Translation - Μετάφραση

Translation Assistance => Greek monolingual forum => Topic started by: wings on 23 Oct, 2008, 14:26:02

Title: από εδώ: από δω, από 'δω ή από 'δώ; → από δω (σχολική) | από 'δώ (Μπαμπινιώτης)
Post by: wings on 23 Oct, 2008, 14:26:02
από δω ή από 'δω;

Σύμφωνα με τη σχολική Γραμματική τα δω, κει αποτελούν εναλλακτικούς τύπους των εδώ, εκεί που χρησιμοποιούνται κυρίως στον προφορικό λόγο. Με βάση το σκεπτικό αυτό, δεν χρειάζεται να σημειωθεί απόστροφος πριν από τα δω, κει, η οποία να υποκαθιστά το ε.

Παραδείγματα χρήσης του από δω: από δω και στο εξής. Από δω και μπρος. Πώς από δω; Από δω η Μαρία. Παραδείγματα χρήσης του από κει: από κει και πέρα. Η θέα από κει είναι εντυπωσιακή. Παρόμοια: θα έρθεις κατά δω; Καιρό είχες να φανείς κατά δω. Τράβηξα κατά κει. Κοιτάζουν προς τα δω. Έλα προς τα δω. Πήγαμε/τρέξαμε προς τα κει.

Από τη σημερινή «Άσπρη λέξη (http://www.asprilexi.com)»
Title: από εδώ: από δω ή από 'δω; → από δω (σχολική) | από 'δώ (Μπαμπινιώτης)
Post by: spiros on 03 May, 2021, 06:57:47
Ωστόσο, ο Μπαμπινιώτης προτείνει ως σωστή μόνο την εκδοχή «'δώ»

δω (να/θα) ρ. → βλέπω
εδώ [eδó] & (προφ.) δω [δó], συχνά όταν η προηγούμενη λέξη τελειώνει σε [a, o, e]
Φέρ' το δω γρήγορα. Aν έχεις χρόνο, πέρνα κι από δω, από εμάς. Φύγε από δω!
— Λεξικό της κοινής νεοελληνικής του ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη

'δώ επίρρ. → εδώ
— Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας Γεωργίου Μπαμπινιώτη

εδώ κ. 'δώ επίρρ. 1. (τοπικό) σε αυτό τον τόπο, στο μέρος όπου βρισκόμαστε ή για το οποίο γίνεται λόγος: ζω εδώ, στην Άρτα || έχω φίλους εδώ || θα συναντηθούμε εδώ || εγώ εδώ, εσύ εκεί || μέχρι εδώ καλά ήρθαμε || έλα 'δώ || εδώ είμαι! (να 'μαι, ήρθα)· ΦΡ. (α) εδώ που τα λέμε στην αρχή πρότασης, για να ομολογήσουμε ή απλώς να πούμε κάτι που έχει αντικειμενική αξία, μια αλήθεια: εδώ, έπρεπε να είχε πάρει το πρώτο βραβείο || εδώ, δεν έχει κι άδικο! (β) εδώ κι εκεί | από 'δώ κι από 'κεί σκόρπια, σε αταξία: βρήκαμε το δωμάτιο μας ανοιχτό και τα πράγματα μας εδώ 2. κοντά, πλησίον, προς το μέρος όπου βρισκόμαστε ή στο οποίο αναφερόμαστε: δεν έρχεσαι λίγο πιο εδώ; 3. σε αυτό το σημείο: η ουσία τού ζητήματος δεν βρίσκεται εδώ || εδώ διαφωνούμε || ο συγγραφέας εδώ περιγράφει προσωπικές στιγμές- ΦΡ. εδώ σε θέλω! σε αυτή την περίσταση, σε αυτό το πρόβλημα θα φανεί τι αξίζεις (πβ. κ. ΦΡ. εδώ σε θέλω κάβουρα, να περπατάς στα κάρβουνα βλ. λ. κάβουρας) 4. το ανώτατο ανεκτό όριο, κυρ. στις ΦΡ. (α) μ’ έχει φέρει ώς εδώ.’ (συνοδεύεται συνήθ. από χειρονομία που δείχνει το επίπεδο τού λαιμού ή τού μετώπου) κάποιος με έχει κάνει να φθάσω στα όρια τής ανοχής μου (β) ώς εδώ και μη παρέκει! φτάνει, δεν πάει άλλο· για συμπεριφορά ή κατάσταση που δεν μπορεί πλέον να γίνεται ανεκτή (γ) ώς εδώ ήτανε! ώς αυτό το σημείο, δεν αντέχω άλλο ή δεν έχω άλλη υπομονή ή ανοχή: εδώ! Δεν αντέχω άλλο περπάτημα! || εδώ! Αν θες άλλα λεφτά, να πας να δουλέψεις! 5. (με τη δεικτική αντων. αυτός, -ή, -ό) για επίταση τής έννοιας τής δείξεως: αυτό εδώ είναι το σπίτι μου || αυτό εδώ το παλιόπαιδο τα φταίει όλα! 6. (με τα τοπικά επιρρήματα πάνω, κάτω, πέρα, χάμω) για ακριβή προσδιορισμό τοπικού σημείου: εδώ πάνω έχει φανταστική θέα! ΦΡ. εδώ και τώρα (επιτακτικά) για την έκφραση έντονης προτροπής για άμεση ικανοποίηση αιτημάτων · (χρον.) 7. (από εδώ) για τη δήλωση χρονικής αφετηρίας: από εδώ αρχίζουν τα δύσκολα· ΦΡ. από 'δώ κι εμπρός για τη δήλωση χρονικής διάρκειας από ένα χρονικό σημείο και μετά: εδώ θα δουλεύεις μόνος σου στο γραφείο 8. (+και) (α) για τη δήλωση τού χρονικού διαστήματος κατά το οποίο ξεκίνησε και συνεχίζεται (κάτι): εδώ και δέκα χρόνια μένει στο εξωτερικό || όλα αυτά δεν είναι καινούργια, ακούγονται - και καιρό (β) για τη δήλωση τού χρονικού διαστήματος που παρήλθε σε σχέση με συγκεκριμένο παρελθοντικό γεγονός: μετακόμισε εδώ και δυο χρόνια 9. (μετά τις πρόθεσης μέχρι)ς), (έ)ως, ίσαμε κ.λπ.) για τη δήλωση τού ακριβούς χρονικού σημείου μέχρι το οποίο διαρκεί μια πράξη: μέχρι εδώ όλα πήγαν καλά || ώς εδώ είχαμε προβλήματα- ας ελπίσουμε ότι στη συνέχεια θα βελτιωθεί η κατάσταση. 
— Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας Γεωργίου Μπαμπινιώτη

