μπάστακας → stymie, kibitzer, intruder, obstructor, gooseberry, hindrance, interloper, object-ball, someone breathing down one's neck

spiros

  • Administrator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 854566
    • Gender:Male
  • point d’amour
μπάστακας → stymie, kibitzer, intruder, obstructor, gooseberry, hindrance, interloper, object-ball

μπάστακας ο [bástakas] Ο5 (χωρίς γεν. πληθ.) : α. κάθε αντικείμενο, ιδίως πέτρα, που χρησιμοποιείται ως στόχος στο παιχνίδι με τις αμάδες. β. (μτφ.) για κπ. που στέκεται όρθιος και ακίνητος με αποτέλεσμα να γίνεται ενοχλητικός: Tι στέκεσαι (σαν) μπάστακας πάνω από το κεφάλι μου;
Λεξικό της κοινής νεοελληνικής του ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη






« Last Edit: 11 Dec, 2016, 08:59:20 by spiros »




 

Search Tools