτο το καλοκαίρι
βάλαμε στ’ αυτί μας την κοχύλα και δεν ακούσαμε τη θάλασσα∙
μονάχα κάτι υπόκωφο
σα λυγμό.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Αρκεί
Post by: wings on 01 Dec, 2015, 23:45:48
Κούλα Αδαλόγλου, Αρκεί

[Ενότητα αρμοί. (1979-1981)]

Χειμώνιασε πια.
Αλλά σήμερα μια λιακάδα αναπάντεχη.
Το ταβάνι σταμάτησε να στάζει.
Μόνο μια διάχυτη μυρωδιά μούχλας
αιωρείται στην αίθουσα.
Τα παιδιά γράφουν,
απορροφημένα απ’ τις σκέψεις τους.
Τα κοιτάζω.
Ένας ήλιος θριαμβευτής όρμησε απ' τα παράθυρα.
Χρύσισε το χνούδι στ’ αγορίστικα μάγουλα.
Τα μαλλιά του Θανάση έδειξαν πιο ξανθά.
Ένας πυρρός αχνός στεφάνωσε
τις μαύρες σκάλες του Γιώργου.
Ο Χρήστος σήκωσε για μια στιγμή τα μάτια του,
ξαφνιασμένος απ' το δυνατό φως,
και ξανάσκυψε στην κόλλα του.
Τα κορίτσια, λυτρωμένα ήδη απ’ το άγγιγμα της υγρασίας,
πέταξαν τα πανωφόρια
τέντωσαν τα λυγερά –ασχημάτιστα ακόμη– κορμιά τους.
Η Λία στερέωσε τα γυαλιά της
με μια κίνηση σαν τη δική μου.
Η Μαρία στερέωσε το χτενάκι της
παίρνοντας μια συνήθεια δική μου.
Η Άννα με κοίταξε και σταύρωσε τα πόδια της,
όπως εγώ.

Την άλλη ώρα θα τους μιλάω.
Θα διαλύομαι σε σαρανταδύο ζευγάρια μάτια,
που θα απορροφούν και θα με αφομοιώνουν.
Έτσι θα με πάρουν μαζί τους.
Και θα με βρουν στα πρώτα τους όνειρα,
στις πρώτες ανησυχίες, στα ερωτηματικά τους,
στο νόημα κάποιων λέξεων
που τώρα τις ψηλαφούν γράμμα-γράμμα
ρουφούν τη μυρωδιά τους
κι η φτωχή τους κάμαρη λαμπαδιάζει.
Δυναμώνουν τα εφηβικά μπράτσα.
Κι η καρδιά δυναμώνει κι αυτή.
Κάτι είναι κι αυτό.
Κάτι είναι.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Re: Κούλα Αδαλόγλου
Post by: wings on 19 Mar, 2016, 15:46:58
Κούλα Αδαλόγλου, Αρχοντούλα Διαβάτη στην εκπομπή "Ένα βιβλίο, ενα ταξίδι" (TV100, Μάρτιος 2013) - YouTube (https://www.youtube.com/watch?v=EhOBgv9J9jM)

Κούλα Αδαλόγλου & Αρχοντούλα Διαβάτη στην εκπομπή «Ένα βιβλίο, ένα ταξίδι» στου Στέλιου Λουκά (TV100, Μάρτιος 2013)
Title: Re: Κούλα Αδαλόγλου
Post by: wings on 19 Mar, 2016, 15:49:26
«ΜΑΝΔΡΑΓΟΡΑΣ»- ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΡΑΤΣΙΣΜΟ- ΚΟΥΛΑ ΑΔΑΛΟΓΛΟΥ - YouTube (https://www.youtube.com/watch?v=AqW9MjeG4xs)

Η Κούλα Αδαλόγλου στην εκδήλωση του περιοδικού Μανδραγόρας «Με ποιήματα και μουσική απαντάμε στο φόβο, το ρατσισμό και την ξενοφοβία» (13.12.2013)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, 3η έκφραση: Τανάλιες
Post by: wings on 11 Sep, 2016, 15:26:55
Κούλα Αδαλόγλου, Τανάλιες

[Ενότητα αρμοί. (1979-1981)]

Αναφορές τη γενέθλια πόλη

3η έκφραση

Τανάλιες


Δεν είναι –οπωσδήποτε– καιρός για ψευδαισθήσεις.
Κι όμως κάθε βράδυ
σε ταξιδεύω σε τόπους που αγάπησα.
Σου φορώ το χαμόγελό σου
και σε κοιτάζω.
Ρυθμίζω στα μάτια σου το βλέμμα που πόθησα
και το χαίρομαι.
Στα όνειρά μου πάντα καλοκαίρι.
–Το πρωί η ζωή κι η πόλη
με σφίγγουν σαν τανάλια.–
Βήχω κι η καρδιά μου άρρυθμη.
Η φίλη μου γερνάει, μέσα
σε ακριβά εσώρουχα,
που δεν τα βλέπει κανείς.
Δεν είναι καιρός για ψευδαισθήσεις.
Κι όμως στην επαρχία που γεννήθηκα
η ζωή θα συνεχίζεται.
Μεσημεράκι για καφέ
στης Μαίρης. Την άλλη
θα τη λένε Λένα
ή –οπωσδήποτε– Πόπη.
Ανίδεες κι ήρεμες
θα πλήττουν διακριτικά
θα συζητούν για πράγματα αδιάφορα
ίσως για μένα
και για το πόσο τραβήχτηκε το πρόσωπό μου.
Απεχθάνομαι και ζηλεύω
που δεν έχω πια ούτε μια στιγμή
να πλήξω –μα ούτε και να ρεμβάσω.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Δρομολόγιο
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 20:41:09
Κούλα Αδαλόγλου, Δρομολόγιο

[Ενότητα οι κόμποι και το χτένι. (1976-1979)]

Κι ο γέρος με το ’να μάτι του όλο να τρέχει...
Πάλι τα ίδια και τα ίδια, θα μου πεις, φίλε.
Όμως όλες οι αίθουσες αναμονής στα πρακτορεία λεωφορείων μοιάζουν:
οι ίδιοι παγωμένοι χώροι, τα λιγοστά τραπέζια, ο πάγκος
με τα φτηνά παιχνίδια μπροστά μπροστά.
Κι ύστερα αυτή η αίσθηση του πρόσκαιρου, του προσωρινού.
Κανείς δεν μένει. Όλοι βιάζονται να φύγουν.
Κοιτάζουν συχνά τα ρολόγια, ρίχνουν ανυπόμονες ματιές έξω.
Κι εγώ καιρό τώρα στο ίδιο δρομολόγιο καθημερινά.
Στην ίδια απρόσωπη αίθουσα αναμονής τα πρόσωπα αλλάζουν.
Κυρίες που λουσαρίστηκαν κακόγουστα να πάνε στην πρωτεύουσα.
Βρόμικα μωρά σε αγκαλιές που μυρίζουν φτηνό άρωμα.
Χωρικοί με τις γυναίκες τους με σκαμμένα πρόσωπα
που έχουν ξεχάσει από καιρό τον εαυτό τους.
Η γριά με τα πρησμένα πόδια. Ο νέος με τα μπλουτζίν
και τα βρόμικα νύχια.
Κι αυτός ο γέρος με το ένα μάτι του όλο να τρέχει.
–Μιζέρια–
Θα πρέπει ίσως να σταματήσω να τα σκέφτομαι όλα αυτά.
Θα περιμένω ήσυχα σε μια γωνιά το λεωφορείο
κι ύστερα θα κοιτάζω απ’ το τζάμι την πρασινάδα του την άνοιξη
ή τα ωραία χρώματα του φθινοπώρου.
Κάποτε ίσως. Όμως τώρα σκέφτομαι.
Ψάχνω για ευθύνες και προοπτικές.
Και οι αισθήσεις ζωντανές δέχονται τα ερεθίσματα από τριγύρω
καθώς απανωτές οι εικόνες στριμώχνονται μες στο μυαλό μου∙
το μυρμηγκιάζουν.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Αντίδραση
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 20:46:15
Κούλα Αδαλόγλου, Αντίδραση

[Ενότητα οι κόμποι και το χτένι. (1976-1979)]

Εκείνη τη νύχτα
που καρφώθηκε στα μάτια σου η απορία
φυλάκισες πεισματικά
ένα λυγμό στο στήθος∙
ξενύχτισες μαζί μου σε μια ολονυχτία
χωρίς ελπίδα.
Το πρωί μ’ έθαψες βουβά μέσα σ’ ένα
άλμπουμ με παιδικά σχέδια∙
πίσω από μια λουλουδιαστή ταπετσαρία∙
πάνω σ’ έναν πίνακα μ’ ανάγλυφα ζωάκια.
Έφυγες με το ντοσιέ στη μασχάλη
να συνεχίσεις την επιστημονική σου έρευνα.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Τοπίο
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 20:51:13
Κούλα Αδαλόγλου, Τοπίο

[Ενότητα οι κόμποι και το χτένι. (1976-1979)]

Κι εσύ απόμεινες με το κορμί σου ένα μωσαϊκό
από βότσαλα, ψάρια και φύκια
να κοιτάζεις έναν ουρανό πορτοκαλί σύννεφα
και να μιλάς με τη φωνή της γκάιντας.
Τ’ άσπρα σπιτάκια στην πλαγιά
χάνονται ένα-ένα.
Τα δέντρα πέθαναν κι αυτά με θάνατο βίαιο.
Κι η θάλασσα σιχάθηκε το νερό της
σα γυναίκα πόρνη που
μόλεψε το κορμί της
μέχρι τον ύστατο εξευτελισμό.
Ένα τοπίο πληγιασμένο
κι οι γλάροι κοιτάζουν με βλέμμα λύκου.
Μια κίτρινη ψιλή σκόνη σου γεμίζει τα πνευμόνια
καθώς απόμεινες μ’ ένα κορμί μωσαϊκό
από βότσαλα, ψάρια και φύκια
να κλαις με τη φωνή της γκάιντας.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Μόνον προθέσεις
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 20:56:56
Κούλα Αδαλόγλου, Μόνον προθέσεις

[Ενότητα αρμοί. (1979-1981)]

Τα μάτια σου –κι ο Ευριπίδης–
(γλυκές σταλαξιές από ξανθόμαυρο μελίσσι)
κι όσα ήθελα να σου ομολογήσω «μεταφορικά»
μείναν προθέσεις.
Τώρα στο τηγάνι τσιγαρίζω κρεμμυδάκι∙
γεμίζει το σπίτι μυρωδιά από λάχανο
για σαρμάδες.
Τώρα χορεύω όπως μου βαράνε
όσοι από παλιά με βαφτίσαν
άμεμπτη και συνετή.
Μετανιωμένη από τώρα
για όσα τυλίγω μέσα μου κουβάρι
για όποια ανατριχίλα έπνιξα
πριν προφτάσει να φτάσει στ’ ακροδάχτυλα
να τα μουδιάσει.
Μετανιωμένη από τώρα
για ό,τι αργότερα θα βρίσκω μες στις αναμνήσεις
μόνο σαν πρόθεση.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Τήνος
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 21:13:08
Κούλα Αδαλόγλου, Τήνος

[Ενότητα αρμοί. (1979-1981)]

Χτες όλη νύχτα μια επιβεβαίωση
απ’ το δυνατό μας αγκάλιασμα
απ’ τους χυμούς που ανάβλυζαν απ’ το κορμί μας.
Μια επιβεβαίωση ότι είμαστε ζεστοί, ζωντανοί και νέοι.
Σηκώθηκε ένα χάραμα κουρασμένο.
Τότε πρόβαλε η Μεγαλόχαρη
πασχίζοντας με κόπο να δείξει το πρόσωπό της
μέσα από τόσα στολίδια.
Κατηφόρισε την πλατιά λεωφόρο της
κι ακούμπησε σ’ ένα πεζούλι αμίλητη.
Ήθελε να φωνάξει πως νοστάλγησε τον άλλο της εαυτό
εκεί σ’ ένα λευκό ξωκλήσι πάνω στον βράχο
ευωδιασμένο από θυμάρι κι αιγαιοπελαγίτικο κύμα
με την εικόνα της ν’ ακουμπά χωρίς στολίδια
πάνω σε λευκό λινό μ’ ασπροκέντημα.

