Translation - Μετάφραση

Translation Assistance => English→Modern Greek Translation Forum => Topic started by: spiros on 01 Mar, 2021, 13:54:16

Title: precut → κόβω από πριν, προτέμνω, τέμνω από πριν, κομμένος από πριν, κομμένη από πριν, κομμένο από πριν, που έχει κοπεί από πριν, προκομμένος, προκομμένο, προκομμένη, προτετμημένος, προτετμημένη, προτετμημένο
Post by: spiros on 01 Mar, 2021, 13:54:16
precut → κομμένος από πριν, προκομμένος
προκομμένες σαλάτες
Title: precut → κόβω από πριν, προτέμνω, τέμνω από πριν, κομμένος από πριν, κομμένη από πριν, κομμένο από πριν, που έχει κοπεί από πριν, προκομμένος, προκομμένο, προκομμένη, προτετμημένος, προτετμημένη, προτετμημένο
Post by: kupirijo on 20 Oct, 2023, 09:58:05
ίσως και «προτετμημένος, προτετμημένη, προτετμημένο»
Title: precut → κόβω από πριν, προτέμνω, τέμνω από πριν, κομμένος από πριν, κομμένη από πριν, κομμένο από πριν, που έχει κοπεί από πριν, προκομμένος, προκομμένο, προκομμένη, προτετμημένος, προτετμημένη, προτετμημένο
Post by: spiros on 20 Oct, 2023, 09:59:19
Καλή ιδεά, 1 μόνο ανεύρεση σε αρχαίο κείμενο. προτετμημένες μὴ ἐπιδικάξεως δόξης

προτέμνω - Ancient Greek (LSJ) (https://lsj.gr/wiki/%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%84%CE%AD%CE%BC%CE%BD%CF%89)