Ζωή Καρέλλη, Διαφορά
Βήματα του χρόνου, που φεύγουν
απ’ τα διαρκή που ακούονται,
όπως οι χτύποι στο εκκρεμές
ίδιοι, εαυτοί, σε ταυτότητες ρυθμικές
–ο χρόνος είναι ακέριος ρυθμός,
κανένας αριθμός δεν τον προφταίνει–
κι όμως που φαίνονται,
καθώς οι ώρες μετριούνται διαφορετικές
παρέχονται ήχοι του χρόνου παρέρχονται
τα βήματα, τα περπατήματα της ζωής μας.
Περπατώντας πηγαίνω
στη δενδροστοιχία, το φθινόπωρο, ήταν
ωραία με τις ψηλόκορμες λεύκες
ακίνητες, περήφανες,
πάλι αυτές
θα δεχτούν το αγκάλιασμα καλών καιρών,
θ’ αποχτήσουν φύλλα καινούρια
μιλήματα, με τις ανοιξιάτικες αύρες,
αβρές κινήσεις από κλαδιά και φύλλα,
τώρα κάπως διάφανα τα φυλλώματα πια,
ελαφριά χρυσίζοντα στο βαρύ απάνω
ιώδες απ’ τα σύννεφα η πυρή εμορφιά
των δένδρων περιβολή αποσπώνταν
τα φθίνοντα φύλλα αιωρούνταν αμφίβολα,
για να πέσουν στη γη, στα χώματα
της γης χρώματα πλούσια
της πολύτιμης φύσης, στιγμές της ζωής,
που περνούν κι έρχονται πάντα
προσθέτονται δίχως θάνατο
στον χρόνο, στους χρόνους της φύσης,
ρυθμός
– γυμνός της μεγάλης πόλης
ο δρόμος, με το περιποιημένο οδόστρωμα
δίχως χώματα, χρώματα.
Κι ήρθε ο καημός ξανάρθε
που δοκίμαζα τότε, πηγαίνοντας
γύρισα σ’ εκείνον τον χρόνο της θλίψης.
Ενάντιος στον χρόνο της φύσης
ο δικός επιστρέφει καιρός,
επιμένει ακέριος, παρελθόν
μες στο παρόν, μ’ αφαιρεί
καθώς επανέρχεται ο πόνος.
Η μνήμη μού παίρνει τα βήματα.
Αλλού με προσθέτει και στερεί
το παρόν μου,
βρίσκομαι
αφηρημένος σε χρόνο διπλό,
σε ρυθμό τυραννικό κι αμέτρητο.
Ώσπου να πάψ’ η ζωή
των για μένα κινήσεων, παιδεύομαι
σε χρόνο πυκνό.
Ποτέ δεν ξανάρχομαι
σε όμοιο χρόνο.
Από τη συλλογή Φαντασία του χρόνου (1949)