Πίστευα πως σαν ταξίδευα σ’ αυτά τα νερά
θα ’χα την έμπνευση να τραγουδήσω
με λόγια πρωτάκουστα.
Τώρα η γλώσσα μου σκαλώνει σε ήχους τραχιούς.
Δεν μπορώ να τραγουδήσω.
Ίσως γιατί ένα κομμάτι απ’ την ψυχή μου
έμεινε στον θάλαμο ενός μουντού νοσοκομείου
σε μια πρωτεύουσα αλλόφρονη
σ’ ένα κορμί που έλιωσε πριν πεθάνει.

Ω ανθρώπινο σώμα. Γιατί θα πρέπει να πονέσουμε τόσο πολύ
πεθαίνοντας μ’ ένα θάνατο που δεν διαλέξαμε...

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Σαντορίνη
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 21:20:42
Κούλα Αδαλόγλου, Σαντορίνη

[Ενότητα αρμοί. (1979-1981)]

Ήρθες μαυρισμένη από έναν άλλο ήλιο
με πάνω σου το αλάτι από μια θάλασσα όχι μακρινή
μα τόσο αλλιώτικη.
Εκεί που όλα έχουν το χρώμα της τέφρας
κι ανασαίνουν το προσωρινό μαζί με την αιωνιότητα.
Οι βράχοι κόκκινοι.
Κι οι πέτρες τραχιές
κάτω απ’ το πέλμα σου.
Ο ήλιος ζεστός, ανελέητος πάνω στο κορμί σου.
Παιδιά του νησιού με κοντά παντελόνια
φαρδιά γύρω από λιανά-μαυριδερά πόδια
χάσκουν μπροστά σε γυμνόστηθες αμφίβολης καλλονής
κρεμασμένα απ’ το το χέρι γριάς νησιώτισσας
με ξεδοντιασμένο χαμόγελο
και μαντίλα κατεβασμένη στο μέτωπο.
Κι ο δρόμος με τα εξακόσια σκαλοπάτια
με «υποζύγια» για ξένους και ντόπιους τουρίστες.
Με αγωγιάτες-υποζύγια να τσακώνονται
μπροστά σε ξένους που γελούν ηλίθια
και κοροϊδεύουν στις γλώσσες τους.
Οι θαλασσινές σπηλιές που σου εξάπταν τη φαντασία
τώρα γεμάτες σκουπίδια.
Η ομορφιά του τοπίου μια πληγή μέσα σου
κάτι τέτοιες στιγμές.
Ο τόπος αρρώστησε κι εγχείρηση δεν γίνεται –
μια πληγή μέσα σου.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Διάλογος (Α')
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 21:28:38
Κούλα Αδαλόγλου, Διάλογος

[Ενότητα αρμοί. (1979-1981)]

Α'

Πονάς. Πόσο πονάς.
Κι αυτή θα φεύγει.
Τα καλοκαίρια θα σεργιανάει την ομορφιά της
στα νησιά.
Όλη τη μέρα θα φοράει ήλιους και χαμόγελα.
Μόνο το βράδυ
την ώρα που χάνεται ο ήλιος
και φυσάει ένα αεράκι ήσυχο
όταν σηκώνεται η μυρωδιά της θάλασσας
και σκαλώνει στα πυρωμένα κορμιά
όταν σεργιανούν στην παραλία
πολύχρωμες φούστες, κολλητά τζιν
και μαυρισμένα ντεκολτέ
τότε θα χάνεται.
Θα γυρνάει στην κάμαρά σου
στη σκόνη της πόλης που σε πνίγει
στα όσα δεν χάρηκες
στα όσα της πρόσφερες και δεν τα πήρε.
Τότε θα βλέπει τα πρώτα φώτα
μέσα στη θάλασσα
και πνιχτά θα πλαταγίζει στα χείλη
τη γεύση του μάταιου.
Μη ρωτάς γιατί.
Δεν έχει γιατί. Είν’ η ζωή.
Η καρδιά σου είν’ όμορφη∙
άφησέ την να πει το τραγούδι της.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Διάλογος (Β')
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 21:34:44
Κούλα Αδαλόγλου, Διάλογος

[Ενότητα αρμοί. (1979-1981)]

Β'

Κι είπε: Πονάω
η καρδιά μου ματώνει σαν τριαντάφυλλο
το κορμί μου αδειάζει σαν καλάμι.
Πώς να μη ρωτώ
που ’μεινα με μια φούχτα ερωτηματικά
να στοιχειώνουν στα δάχτυλα
στα χείλη στο μυαλό μου.
Έφυγε εκεί που την καλούσε η φαντασία της.
Ρουφάει σταγόνα σταγόνα το μέλι του καλοκαιριού.
Κλείνει τα μάτια ηδονικά
κι ονειρεύεται το αύριο
σε τόνους λαμπερούς.
Κι εμένα –
με πνίγει η σκόνη της πόλης.
Οι ορίζοντες κλείσαν.
Οι θάλασσες στέρεψαν
δεν μπορώ να ταξιδέψω.
Μπερδεύω τα βήματά μου
τόσο ψηλός ανάμεσα σε ανθρώπους
τόσο σκυφτούς.
Τα λόγια μου ξαναγυρνούν
χωρίς αντίκρισμα
ανάμεσα σ’ ανθρώπους τόσο μικρούς.
Τα βράδια ξενυχτώ.
Συνάζω τα σύνεργα.
Πρέπει να φτιάξω έναν κόσμο στα μέτρα μου.
Πρέπει να φτιάξω έναν κόσμο για τα όνειρά της.

Από τη συλλογή Καταγραφές (1982)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Ερωτικό
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 21:58:51
Κούλα Αδαλόγλου, ερωτικό

[Ενότητα Ποιήματα από το 1982 ως το 1984]

Θα ξανασυναντηθούμε, αγάπη,
όταν δε θα μετράμε την αγάπη μας στα γραμμάρια του μπιμπερό.

Είναι που
ήσουν ανεμοστρόβιλος
κι ήμουν ένα αφημένο στάχυ.
Ήσουν θύελλα
κι ήμουν σιγανός μπάτης,
ήσουν καταιγίδα
κι ήμουν δειλή αστραπή.

Θα ξανασυναντηθούμε, αγάπη,
κι η κούραση θα σεργιανάει στον φλεβίτη του ποδιού μου.

Εκεί στην άκρη της θλίψης
είναι ένα λιβάδι παπαρούνες.
Είναι φριχτές οι παπαρούνες σαν τις κοιτάς κατάματα.
Φυλλορροείς.

Θα ξανασυναντηθούμε, αγάπη,
κι εσύ θ’ αναρωτιέσαι για την ερημιά μας,
κι εγώ θα ξέρω.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Ανταπόκριση
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 22:05:15
Κούλα Αδαλόγλου, ανταπόκριση

[Ενότητα Ποιήματα από το 1982 ως το 1984]

Φτάνει να γελάς
κι εγώ μπορεί να χορέψω
ένα τσιγγάνικο όλο πάθος
ή ένα θεότρελο μπάλο.
Μπορεί και να τολμήσω τον χορό της Σαλώμης.
Μετά τον τελευταίο πέπλο
η αγάπη μου ολόγυμνη θ’ αναδυθεί απ’ τους δρόμους,
θα μείνουν άναυδα τα κομπρεσέρ
φτυάρια μετέωρα.
Μια αύρα θ’ αγγίξει τον υπαίθριο πωλητή.
Κι η γριά που ζητιανεύει στα βρεγμένα σκαλοπάτια
θα πει: θάμα.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, για ένα απεριτίφ
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 22:08:25
Κούλα Αδαλόγλου, για ένα απεριτίφ

[Ενότητα Ποιήματα από το 1982 ως το 1984]

Οι ώρες μαζί σου
δεν έχουν τον βραχνά ενός δελτίου ειδήσεων.
Οι ώρες μαζί σου
είναι πολύχρωμο φουστάνι
καλοσιδερωμένο λινό τραπεζομάντιλο
απεριτίφ στη βεράντα.
Οι ώρες μαζί σου
έχουν την τρέλα του φετινού μακιγιάζ
τη νοστιμιά σπιτικής λιχουδιάς.
Σαν να κατέβηκε ο νους
να ποτίσει κάτι γουστόζικα λουλούδια,
μέχρι να σημάνουν ξυπνητήρια και σειρήνες
και να γυρίσει πάλι στις «συνηθισμένες του ασχολίες».

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Εν υπαίθρω
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 22:12:10
Κούλα Αδαλόγλου, εν υπαίθρω

[Ενότητα Ποιήματα από το 1982 ως το 1984]

Οι καιρικές συνθήκες
ήταν ιδανικές
για έναν περίπατο στην ακροθαλασσιά.
Και μπάτης
και φλοίσβος
και ψάθινες καρέκλες στο λαϊκό καφενείο.
Τι ήταν να σκύψει να τη φιλήσει
έτσι σε υπαίθριο χώρο;
Ο ήλιος ο προδότης
του αποκάλυψε φθαρμένα δομικά υλικά
και τι μαδέρια σπασμένα και δοκάρια ετοιμόρροπα,
ενώ τη σκέψη του ήρθε και κυρίεψε ολοκληρωτικά
ο Σεφέρης.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Γράμμα απ' τη Μυρτώ
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 22:17:56
Κούλα Αδαλόγλου, γράμμα απ’ τη Μυρτώ

[Ενότητα Ποιήματα από το 1982 ως το 1984]

Καλή μου φίλη,
τον τελευταίο καιρό κατέχομαι
από έντονο σύνδρομο κατακρημνίσεως.
Φταίει η κατεδάφιση του τελευταίου νεοκλασικού, του γωνιακού,
και ειδικά το ξερίζωμα της περγολιάς.
Οι εξελίξεις στον εξωτερικό χώρο.
Οι αλλεπάλληλες εκπλήξεις σε σύντομο χρόνο,
όταν τραβώντας το καπάκι της σοφίας τους
τους έβρισκα ανεγκέφαλους.
Κάτι εφιάλτες με κατολισθήσεις.
Κι ενώ είμαι στο τσαφ να με παρασύρει
η κατιούσα φορά
με κρατάει σαν κλωστή η φωνή του φίλου,
που έρχεται πότε σαν τον Θεόφιλο με φουστανέλα,
σαν τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου
ή σαν το κομμένο κεφάλι του Βελουχιώτη
προφέροντας:
«Για να δεχτούν τις φωνές απ’ το μέλλον
θα ωριμάσουν, ωριμάζουν οι καιροί.»

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, [Τώρα που θα φύγεις...]
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 22:23:18
Κούλα Αδαλόγλου, [Τώρα που θα φύγεις...]

[Ενότητα Στον Νίκο της ετήσιας μοναξιάς | Edinburgh 1985-1986]

Τώρα που θα φύγεις...
εξαρτάται πάντα
τι αφήνεις πίσω.
— Τότε που την είδα καθισμένη στα ράφια
ανάμεσα στις κινέζικες πορσελάνες
βεβαιώθηκα
πως το έγκλημα συντελέστηκε μεθοδικά.
Ακίνητη. Μέσα στα μάτια της
ένας χάρτης.
Σε μεγέθυνση μια πόλη.
Εδώ, στους δρόμους
χυμένα
τα μάτια της Ασίας.
Έλπισα στη στροφή
το γέλιο του Νίκου
χάθηκε κι αυτή η πιθανότητα
για μια ηλιόλουστη μέρα.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: [Δεν θέλω σήμερα fish and chips...]
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 22:27:55
Κούλα Αδαλόγλου: [Δεν θέλω σήμερα fish and chips...]

[Ενότητα Στον Νίκο της ετήσιας μοναξιάς | Edinburgh 1985-1986]

Δεν θέλω σήμερα fish and chips.
Θ’ αποτελειώσω κάτι υπολείμματα
νόστιμον ήμαρ.
Κατόπιν βέβαια
το μέλλον μου γίνεται αβέβαιο.
Όμως, κάπου θα βραδιάζει
με αστέρια
και κραυγές έρωτα.
Μόλο που χτες
το σαξόφωνο με
την αχυρένια φωνή και το περιλαίμιο
έπεσε ξέπνοο
– ο αέρας πηχτός –
ενθάδε.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: [Τώρα που τα πουλιά...]
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 22:30:32
Κούλα Αδαλόγλου: [Τώρα που τα πουλιά...]

[Ενότητα Στον Νίκο της ετήσιας μοναξιάς | Edinburgh 1985-1986]

Τώρα που τα πουλιά
κρύβουν κάτω απ’ τη φτερούγα τους
ένα μαχαίρι
να προσέχεις, Νίκο,
όταν οι σκέψεις σου πραγματοποιούν
την καθημερινή τους
πτήση.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: [Ποιες στατιστικές...]
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 22:34:58
Κούλα Αδαλόγλου: [Ποιες στατιστικές...]

[Ενότητα Στον Νίκο της ετήσιας μοναξιάς | Edinburgh 1985-1986]

Ποιες στατιστικές
μπορούν να προδιαγράψουν
την πληρότητα του μοναδικού ραφιού
ενώ απουσιάζει ο Σεφέρης∙
και η φωτογραφία του Νίκου απ’ το καλοκαίρι.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: [Όταν ένα φανάρι ανάβει πάντα...]
Post by: wings on 22 Jan, 2018, 22:40:22
Κούλα Αδαλόγλου: [Όταν ένα φανάρι ανάβει πάντα...]

[Ενότητα Στον Νίκο της ετήσιας μοναξιάς | Edinburgh 1985-1986]

Όταν ένα φανάρι ανάβει πάντα
στις τέσσερις
σημαίνει ότι
η ώρα τέσσερις είναι νευρασθενική∙
παίρνει ηρεμιστικά για τον ύπνο∙
κι επειδή είναι απαράδεκτο
ν’ αυτοκτονήσει με ρωσική
ρουλέτα
πίνει αγγλικό
τσάι
αγοράζει γάτες
φοράει ένα αποκριάτικο καπέλο
λατρεύει τον βαλσαμωμένο
γιαπωνέζο νοικάρη της
τραγουδάει άριες
και την άγρια νύχτα.

Αργούν ακόμη πολύ τα Χριστούγεννα, Νίκο.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Paralinguistic phenomena
Post by: wings on 23 Jan, 2018, 00:21:29
Κούλα Αδαλόγλου, paralinguistic phenomena

[Ενότητα Στον Νίκο της ετήσιας μοναξιάς | Edinburgh 1985-1986]

Στόχος η επικοινωνία.
Οπωσδήποτε. Αλλιώς πρέπει να μιλήσεις
στον Μεγαλέξαντρο αλλιώς στον Ψυχάρη
αλλιώς στη Μάγκι κι αλλιώς
στη Μάργκαρετ την καθαρίστρια.

Ωστόσο, εκφραζόταν
απόλυτα αποτελεσματικά
όταν με πετροβολούσε με
τα μικρά του παιχνίδια
εννιά ώρες Λονδίνο-Σκοτία.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: [Και να με...]
Post by: wings on 23 Jan, 2018, 00:26:03
Κούλα Αδαλόγλου: [Και να με...]

[Ενότητα Στον Νίκο της ετήσιας μοναξιάς | Edinburgh 1985-1986]

Και να με
να κόβω βόλτες
αγκαζέ με τον Κανάρη
στην Πρίνσες Στριτ.
Του παράγγειλα ορισμένα πυρπολικά
να τορπιλίσω την αλαζονεία τους.
Οι προθέσεις μου είναι
διαλυτικές
αναλυτικές
μεθοδικές
μετασχηματιστικές.
Συνεργέ,
δώσ’ μου το χέρι σου.
Πολλή μοναξιά
εδώ στο κράσπεδο.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Ενδιαφέρουσα περίπτωση επικοινωνίας
Post by: wings on 23 Jan, 2018, 00:29:32
Κούλα Αδαλόγλου, ενδιαφέρουσα περίπτωση επικοινωνίας

[Ενότητα Στον Νίκο της ετήσιας μοναξιάς | Edinburgh 1985-1986]

Μου ’φαγες ένα γερό κομμάτι σκέψης
τώρα γεννάς τις λέξεις μου∙
με τη σειρά τις απάγω
σιωπηλή
τις εναποθέτω στο ερμάρι μου
κάποια στιγμή τις ενσωματώνω κατάλληλα
στο καινούριο μου προσωπείο.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: [Αυτό το βιβλίο πήρε ανθρώπινη επιδερμίδα...]
Post by: wings on 23 Jan, 2018, 00:32:39
Κούλα Αδαλόγλου: [Αυτό το βιβλίο πήρε ανθρώπινη επιδερμίδα...]

[Ενότητα Στον Νίκο της ετήσιας μοναξιάς | Edinburgh 1985-1986]

Αυτό το βιβλίο πήρε ανθρώπινη επιδερμίδα
ζεστή και κάπως τραχιά
το αγγίζω
το σφίγγω μέσα στις παλάμες
ακουμπώ με τους αγκώνες πάνω του
δε ρίγησε ποτέ
ποτέ δε μου παρέδωσε
το νόημά του.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Το δωμάτιο
Post by: wings on 23 Jan, 2018, 00:39:45
Κούλα Αδαλόγλου, το δωμάτιο

[Ενότητα Στον Νίκο της ετήσιας μοναξιάς | Edinburgh 1985-1986]

Αυτό το δωμάτιο
έχει γερούς τοίχους
φτιαγμένους από ειδικό μονωτικό υλικό.
Όταν κάποιο βράδυ
ούρλιαξες τη φωνή του λύκου
κανένας δε σ’ άκουσε
η φωνή σου σε χτύπησε
μ’ όλη της την ένταση
συρρικνώθηκες.

*

Αυτό το δωμάτιο
είναι και δεν είναι∙
είναι χτες και αύριο
ποτέ σήμερα.
Συσσωρευμένη σκόνη
σκοτωμένα έντομα
παλίνδρομη κίνηση ανάμεσα στη μουσική
και στη στριγκλιά
στο χρώμα και στο μαύρο-άσπρο.
Σ’ αυτό το δωμάτιο
όταν επιθυμήσω λίγη τάξη
δένω ένα σκοινί
κι απλώνω μπουγάδα στο χιόνι.

*

Αυτό το δωμάτιο
έχει ένα ψεύτικο παράθυρο.
Βλέπεις πάντα το ίδιο τοπίο
μια άμορφη καφέ μάζα
διάτρητη κι αδιαπέραστη
όπως η αγωνία του φεγγαριού
που πεθαίνει από ασφυξία
στα λασπόνερα.

*

Αυτό το δωμάτιο
δεν έχει τοίχους
έχει σύννεφα
σ’ ένα συνεπές γκρίζο
χωρίς διακυμάνσεις.
Διάσπαρτες πάνω τους
μέρες σε σήψη.
Οχτώ μήνες πορεία
πάντα στο ίδιο σημείο.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: [Ήταν ερωτικό το βράδυ...]
Post by: wings on 23 Jan, 2018, 00:44:26
Κούλα Αδαλόγλου: [Ήταν ερωτικό το βράδυ...]

[Ενότητα Ποιήματα από το 1988 ως το 1991]

Ήταν ερωτικό το βράδυ.
Στην εθνική τα φώτα λιποθυμισμένα
τα χιλιόμετρα λαίμαργα.
Έπεφτε το σούρουπο
σάπιο
οι δρόμοι γεμάτοι βροχή
το καλοριφέρ έβγαζε έναν αέρα κρύο
η μουσική δεν έπαιζε∙

βιαστικά λαχανιασμένα
μου ξεκούμπωσε το πουκάμισο
η μουσούδα του χώθηκε στο στήθος μου
ζεστή ζεστή
ένιωσα να μου διαπερνά την ωμοπλάτη.

Τα χιλιόμετρα γίνηκαν κουρέλια.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: [Γιατί αυτό ξέρει όσα κανένας άλλος...]
Post by: wings on 23 Jan, 2018, 00:51:56
Κούλα Αδαλόγλου: [Γιατί αυτό ξέρει όσα κανένας άλλος...]

[Ενότητα Ποιήματα από το 1988 ως το 1991]

Γιατί αυτό ξέρει όσα κανένας άλλος
κοιμάται έναν εφιάλτη δύσκολο.
Τόσοι μελλοθάνατοι πάνε έρχονται,
επίγνωτοι ή ανεπίγνωτοι,
ο καθείς με τον χάρο του.
Έρημο το πρακτορείο, αφημένο εκεί κοιμάται
η υγρασία κάθεται στα τζάμια του
ξυπνά, δεν έχει τσίχλα να μασήσει
ένα αποτσίγαρο ξεχασμένο στη μασχάλη του.
Ω, το γνωρίζει πόσο πάλιωσε η ζωή του
κι η κούραση τόση κούραση
ποιος ξεκινάει πάλι τα μακρινά δρομολόγια –
ένα τέλος ήσυχο, ήσυχο, αχ,
θα γυρίζουν οι ώρες, αδιάφορο,
τα παράθυρα ανοιχτά, τα σίδερα να σκουριάζουν
κι ένα ροζ πουλί να τιτιβίζει στην οροφή του.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Αφετηρία Αγίας Σοφίας
Post by: wings on 23 Jan, 2018, 00:55:50
Κούλα Αδαλόγλου, αφετηρία Αγίας Σοφίας

[Ενότητα Ποιήματα από το 1988 ως το 1991]

Το κοινό σημείο ανάμεσα
στον αμάραντο
και στην πωλήτρια δίπλα στο τζάμι
είναι μια μοναξιά, συλλογίστηκε.
Έφερε τριάρες και σηκώθηκε.
Στη χούφτα του έσφιγγε δυο σκουλαρίκια
κοιτάζοντας τις θλιβερές ομπρέλες της πλατείας
κατάπιε εκείνο που έμοιαζε με αλλήθωρο μάτι.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Requiem
Post by: wings on 23 Jan, 2018, 01:04:41
Κούλα Αδαλόγλου, requiem

[Ενότητα Ποιήματα από το 1988 ως το 1991]

*
Ενώ περιμέναμε τον θάνατο
άνοιξε η πόρτα και μπήκε ένα πουλί∙
αντί για κελάηδημα
διπλώθηκε μ’ ένα σπασμό στο στομάχι.

*
Ενώ περιμέναμε τον θάνατο
άνοιξε η πόρτα και μπήκε μια κρεμάστρα
με το γαλάζιο σου κουστούμι
και με πολύχρωμες κορδέλες
για να στολίσουμε τις μέρες
που θα υποκρινόμαστε πως ζούμε.

*
Τις ημέρες που δε γελούσαμε
ήρθαν το Κουστοχώρι και το Ξερολίβαδο
ντυμένα λήθη.
Όμως εσύ δε γελιόσουν
τρύπωσες πονηρά μέσα στα μάτια μας
κι όλα πια έχουν τη δική σου όψη.

*
Τις ημέρες που γυρεύαμε παραμυθία
έβγαλαν δίσκο
και μας έφεραν ψιχία
τίποτε πιο αυθόρμητο.
Τότε κι εγώ
έκατσα κι ονειρεύτηκα
το δέντρο με τα μεγάλα
ώριμα
φιλιά.

*
Στην εκκλησία άναψε μονάχα ένας πολυέλαιος.
Η βυσσινιά γυναίκα
δεν ήθελε με κανέναν τρόπο να χάσει το χρώμα της.
Μοίρασαν το κορμί σου σε σπόρους∙
τα πουλιά δεν πλησίασαν.
Ήρθαν αντίθετα αγύρτες
φορτωμένοι σακιά και λαγήνια
ενώ το παιδί ζητούσε μάταια
παγωτό χωνάκι.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Ιστορία I
Post by: wings on 23 Jan, 2018, 01:15:08
Κούλα Αδαλόγλου: Ιστορία I

[Ενότητα Ποιήματα από το 1988 ως το 1991]

*

Τη μύγα τη συντηρήσαμε έναν ολόκληρο χειμώνα
από δωμάτιο σε δωμάτιο
από ζέστη σε ζέστη
την περιθάλψαμε.

*
Ήταν τότε που τα παιδιά
άνοιξαν πανιά και ξεκίνησαν.
Τις ημέρες τα έζωνε η σκόνη
τα βράδια τα παίδευε η διάρροια.
Ένα σούρουπο
βρήκαν το σιντριβάνι
που τίναζε ψηλά σπέρμα
έσκυψαν, νίφτηκαν.

*

Τότε παρατήρησαν την κοπέλα
που κάθε βράδυ τακτοποιούσε στη σειρά
τα στήθη της
ανήσυχη μην της βγει μονός ο αριθμός.
Ενώ ταυτόχρονα αντιλήφθηκαν
πως οι άνθρωποι γύρω τους περπατούσαν τόσο σκυφτοί
που ένας κωφάλαλος ένας ανάπηρος κι ένας νάνος
έβαζαν ανενόχλητοι καλαθιές στην μπασκέτα.

*

Τη νύχτα
καπνοί έβγαιναν απ’ τις σκηνές.
Τ’ άλογα κοιμούνταν ορθά μες σε γαλάζιους αχνούς
λυγίζοντας κάποτε το ένα τους πόδι.
Οι λύχνοι φώτιζαν θάνατο.
Τότε φάνηκαν οι κοινές γυναίκες.
Η μια απ’ αυτές γέλασε με χείλη χοντρά
δόντια συμπαγή
έβγαλε το κραγιόν και βαφόταν
τα χείλη της έπεσαν κομμάτια
πολύ εντυπωσιακό, είπαν όλοι.

*

Το άλλο πρωί
άρχισε άγρια η μάχη
χωρίς όπλα.
Όσοι είχαν επιζήσει
πέθαναν από ασφυξία.
Μόνον εκείνος
είχε έγκαιρα αποτραβηχτεί στο δάσος
σ’ εκείνη τη συστάδα
που κρεμόταν από μερικά κίτρινα φύλλα
λίγες κλωστές νερού
και την ουρά ενός σκίουρου.
Εκεί τη βρήκε της ξέσκισε το φουστάνι
εκείνη δεν αντιστάθηκε.

*

Το κοντάρι είχε τρυπήσει τον αριστερό του ώμο
βάδιζε κόντρα στο ρεύμα των αυτοκινήτων
οι κόρνες ούρλιαζαν, παραφρόνησαν.
Το αίμα του άφηνε στον δρόμο
μια κορδέλα κόκκινη πλαστική, μία παλάμη φάρδος.

«Το Ίλιον», είπε,
«πρέπει να πορθήσουμε το Ίλιον.
Ποιος θα με ακολουθήσει;»
Τότε ήταν που χτύπησαν οι σειρήνες.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Τοπίο
Post by: wings on 23 Jan, 2018, 01:21:50
Κούλα Αδαλόγλου, τοπίο

[Ενότητα Ποιήματα από το 1988 ως το 1991]

Τα μεγάλα χρώματα του ουρανού
γέννησαν ένα γαλακτερό έκκριμα.
Ο κρότος των κουπιών ακουγόταν υπόκωφος
πάνω στα όστρακα και τους αχινούς.
Ταυτόχρονα
έγινε η έκρηξη πορτοκαλιά στο μάτι του ψαριού.
Η γυναίκα ολόλυξε
κι έτρεξε τσίτσιδη να πέσει
στην αγκαλιά του δέντρου.

Ύστερα ήρθαν οι σκυφτές ώρες
που τα μάτια τους τρέχουν.
Τα παιδιά βεβαίως χάρηκαν πολυ
μιας και δεν ήταν πια ανάγκη να κατουρούν στο χώμα
για να φτιάξουν πύργους.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Ιστορία II
Post by: wings on 14 Oct, 2018, 14:52:26
Κούλα Αδαλόγλου: Ιστορία II

[Ενότητα Ποιήματα από το 1988 ως το 1991]

*

Με κράτησαν πιστάγκωνα
και μου ’δωσαν γροθιά στο σαγόνι
πλατεία Δικαστηρίων
μέρα μεσημέρι.
Τσαλάκωνα τον ένοχο ωσότου
ο κίτρινος φάκελος έλιωσε
κι οι ακτινογραφίες μού ξέσχισαν τα νύχια.
Ο Βενιζέλος κοιτούσε αδιάφορα.

*

Όλα τα ουράνια τόξα που είδα κολοβά.

*

Μια ριπή χώματα
μου διέρρηξε τον αριστερό βολβό.
Τα γόνατά μου κόπηκαν
παρ’ όλη την πρωινή άσκηση.
Η είσοδος μύριζε μούχλα
και καπνό πίπας.
Ο ιερωμένος απέναντι
έκλεισε βιαστικά την καγκελόπορτα.

*

Αίφνης τα τρακτέρ βγήκαν στον δρόμο
οι ερπύστριες όργωναν την άσφαλτο
αλλόφρονα μαμούδια, ευρήματα και κόκαλα
ζήτησαν καταφύγιο
στις παρακείμενες πικροδάφνες.

*

Μετά τα προσχήματα τραβήχτηκαν.
Η μπλούζα άσπρη απέστρεψε το πρόσωπό της.
Κι ο πόνος απόμεινε
ξεδιάντροπος και πρωτόγονος
να με βρίζει χυδαία
και να με πελεκάει με το τσεκούρι.

*

Σας παρακαλώ, κάντε μια χαλαρή διάγνωση.
Έτσι δε θα μου τροχάει η τσάντα τον ώμο
ούτε θ’ αναγκάζομαι να τρίβω τον ήλιο με την οδοντόβουρτσα
Μια χλιαρή διάγνωση, παρακαλώ.
Ένα άλλο κρύο σώμα
τόσο γρήγορα
δεν είναι ούτε για κατακόκκινες κωλοτούμπες.

*

Που σερβίρει ακαθόριστους πόνους
που μπερδεύει τα οπίσθια με την κοιλιά
ξημέρωσε μέρα τυφλή
μέσα απ’ τις τρύπες
της παιδικής μου πανοπλίας
σκίζει την κουρτίνα
και μου αρπάζει το ψάρι το καλό
η ώρα πήγε κιόλας εννιά
κι ούτε η κολόνια είναι εισαγωγής.

*

Η φετινή αποκριά
που μασκαρεύτηκε καθημερινότητα
όσο το πουλί έστυβε στάλα στάλα την ανάσα του
στην τζαμαρία της βιβλιοθήκης.

*

Ο θάνατος φουσκομάγουλος
με δυο σαν ελιές ευρήματα.

*

Εσύ δεν ξέρεις
τι βαρβαρότητα έχουν οι μικρές αυγές.
Εσύ κοιτάς μόνο
αν σερβίρεται γλυκό νεραντζάκι.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, adagio
Post by: wings on 14 Oct, 2018, 15:14:57
Κούλα Αδαλόγλου, adagio

[Ενότητα Ποιήματα από το 1988 ως το 1991]

Το ξέρω, βέβαια, πως δεν μπορώ να φύγω
σκάλωσες τα μαλλιά σου στην τσάντα μου∙
κάθε φορά που ένα τόπι χτυπάει στο πεζοδρόμιο
που ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια με κοιτάζουν απ’ τη βιτρίνα
που μια ρουά φόρμα διακρίνεται στο βάθος του δρόμου
τη νύχτα ενεδρεύω
μετρώντας και ξαναμετρώντας τα χρόνια σου
ανηλεώς δεκατρία.

Ούτε πιο πολύ
ούτε πιο λίγο, αλλιώς θα εστερείτο
τον γλυκασμό των γαλάζιων σταγόνων του.

Αν πιο πολύ, άλλωστε,
πώς θα γινόταν να σεργιανάει ακέφαλη
στις πλατωσιές της εφηβείας του.


Τα φώτα άναψαν νωρίς
ο ήλιος ήρθε αργότερα
κι όπως δεν τον χρειάζονταν
τον έβαλα στη γωνία, τιμωρημένο,
με το κεφάλι κάτω
— η ταπείνωση είναι σπουδαίο πράγμα
διατείνονταν με υπεροψία.


Πώς να αποβάλεις τον προσωπικό τόνο;
Για να αποβάλεις πρέπει να από
κι ύστερα τι να βάλεις
μέσα σ’ ένα χώρο τόσο προσωπικό;


Μη φτύνεις μπατιρόσπορους μη
σφύρα καλύτερα
να βγουν σφύρα φαντάσματα
κραδαίνοντας την επιθυμία την
διαπομπευμένη κι αιμόφυρτη
δεκατρείς φορές και δεκατρείς.


Δεκατρείς φορές και δεκατρείς
μούδιασα απ’ τα μάτια σου λιγώνοντας
τις πασχαλιές στον κήπο μου θυμούμενη
και κοινωνούσα των αχράντων μυστηρίων.

Δεκατρείς φορές και δεκατρείς
έσταζα κι έσταζα την ηδονή
τις αγαθές συγκυρίες μελετώντας
τις πορείες των δρόμων τέμνοντας.

Δεκατρείς φορές και δεκατρείς
σπάραξα και σπαράχτηκα
και τα σπαράγματά μου λοιδορούσα
τα μάτια μου στο σκότος έστρεψα.


Δεκατρείς φορές και δεκατρείς
άφρισα με το σίδερο στο στόμα
έψησα τα ψωμιά μου αλειψά
έγλειψα τις πληγές μου ανοιχτές.

Δεκατρείς φορές και δεκατρείς
ματαίωσα τον όρθρο
ματαιοπόνησα το μάταιο
ανασκολόπισα το μοιραίο.

Δεκατρείς φορές και δεκατρείς
ανάθεμα τη φρόνηση.


Η φρόνηση σαλπάρισε με φλόκο κι άλμπουρα
και φιλοκίνδυνη
σαλπάρισε
μην τρέχεις πίσω μου μην τρέχεις
οι έρευνες απέβησαν άκαρπες
κι οι νεκροί νεκροί στα νερά της Μάγχης.


Το ξέρω πως έρχεσαι πίσω,
από το τζάμι που κλαίει δαγκώνοντας το δαντελένιο του ρούχο,
από τα παρκόμετρα που ξεροσταλιάζουν στο κρύο.
Κομμώσεις «ο Στέφος» τρίτη πολυκατοικία δεξιά,
στέκεται, απλώνει να χτυπήσει το κουδούνι
και αναρωτιέται ποια είναι αυτή που την ξέρω,
τούτη τη διαδρομή έπρεπε να την κάνει πριν από έξι χρόνια
άργησε να θυμηθεί πως ξέχασε,
περνάει απέναντι
μηρυκάζοντας ένα στυφό γέλιο.

Κι όμως, το ξέρω πως έρχεσαι πίσω,
από τον λυγμό των εσωρούχων μου,
από τα μπλε του Σεπτέμβρη και τα γκρι του Απρίλη,
απ’ τη μικρή φτωχούλα επίγνωση
που κάθισε να πιει ένα ζεστό ρόφημα.

Από τη συλλογή Στο μεταίχμιο (1992)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Ιστορία III
Post by: wings on 01 Nov, 2018, 23:08:48
Κούλα Αδαλόγλου: Ιστορία III

Μετά, τα προσχήματα τραβήχτηκαν
(Ιστορία II (https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=304507.msg819421#msg819421), 1992)


Άκου πώς αρχίζει η μικρή σου μέρα
μ’ ένα φτερούγισμα περιστεριού.

Άκου πώς γελάει το σύννεφο
στο στενό σου παράθυρο.

Άκου τις μικρές βιολέτες
που φοιτούν στη δροσιά.

Άκου, άκου το εγερτήριον της λεωφόρου.

*

Άκου:
στάζουν χαμόγελα και αρνήσεις
σ’ ένα πιάτο μεταλλικό.

Άκου το σύρσιμο του ποδιού
στο μαραμένο σεντόνι.

Άκου το παράπονο του βήχα
στο γδαρμένο λαρύγγι.

Άκου, άκου
τον ψίθυρο της πεσμένης κουβέρτας.

*

Άκου πώς σαλεύουν οι ήχοι
σε εικόνες παλιές.

Άκου πώς ανοίγουν τα βλέφαρα
απ’ τον λήθαργο.

Άκου πώς σιμώνει η μυρωδιά της πληγής.

Άκου το χαλάζι στα μάγουλά μου.

*

Άκου το τρέμουλο της φωνής μου.

Άκου τον φλοίσβο των χειλιών μου στο μάγουλό σου.

Άκου το μειδίαμα του χεριού σου στη φούχτα μου.

Άκου, άκου
το κελάρυσμα των μαλλιών μου
στον σβησμένο σου κόρφο.

*

Άκου τη βρογχίτιδα της χρόνιας στέρησης

Άκου τη φωνή σου που κλείνει την πόρτα

Άκου την ηχώ της σιωπής σου

Άκου, άκου
την απουσία των χλωρών λέξεων

*

Άκου τον αέρα των ημερών μου.

Άκου τη δίψα στα σφιγμένα μου χείλη.

Άκου το ωρίμασμα της οδύνης μου.

Άκου, άκου
τη διέγερση στη λεπτή μου εσθήτα.

*

Άκου το πέταγμα των σκοτεινών πουλιών

άκου πώς δραπετεύουν οι άνοιξες

άκου πώς έρχονται οι πολύγωνες θλίψεις

άκου την άφιξη της αναχώρησης.

Από τη συλλογή Δύο ελεγείες και μία ωδή (1996)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Crescendo
Post by: wings on 01 Nov, 2018, 23:14:00
Κούλα Αδαλόγλου, Crescendo

Άκου το τραύλισμα
της καμπάνας
άκου
το ουρλιαχτό
της σειρήνας
άκου
την εκτόξευση
του πυρετού
άκου
τη διάτρηση
των αγγείων
άκου
το μούδιασμα
του φωτός
άκου
το στράγγισμα
των αισθήσεων
άκου
τον λόξιγκα
της σάλπιγγας
άκου το σκόνταμα
των τυμπάνων
άκου
το ξερίζωμα
της ρίζας
άκου
την τέλεση
του τέλους
άκου το εωθινόν
του πένθους.

Από τη συλλογή Δύο ελεγείες και μία ωδή (1996)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Decrescendo
Post by: wings on 01 Nov, 2018, 23:19:16
Κούλα Αδαλόγλου, Decrescendo

Άκου
την απόγνωση της άδειας καρέκλας άκου την
απόγνωση
άκου
την οιμωγή της σφραγισμένης πέτρας άκου την οιμωγή
άκου
το αίνιγμα των λειψών ημερών άκου το αίνιγμα
άκου
το σπάραγμα της ακέραιας χαράς άκου το
σπάραγμα
άκου
το κενό στο στόμα που λέει Ο
χωρίς να λέει...

Από τη συλλογή Δύο ελεγείες και μία ωδή (1996)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Επιμύθιο
Post by: wings on 01 Nov, 2018, 23:52:28
Κούλα Αδαλόγλου, Επιμύθιο

Η Νέμεση θα ’ρθει με το λιοπύρι
έλεγα τριάντα χρόνια πριν∙
λιοπύρια και λιοπύρια
καλώ, καλώ κι ούτε καλώς την.
Πρέπει να φύγω από εκείνο το σπίτι.
Ο νόστος λυγρός
κι ο ήχος ανανταπόδοτος.
Κι ούτε τα ίχνη απ’ τα μικρά της πόδια
στα βρεγμένα πλακάκια.
Ήταν άλλοτε που
που τα μάτια του φτερούγιζαν
έπαιρναν μαζί τους τα μικρά παιδιά
και άλλα λίγο μεγαλύτερα,
ακόμα και κάποιους γέρους με καρδιά.
Ξεδίπλωναν τις σημαίες τους
και κινούσαν για το χρυσόμαλλο δέρας
πάντα ονειροβατώντας.
Πρέπει να φύγω από εκείνο το σπίτι.
Έτσι κι αλλιώς
είτε με την υγρή είτε με την αέριο χρωματογραφία
ή έστω πεζοπορώντας
δεν ημπορώ να μεταβάλω την εξέλιξη.
Χαίνουν οι τρύπες στις σημαίες
αποκαλύπτοντας
λαρύγγια όνειρα καρδιές
σφαγιασθέντα.

Κι ούτε να εκστασιαστώ ούτε να εξαγνίσω
δύναμαι.

Από τη συλλογή Δύο ελεγείες και μία ωδή (1996)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Διαμελισμένη έστω υπάρχω
Post by: wings on 02 Nov, 2018, 00:22:23
Κούλα Αδαλόγλου, Διαμελισμένη έστω υπάρχω

Εγώ δε γελώ.
Είμαι μια λήκυθος
στρέφω τα μάτια μου το έξω μέσα
η αφή μου σε καραντίνα.
Μια λήκυθος είμαι –
σχεδόν εύθραυστη.
Και δε γελώ.

Προχθές έσπασε τον πιο παλιό της κουμπαρά,
έναν κλόουν που γελούσε, το γέλιο του έγινε
απέραντο, ένας σαρκασμός, ένα ρήγμα φριχτό
στα σπίτια,
στους δρόμους, στη γη,
να κόβει
τις γέφυρες,
να σπάζει
τις λέξεις
– κι όμως αυτή μόνο να πάρει ήθελε
το πρώτο χαρτζιλίκι της, που ’χε φυλάξει.


Μια λήκυθος είμαι.
Στην πρώτη καταστροφή
δεν πρόλαβα
να φύγω στη δεύτερη
δεν ήθελα.
Έρεβος∙
άνθρωποι τρελοί
οβίδες θραύσματα
πανηγύρι σφαγής
και τα καράβια υπερπλήρη
χωρίς Σαλαμίνα.

Εδώ που μ’ έστησαν,
στον τελευταίο πύργο δεξιά,
κάθε πρωί «κυρά», της γνέφω,
πού να σταθεί
στο πλάι συρρικνώνεται
οι βόστρυχοί της και το περιδέραιο
σε μια προθήκη.

*

Ο τόπος κατηφορικός πολύ,
δε σταματούν τα χιόνια κι οι βροχές
φεύγουνε πέτρες, κεραμίδια
μηνύματα αναπάντητα
λέξεις ακυρωμένες
και οι κάρες και το αίμα.

Καλέ μου Πλήθωνα, κι εσύ απόψε δε μ’ ακούς;

*

Ο έρωτας είμαι∙
ανέστιος πένητας και πλάνης
εκλιπαρώ μια κούπα μέλανα ζωμό
ονειρεύομαι μιαν ήσυχη άκρα
δε συνορεύω
χαίρομαι μιαν οριστική σε στύση.

Οι ανεμώνες φτάνουν καλές ως εδώ,
απλώνεται ένα ήσυχο πράσινο.

Ο έρωτας είμαι∙
χρόνια με μια μαούνα
γυρεύω να περάσω απέναντι
μα ο καιρός κακός
κι οι σπηλιές βγάζουν ήχο υπόκωφο∙
τη νύχτα οι μορφές ζωντανεύουν
και ροκανίζουν τον βράχο,
η αποκάλυψη θ’ αργήσει;

Ο έρωτας είμαι,
χέρι ρακοσυλλέκτη
ανασκαλεύω ανελέητους σωρούς:
υπερσυντέλικοι και παρατατικοί
κι ούτε ένας μέλλων.
Τόσο δωρικοί οι καιροί.

Ο τόπος είναι αιωνόβιος∙
μαργαρίτες αμέτρητες και σκίνα κίτρινα...
... κι ένα καφέ λιωμένο, όπως εκείνο του παλιού
αίματος –
που ήταν που βούλιαζα σ’ ένα τέτοιο καφέ
κι οι άνθρωποι γυρνούσαν
την πλάτη τους στην Άνοιξη και δοκίμαζαν τις νέες εκρήξεις,
πού βούλιαζα-βούλιαζαν, παιδιά, με το απλωμένο σας
νεκρό χεράκι.


*

Μια λήκυθος είμαι∙
χρόνια μοιρολογούσα.
Όμως το μοιρολόι λέει
αλλά δεν κάνει
ούτε ξεκάνει
περασμένα και μελλούμενα.

Ο οδηγός φρενάρισε, το λεωφορείο σταμάτησε
απότομα.
Κι έπεσε η γριά ένα κουβάρι, ένα κουβαράκι έγινε
στα σκαλιά του λεωφορείου,
μια γριά με κότσο στρογγυλό,
πατητό, μου θύμισε τη θεία μου Κυριακή,
λίγες ελάχιστες πια
γριές με τέτοιο κότσο, κι έτρεμε το κεφάλι της πέρα δώθε,
ένα κουβάρι έγινε στα σκαλιά...


*

Ο έρωτας είμαι.
Φοβούμαι τα όνειρα
δε με ταξιδεύουν. Με προσγειώνουν.
Κλείνω τα μάτια μου. Φορώ προσωπείο.
Κρατώ μια ασπίδα
ο ρίψασπις
να αμύνομαι, που παραδίνομαι.

*

Μια λήκυθος είμαι
διαρκώς και πιο εύθραυστη∙
σου μιλώ πάλι

μετά πέντε αιώνες,
τι απόμεινε;
Μια τεράστια οπή
να καταπίνει ψυχές, τα άωρα μέλη,
τα δροσερά μάτια,
στην επιφάνεια
κόκκινες φυσαλίδες,
στρέφω τα μάτια μου το έξω μέσα
πώς να την αντέξω
μια ιστορία οστών.

*

Ο έρωτας είμαι,
όμορος πριν και τώρα διασπασμένος,
βγαίνω απ’ τα όρια
ανατρέπω τις συμφωνίες
χειροκροτώ τη σύγκλιση των σωμάτων

καταδύομαι και αναδύομαι, δεμένος στο μήλο
του Αδάμ,
κορίτσια ταΐζουνε τα περιστέρια, γεννιούνται τα
νέα μικρά ψάρια, σκαλώνω στο ανοιγμένο φτερό
του κύκνου,
διαβαίνω και βαίνω, ακροβατώ στις ξύλινες εξέδρες,
στις ισχνές λεύκες της όχθης, στα διερχόμενα νέφη,
πυροδοτώ τα υγρά μάτια των φαντάρων
τις βυζαντινές μορφές, τους νυχτερινούς
σερβιτόρους.


*

Μια λήκυθος είμαι
υπερπλήρης μετά
το τελευταίο δάκρυ της θείας Ειρήνης.
Βαραίνω
θα σκορπίσω σε κομμάτια
φοβούμαι.

Καλέ μου Πλήθωνα, νομίζω πως εσύ απόψε
μ’ ακούς.

*

Ο έρωτας είμαι∙
ενσαρκωμένος μένω,
προγραμμένος συχνά
και επικηρυγμένος προσφάτως,
υπάρχω
–ερείπια ερημία σιωπή–
ζωοδότης στις βουβές μήτρες,
ανεξίθρησκος, ο τελευταίος διεθνιστής,
ετοιμάζονται οι νέες εκρήξεις,
τριχοτομημένος ή διαμελισμένος έστω
υπάρχω – ο έρωτας είμαι...

Από τη συλλογή Δύο ελεγείες και μία ωδή (1996)
Title: Κούλα Αδαλόγλου, Η αναμενόμενη λέξη
Post by: wings on 02 Nov, 2018, 00:39:55
Κούλα Αδαλόγλου, Η αναμενόμενη λέξη

"Fond names we rarely speak out loud"
Alan Davies


Μην παίζεις με τη φωνή σου
αργά να πέφτουν οι συλλαβές
– η κλεψύδρα σε κλέβει.
Και πού είναι η λέξη
που λέει μαζί το μπλε και το πράσινο;
Ποια είναι η λέξη
που ανακατώνει τη ζωή και τον θάνατο,
που ενώνει την αρχή και το τέλος;
Πού είναι η άλλη λέξη
που ανέμεινα πέρα από την υπομονή;
Πού είναι η άλλη λέξη;

*

Είναι αργή η λέξη η αναμενόμενη
αισχυντηλή διστακτική και σώφρων
δε σκάζει μύτη δύο χρόνια για παράδειγμα
κι ύστερα ξαφνικά σού ξεπροβάλλει στη γωνιά
φθόγγο τον φθόγγο, συλλαβή τη συλλαβή
παίρνει υπόσταση και ξεθαρρεύει
αρθρώνεται, επαναλαμβάνεται και σχάται
ανακυβίζεται πάλι και πάλι και σμιλεύεται
πότε επιμηκύνεται, συσπειρώνεται άλλοτε
ηδονική εισχωρεί στο σώμα σου λυσιμελής.

Είναι αμφίσημη η λέξη η αναμενόμενη
κρυψίνους ασαφής και σκεπτικίστρια
αναχωρεί μεταναστεύει και αλλοτριώνεται
έρχεται πάλι –ευκαιριακά και ινκόγκνιτο–
εύκαμπτη ευμετάβλητη και εύστροφη
λυσιτελής, αν και κατά περίσταση ανωφελής.

Είναι παράνομη η λέξη η αναμενόμενη∙
υποκρύπτει βομβιστικές ενέργειες
κάποτε δικαιολογεί ακρωτηριασμένα μέλη
δυναμιτίζει τις επιδημίες πείνας
αποτρέπει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις
αντιστέκεται στις διολισθήσεις συνόρων
αναμοχλεύει τις εσβεσμένες επαναστάσεις

*

ασυγκράτητη


βάδιζε κόντρα στο ρεύμα των αυτοκινήτων
–στη μέση του δρόμου–
κοντά να φανερωθεί∙ ένας χείμαρρος φώτα την έλουσε
μια ομοβροντία από κόρνες, η αναμενόμενη λέξη κονιορτός,
ψήγματα από έννοιες σπαράγματα αγκωνάρια
σκέψης
αμετουσίωτα∙
τότε ακούστηκε ο ήχος του όμποε κι ένας χορός από πουλιά
μελωδικά, η πλάση αφουγκράστηκε:

*

Πρόβαλε ιερή και αθάνατη
νεκρή και αναστημένη
εγκυμονούσα το πλήθος των νοημάτων της
μύριες λέξεις νεόκοπες έτεκε,
άλλες πιο ζωηρές παιχνίδιζαν
και άλλες σοβαρές στεκόντουσαν.
Ιερή και αθάνατη
νεκρή κι αναστημένη
αιώνια πλάστρα αυτόνομη κι αυτάρκης –
σιβυλλική.

Ε σεις, ατζέντηδες της επικοινωνίας,
άδικα ορίζετε∙
οι ορισμοί ακυρώθηκαν
με την κατηγορία του ελλιπούς.



— Και με καιρό
πάλιν Αναμενόμενη.

Από τη συλλογή Δύο ελεγείες και μία ωδή (1996)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση πρώτη [Κανένα χνάρι...]
Post by: wings on 16 Dec, 2018, 18:39:31
Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση πρώτη [Κανένα χνάρι...]

[Ενότητα Αφήγηση πρώτη]

Κανένα χνάρι
πώς να σ’ αγγίξω
λέξη μαγική
που θα σαρκώσεις το μέλλον του παρελθόντος;

Και η μεταρρύθμιση
τραπεζική κατάθεση με εξευτελιστικό επιτόκιο;

Από τη συλλογή Μαθητεία στην αναμονή (2001)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση πρώτη (I)
Post by: wings on 16 Dec, 2018, 18:50:25
Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση πρώτη (I)

[Ενότητα Αφήγηση πρώτη]

I

Έπεσα κάτω κι έκλεισα τα μάτια.
Είπα θα κάνω
πως δεν καταλαβαίνω.
Ας γίνουν όλα
ερήμην μου.

Τηλέφωνα χτυπούσαν άνθρωποι περνούσαν
σκουντουφλούσαν πάνω μου με άγγιζαν με κλοτσούσαν
με χάιδευαν με τρυπούσαν
με λεηλάτησαν.

Ξύπνησα σ’ έναν πύργο
φυλακισμένη
ένα παράθυρο στην κορυφή μονάχα
έριξα τα μαλλιά μου
όμως του κάκου
κανείς δεν επιάστη ν’ ανεβεί,
να με γλιτώσει.

Τότε είδα να περνάει η πομπή.
Στην αρχή πολύχρωμη.
Τρεις μπάντες όργανα και οι προεξάρχοντες.
Ύστερα κάτι κουρελήδες
να σέρνονται στα γόνατα μ’ ένα σταυρό στην πλάτη.
Γέμισε ο τόπος μυρωδιά ιδρώτα
κι ο δρόμος σκούρα ίχνη.

Όταν ξαφνικά
είδα παράμερα τον δάσκαλο,
λίγο σκυφτός και αδυνατισμένος μου φάνηκε.
Πατούσε ελαφρά πάνω στα φύλλα
και κάτι έψαξε να πάρει απ’ τη μεγάλη τσάντα.
Και μεμιάς σκόρπισαν τριγύρω φθόγγοι.
Άλλοι βαριοί πάτησαν στη γη
κι άλλοι αναρριχητικοί πετάξανε κλαδιά και ψήλωσαν.
Ξέκρινα τότε σκουριασμένο
το κλειδί στην τσάντα.
Έδωσα μια, πιάστηκα από τ’ αναρριχώμενα φωνήματα
κι εκείνα μ’ απιθώσαν καταγής.
Πάμε, του είπα. Καιρός να ξεκλειδώσεις το σχολείο.
Με κοίταξε στοχαστικά και, ναι
είναι καιρός, χαμογέλασε.
Γρήγορα, πριν πάρουνε χαμπάρι πως τους ξέφυγα, είπα.
Να βιαστούμε.

Από τη συλλογή Μαθητεία στην αναμονή (2001)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση πρώτη (II)
Post by: wings on 16 Dec, 2018, 22:32:44
Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση πρώτη (II)

[Ενότητα Αφήγηση πρώτη]

II

Κι ήταν τότε που ήρθαν τα παιδιά.
Πολλά παιδιά, όλο ζωή και υγεία.
Έπαιζαν με τους φθόγγους κι εκείνοι, υπομονετικοί,
έγιναν έλκηθρα,
έγιναν μπάλες, μπαλόνια, αερόστατα.
Μαζεύτηκε το πλήθος και κοιτούσε,
κάπου κάπου ένας φθόγγος καθότανε πάνω στον ώμο,
στο χέρι ή στο κεφάλι τους,
τον κοίταζαν αυτοί προσεχτικά
και καταλάβαιναν.
Οι προεξάρχοντες ενοχλημένοι διέλυσαν την πομπή.
Ήταν η στιγμή
που η παλιά κλειδαριά
δέχτηκε μέσα της και πάλι το κλειδί
κι απάντησε στο γύρισμά του
με το χαρμόσυνο τρίξιμο
της δικαιωμένης προσμονής.

Μπήκαμε στη μεγάλη αυλή.
Ο ήλιος χάιδευε ένα καλό χορτάρι.
Χαλάσματα γύρω.
Πόση δουλειά,
να στήσουμε τις αίθουσες
να πλύνουμε τον χρόνο
να εξευμενίσουμε την αυστηρή βιβλιοθήκη.
Κι όπως ήρθανε αμέσως τα παιδιά
δεν είχαμε πού να τα βάλουμε.
Κάθισαν κάτω κι ήτανε χαρούμενα.

Ο Γιάννης από τον Βορρά

Μόνον ο Γιάννης κάθισε σε μια σκιά.
Κι ήρθε η βροχή –απελπισία–
πώς να σε προφυλάξουν τα χαλάσματα.
Μόνον ο Γιάννης χόρευε μες στη βροχή.
Μ’ αρέσει η βροχή, μονολογούσε,
είναι σαν την άλλη πατρίδα
έβρεχε εκεί
στον ήλιο βγάζω εξανθήματα,
είχαμε στην αυλή έναν μεγάλο φοίνικα,
χωνόμουν όταν έβρεχε,
έβγαλα μια φωτογραφία, καρναβάλι,
κι έβρεχε
τρέχανε οι μπογιές στο πρόσωπό μου
κόκκινα ρυάκια στα μάγουλά μου
κόκκινα ρυάκια
από εκεί ως εδώ
μακρύς ο δρόμος
κάτω απ’ τον ήλιο
κόκκινα ρυάκια γύρω απ’ τον φοίνικα
μην κλαις, πουλί μ’.

Το τραγούδι της Αννέζας

Λείπει και σήμερα η Αννέζα. Κάθεται μόνη.
Μάκρυναν τα μαλλιά της, χάλκινα και φουντωτά,
και τα μάτια της παράξενα μεγάλα.
Δε γράφει η Αννέζα, ποτέ δε γράφει,
μιλάει λίγο
αγαπάει ένα λευκό φουστάνι με δαντέλα στο μπούστο
της μίκρυνε,
τη σφίγγει στο στήθος,
τ’ αγόρια σχολιάζουν,
όμως αυτή δε νοιάζεται
και λείπει.
Έρχεται αργά,
όταν ο ήλιος έχει ανέβει,
γρατσουνισμένη κι αλλοπαρμένη,
ξέρουμε πως ήταν στα νερά
τσαλαβουτάει σε
καταποντισμένα
–αλλόγλωσσα; αλλόφυλα;– όνειρα.

Η Αννέζα αγαπάει ένα άσπρο φόρεμα
και την Οδύσσεια ζ,
εκεί που χύνεται ο ποταμός στη θάλασσα.
Γράψ’ το, της λέμε, το τραγούδι σου.
Πώς να το γράψω; Χάνονται τα λόγια.
Μόνο θα σας το τραγουδήσω.

Τραγουδάει η Αννέζα:

Το νερό καλό κι οι πέτρες γλυκές
τα χορτάρια βοτάνια
που γιατρεύουν πληγές.
Μη φοβάσαι, Οδυσσέα.

Με το άσπρο μου φτωχό φουστάνι,
δεν έχω πλούτη,
ξέρω τραγούδια,
έλα στα νερά μου, Οδυσσέα.

Πεταλούδα λευκή ή γλάρος
άσπρο μαντίλι ή βαρκούλα
απαλό αεράκι ή ευχή,
μαζί σου θα ’ρθω, Οδυσσέα.

Δεν έχω όνειρα
δεν έχεις συντρόφους
σ’ ακολουθώ,
έλα και πάρε με στη θάλασσα,
Οδυσσέα.


Από τη συλλογή Μαθητεία στην αναμονή (2001)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση πρώτη (III)
Post by: wings on 16 Dec, 2018, 22:45:25
Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση πρώτη (III)

[Ενότητα Αφήγηση πρώτη]

III

Ένα πρωί φάνηκε ο ποιητής.
Σκοτεινός,
με τη σαφή ειρωνεία στις άκρες των χειλιών.
Έφερε στις καρδιές μας ένα φθινόπωρο
ούτε λιγότερο ούτε περισσότερο
ένα φθινόπωρο χωρίς προσδοκίες.
Ώσπου μια μέρα
ήρθε μ’ ένα χειμώνα στα μάτια του
πρώτη φορά.
Ο Οδυσσέας, ψέλλισε,
βάλτωσε στα νερά μας ο Οδυσσέας.

Συνέρρευσαν πλήθη∙ κάμερες, ρεπόρτερ, φωνές.
Ο Οδυσσέας με τ’ αποτυπώματα του χρόνου και τ’ αλατιού
βραχώδης, απολιθωμένος, γιγάντιος,
τα άκρα του εκτείνονταν στα έγκατα του βυθού.
Κάθε προσπάθεια να ανελκυστεί
θύελλες καταιγίδες σεισμοί και
παλιρροϊκά κύματα.
Αφήστε με, είπε στο τέλος,
με φανερή ρωγμή στη δεξιά του ωμοπλάτη.
Τον άκουσαν.
Μόνος και πάλι. Ρημαγμένος.
Αυτός και η θάλασσα...
Όταν ξημέρωσε, κανείς δεν ήταν πια εκεί.
Γαλανή γαλήνια θάλασσα τρεμόπαιζε στο φως.
Τράβηξε ο Οδυσσέας
ποιος ξέρει για ποιες γενιές.

Ωστόσο,
ένα άσπρο πανί κυμάτιζε στην επιφάνεια,
ένα μικρό
λευκό
κοριτσίστικο φόρεμα.

Το κατοπινό τραγούδι της Αννέζας

Τούτο το τραγούδι ξέρω και το γράφω.

Τον Οδυσσέα πια δεν απαντέχω,
τον ξεπροβόδισα.
Όταν μία φορά ξενιτευτείς
πάει, ξενιτεύτηκες.
Τι ωφελεί να τριγυρνάς
από λιμάνι σε λιμάνι;
Κοιτάζεις τα νέα νερά
και βλέπεις τα παλιά.
Μέσα στους νέους ήχους
ματίζεις τους παλιούς
μέσα στο φρέσκο γέλιο
πλένεις τους λυγμούς.

Τούτη η τάξη η Ιθάκη μου.
Φθόγγοι και γράμματα γεφύρια
από τον άλλο τόπο μου σ’ αυτόν τον τόπο μου.

Τα μάτια ίδια είναι, νέα και παλιά,
αν βλεμματίζουν την καρδιά.

Από τη συλλογή Μαθητεία στην αναμονή (2001)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση πρώτη (Επίλογος)
Post by: wings on 16 Dec, 2018, 22:52:22
Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση πρώτη (Επίλογος)

[Ενότητα Αφήγηση πρώτη]

Επίλογος

Εδώ και καιρό
σπρώχνουμε το χαμόγελο σε γέλιο.

Έλα, νύχτα,
φέρε τη μυρωδιά από σέλινο και γιασεμί
στο ανοιχτό μου παράθυρο.
Τώρα που κόπασε στο ρέμα
ο χορός της πεταλούδας
και τα νερά ακινητούν
να δει το πρόσωπό του το φεγγάρι.

Απόψε, έστω για μια φορά,
δε θα μιλήσω για οδούς αδιέξοδες
και για κλειστά λιμάνια.
Θα πω κάτι γλυκό,
σαν το νανούρισμα ή σαν ευχή –
ξέρει η μάνα, ο δάσκαλος κι ο ποιητής,
όταν βαραίνουνε πολύ τα σύννεφα –

έλα, λοιπόν, νύχτα,
φέρε ένα όνειρο λιβάδι παπαρούνες
στων παιδιών τα βλέφαρα.
Έτσι κι αλλιώς το ρέμα συντηρεί τη βλάστηση.
Έτσι κι αλλιώς ένα κλειδί
ταιριάζει στη πόρτα του σωστού χρόνου,
ελπίζω.

Θεσσαλονίκη, Κέρκυρα, Πλαγιάρι
1993-1996


Από τη συλλογή Μαθητεία στην αναμονή (2001)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση δεύτερη [Ας καθαρίσει η οθόνη...]
Post by: wings on 16 Dec, 2018, 22:59:02
Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση δεύτερη [Ας καθαρίσει η οθόνη...]

[Ενότητα Αφήγηση δεύτερη]

Ας καθαρίσει η οθόνη
τρέχουν τα γράμματα το κείμενο
–τι θες να παρεμβάλεις;–
να καθαρίσουν οι φθόγγοι
αυθύπαρκτοι
όχι έτσι
μια στήλη
–τι τεμαχίζεις, τι εξαρθρώνεις;–
παράγραφοι
διακεκομμένες γραμμές
η ζωή σε παραγράφους
οι μέρες σε στήλες
μην κλείνεις, προσοχή, σώσε με save,
–χάνομαι, χάθηκα
σε βάραθρο ηλεκτρονικό–

Από τη συλλογή Μαθητεία στην αναμονή (2001)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση δεύτερη (I)
Post by: wings on 16 Dec, 2018, 23:13:01
Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση δεύτερη (I)

[Ενότητα Αφήγηση δεύτερη]

I

Ζέστη.
Βαριά που μυρίζει η ρίγανη.
Ζέστη,
λιποθυμάει η πεταλούδα της νύχτας.
Με λησμονήσαν εδώ απρόσεχτα οι φίλοι.
Άγριος ο χώρος.
Τρέμουν οι πύλες του νεκρομαντείου.
Βουνά τα χώματα.
Μόνη, με μια καταπακτή μπροστά μου θεοσκότεινη.
Αφήνω το σκοτάδι να με καταπιεί.

Βρέθηκα
σε μιαν άκρη εξαιρετική,
αιχμή
που από τη μια κοιτάει το Ρουμλούκι
κι από την άλλη κατρακυλά
νησιά
Σμύρνη
Ισπάρτα Αττάλεια
Μπουρντούρι ή Πολύδωρο.

Στον κάμπο καταχνιά.
Καταχνιά κι εκεί
που κάτι βουνά λίγα και στεγνά σκιάζουνε ανθρώπους
με σκαμμένο πρόσωπο
σκαμμένη η θάλασσα
φεύγουνε τα καράβια

κύματα κύματα η φωνή μου
και πού να φτάσει
ένα βινύλιο η ψυχή μου
τρέμω μη σπάσει.

Φθόγγοι ιωνικοί αιολικοί δωρικοί
φθαρμένοι τσακισμένοι τουρκόφωνοι
φυλαγμένοι στο πιο κρυφό μπογαλάκι της ψυχής
φορτωμένοι σε καΐκια
κατατρεγμένοι
σκορπισμένοι σε νησιά
ριζωμένοι σ’ έναν κάμπο.
Φθόγγοι ασαφείς, αβέβαιοι, ασταθείς.
Αιχμηροί, να αγκυλώνουν τη γλώσσα και τα χείλη.
Δασιοί, ουρανικοί,
να υφαίνουν την ανθεκτική θλίψη.
Ημίφωνοι, υγροί, στρογγυλεμένοι,
να αρθρώνουν την αγάπη της ελπίδας.

Φεύγουνε τα καράβια,
οι άνθρωποι φωτογραφίες
σε συρτάρια σε αρχεία εφημερίδων.

Γερνάει ο κάμπος.
Κουράστηκε της γης η φλούδα
το νερό ζαλίστηκε.

Γερνάει ο κάμπος
σπάζει σε κομμάτια
κινούμενη λάσπη.

Εκεί πέρασε κάποτε ο καπεταν-Νικηφόρος,
άλλοτε προελαύνοντας
και άλλοτε λεβέντικα πεζός.
Έμεινε κάμποσο καιρό μαζί τους.
Έμαθαν να κοιτάζουνε τον ήλιο
να φυτεύουνε όνειρα
να σπουδάζουν οράματα.
Κάποια στιγμή αναλήφθηκε περίεργα,
είπανε μερικοί τον πήρε ο Αρχάγγελος.
Περνούσαν χρόνοι άγονοι.
Οι άνθρωποι σάστισαν,
γιατί είδανε το άσπρο μαύρο
κι ό,τι γνωρίζαν για καλό να γίνεται όνειδος.
Έτσι, μια μέρα
συνάχτηκαν και κάναν δέηση.
Γύρισε, Νικηφόρε, φώναζαν,
και ύψωναν χέρια σκοτεινά.

Από τη συλλογή Μαθητεία στην αναμονή (2001)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση δεύτερη (II)
Post by: wings on 16 Dec, 2018, 23:23:09
Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση δεύτερη (II)

[Ενότητα Αφήγηση δεύτερη]

II

Την ορισμένη νύχτα
ένιωσα φως και ζέστα ξαφνική.
Είχε έρθει.
Αινείτε αυτόν με τη χλωρασιά του κισσού
αινείτε αυτόν με πανηγύρι ζουμπουλιών
αινείτε αυτόν με έκρηξη πασχαλιάς
αινείτε αυτόν
φθόγγοι ιωνικοί αιολικοί δωρικοί


Είχε έρθει.
Σκιές στους τοίχους γιγάντιες.
Έφερνε μαζί του Έλληνες κατατρεγμένους,
Τούρκους άθλιους,
πρόσφυγες πολλούς –
Αρμένιους, Κούρδους, Αλβανούς και Βόσνιους
Σέρβους και Κοσοβάρους.
Η φωνή του γέμισε τον χώρο.
Άρπαξα τον τοίχο, γδάρθηκα.
«Τι γίνεται, καπετάνιο;
Μ’ εγκαθιστάς στην κόψη της ζωής και του θανάτου.
Θέλω το βλέμμα σου, δεν έχουν μάτια οι σκιές.»
Γέλασε ζεστά, «Δεν είσαι εσύ γι’ αυτή τη μάζωξη.
Θα βρεις το βλέμμα μου στα μάτια του ποιητή.
Ανασκάλεψε την αγάπη.»
Πώς να ανασκαλέψω την αγάπη;
Εσώστρεψα τα μάτια μου ως την ψυχή,
ενώ κυμαινόμουν από την ηδονή
ως την οδύνη.

Από τη συλλογή Μαθητεία στην αναμονή (2001)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση δεύτερη (III)
Post by: wings on 16 Dec, 2018, 23:55:57
Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση δεύτερη (III)

[Ενότητα Αφήγηση δεύτερη]

III

Πέρασε καιρός. Οι περίοικοι έλεγαν
πως άκουγαν κλάματα, κάποτε γέλιο.
Το κάστρο λογιζόταν στοιχειωμένο.
Μια γυναικεία μορφή έβγαινε στο παράθυρο
και στα ακριανό μπαλκόνι
με μάτια θεόρατα,
σαν εκστασιασμένη ή αλαφροΐσκιωτη.
Τον ίδιο καιρό τα μέσα ενημέρωσης
ανακοίνωναν μια εξαφάνιση.

Ώσπου ένα πρωί,
πρωί της 21ης Ιουνίου,
φάνηκε στον ουρανό ένας τεράστιος δίσκος,
λες κι όλα ήταν φως.
Και στην άκρη του ορίζοντα, ανθρώπινες φιγούρες
πορεύονταν
η μια πίσω από την άλλη, σαν στρατιά μυρμηγκιών.
Ύστερα από ώρα
ο ήλιος πήρε τις κανονικές του διαστάσεις.
Χιλιάδες ηλιοτρόπια λάτρευαν το φως.

Από τη συλλογή Μαθητεία στην αναμονή (2001)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση δεύτερη (IV)
Post by: wings on 17 Dec, 2018, 00:02:58
Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση δεύτερη (IV)

[Ενότητα Αφήγηση δεύτερη]

IV

Από εκείνη τη μέρα
να, κάτι σαν ζέστη είχε καθίσει πάνω στους ανθρώπους,
άντρες και γυναίκες, και
μαλάκωνε τις ψυχές τους.

Αρκετοί, χωρίς να μπορούν να εξηγήσουν τον λόγο,
έδιναν στα παιδιά τους το όνομα «Νικηφόρος».

Άλλοι έγραφαν κάτι περίεργες επιστολές, ανορθόγραφες
και ασύνταχτες πολλές φορές,
με μια δύναμη όμως εξαιρετική,
και ζητούσαν ειρήνη και ανθρωπιά.

Άλλοι πάλι εκδήλωναν ξαφνικό ενδιαφέρον
για ανθρώπους σε χώρες μακρινές, σχεδόν άγνωστες,
μερικοί μάλιστα έφευγαν να βοηθήσουν.

Και άλλοι, με ένα θάρρος που ποτέ πριν δεν είχαν,
μάζευαν γύρω τους τον κόσμο σε μικρές και σε μεγάλες πόλεις

και τους μιλούσαν. Τα λόγια τους
φθόγγοι δωρικοί
φθόγγοι αιολικοί και ιωνικοί.



Έτσι, εκείνοι που είδαν τον ήλιο της 21ης Ιουνίου
μάθαιναν στους άλλους να βάζουν στο παιχνίδι
τους δικούς τους δίκαιους όρους

– κύματα κύματα η φωνή μου
και πού θα φτάσει
ένα βινύλιο η ψυχή μου
τρέμω μη σπάσει...

Από τη συλλογή Μαθητεία στην αναμονή (2001)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση δεύτερη (Έξοδος)
Post by: wings on 17 Dec, 2018, 00:11:57
Κούλα Αδαλόγλου: Αφήγηση δεύτερη (Έξοδος)

[Ενότητα Αφήγηση δεύτερη]

Έξοδος

Σκοτεινό φεγγάρι,
σκοτεινή η κατάδυσή σου στον βυθό
μέχρι πέρα στα νερά του νεκρομαντείου
τι να μαρτυρήσουν πια οι νεκροί
μπερδεύονται στα φύκια οι ψυχές
και το πράσινο αίμα των ψαριών
δε μιλάει για τη φωτεινή αντανάκλαση.
Φυσαλίδες μικρές ή μεγάλες
ανεβαίνουν στη θαμπή επιφάνεια
φτάνουν ως το κτήριο του παλιού σχολείου
με ορθή απομένουσα μόνη την πρόσοψη
και από τα παράθυρα που χάσκουν
περνούν σκιές οι ώρες του παρελθόντος χρόνου.

Σκοτεινό φεγγάρι
τούτη τη νύχτα που αναδύομαι
συνόδεψε την κίνησή μου προς την έξοδο
μην κοιτάζεις τη φθορά της ύλης μου
τόσο φυσική άλλωστε σε στοές νεκρομαντείου,
στις υπόγειες ατραπούς του νερού.

Έλα εδώ που συμβάλλει ο Αχέροντας
με το πρώτο φως της μέρας,
εδώ που ανεπαίσθητα γέρνει η ζυγαριά
στο μέρος της ζωής.
Δες με πώς αφήνομαι
στη δίνη αυτού του ρεύματος και ανεβαίνω.
Δες με πώς ορθή
με τεντωμένο το κεφάλι πίσω
με τα ρουθούνια στην αναμονή του αέρα
τείνω στην επιφάνεια, βγαίνω.
Κι άσε το φως σου να γελάσει, σκοτεινό φεγγάρι.

Λυγιά, Θεσσαλονίκη, Λονδίνο, Βέροια
1996-1999


Από τη συλλογή Μαθητεία στην αναμονή (2001)
Title: Κούλα Αδαλόγλου: [Οι πρόβες είχαν αρχίσει από καιρό...]
Post by: wings on 06 Jan, 2020, 21:54:48
Κούλα Αδαλόγλου: [Οι πρόβες είχαν αρχίσει από καιρό...]

[Ενότητα I. Η παράσταση (Ποιήματα, 2001-2005)]

Τούτα τα χαλάσματα που κοιτάς
ήταν ένα υπαίθριο θέατρο
μεσαιωνικό – το πιθανότερο.


Οι πρόβες είχαν αρχίσει από καιρό
Στις κερκίδες σύχναζαν περίεργοι
ηθοποιοί και σκηνοθέτης δεν
δεν
μπορούσαν να προχωρήσουν.

Η πρωταγωνίστρια υπέφερε από στέγνα
«Οι ήχοι γδέρνουν το λαρύγγι μου
στον έρωτα ματώνω
το δέρμα μου σχίζεται τομές
όπως η γη που σκοτώνει τα γεννήματα.»


Ύστερα άλλαξε ο σκηνοθέτης.
Ο παλιός λέγανε έφυγε
ακολουθώντας ένα χειρόγραφο σενάριο.
Η πρωταγωνίστρια ζήτησε άδεια και αναχώρησε.

Από τη συλλογή διπλή άρθρωση (2009)