εδώ [ἐδῶ] ε-δώ επίρρ. & (προφ.) δω κ. 'δω 1. (ως προς αυτόν που μιλά) σε αυτόν τον χώρο, τόπο, σε αυτό το σημείο: ~ μένω. Είναι κανείς ~; Έχει υγρασία ~ κάτω. Τι γίνεται ~ πέρα; Κάπου ~ γύρω θα 'ναι. Ελάτε λίγο πιο ~ (= κοντά· πβ. παραδώ). Δεν είμαι (= δεν κατάγομαι, δεν κατοικώ) από ~. Έρχεται/κοίταζε προς τα ~. Όπως λέμε εμείς ~ στην ... Αν βρεθείς κατά δω ...|| (συνήθ. με ανάλογη κίνηση του χεριού) Να σας συστήσω: από ~ η μητέρα μου, από ~ ο/η ...|| (ως επίθ.) Σύμφωνα με την ~ παράδοση (πβ. τοπική). Η ~ ζωή (= η επίγεια).|| (Όταν δεν γνωρίζουμε ή δεν θέλουμε να αναφέρουμε το όνομα κάποιου) Ο κύριος από ~ ζήτησε ...|| (σε ιστοσελίδα) Για περισσότερες πληροφορίες κάντε κλικ ~.|| (παλαιότ. σε στερεότυπη εισαγωγική έκφραση ραδιοφωνικών συνήθ. εκπομπών) ~ ραδιοφωνικός σταθμός ... (ΙΣΤ.) ~ Πολυτεχνείο.|| (συνήθ. στο τηλέφωνο:) ~ Πέτρος, μπορώ να μιλήσω με ...;|| Το λάθος ~ έγκειται. ~ φτάσαμε, να αμφισβητούμε τα αυτονόητα. ΑΝΤ. αλλού (1), εκεί (1) 2. (προηγείται η δεικτική αντων. αυτός, -ή, -ό) για έμφαση: αυτός ~ ο δίσκος. Αυτή ~ η πόλη. Αυτό ~ το κείμενο. ● ΦΡ.: άκου εδώ: για να δηλωθεί έκπληξη, εκνευρισμός, θυμός ή όταν κάποιος θέλει να μιλήσει σοβαρά: ~ ~ ερώτηση/λογική!|| ~ ~ που σου μιλάω κι άσε τα παιχνίδια!|| ~ ~ φίλε, ..., από εδώ και από εκεί & από δω κι από κει & εδώ κι εκεί & μια εδώ και μια εκεί: πότε στο ένα και πότε στο άλλο μέρος: Ρωτούσε ~ ~ μήπως είχε δει κάποιος το παιδί της. Οι δημοσιογράφοι έτρεχαν ~ ~. Ρούχα πεταμένα ~ ~ (: σκόρπια, σε διάφορα σημεία)., από εδώ και πέρα/και στο εξής/και μπρος & (λόγ.) από τούδε και στο εξής: από τώρα και μετά, από τώρα και στο μέλλον: Σου υπόσχομαι ότι ~ ~ θα τα λέμε πιο συχνά. ΣΥΝ. στο εξής, εδώ είμαι εγώ/εγώ είμαι εδώ (μτφ.): όταν προσφέρεται κάποιος να βοηθήσει: Μην στενοχωριέσαι καθόλου, ~ ~. Ό,τι θέλεις, ~ ~!, εδώ και: για χρονικό διάστημα κατά το οποίο γίνεται κάτι:~~ χιλιάδες χρόνια. ~ ~ (πολύ) καιρό/μήνες ψάχνω για καινούργιο σπίτι., εδώ και τώρα (εμφατ.): για να δηλωθεί ότι πρέπει να ικανοποιηθεί αμέσως ένα αίτημα: λύση ~ ~!, εδώ που τα λέμε (οικ.): για να αναφερθεί κάτι συνήθ. με ειλικρινή ή εξομολογητική διάθεση: ~ ~, δεν έγινε και τίποτε/καλά έκανε/του χρειαζόταν!, εδώ/εκεί που φτάσαμε: για δήλωση μιας κρίσιμης κατάστασης: ~ ~ δεν γίνεται αλλιώς/δεν μας σώζει τίποτα., είμαι ως/μέχρι εδώ & με έχει(ς) φέρει ως/μέχρι εδώ (μτφ.): (μπορεί να συνοδεύεται με ανάλογη κίνηση του χεριού, συνήθ. ως το μέτωπο) έχω αγανακτήσει, νευριάσει, έχω φτάσει στα όρια της υπομονής, ανοχής μου: Άσε με, ~ ~! Μην αρχίζεις τις ειρωνείες, γιατί ~ ~! Πβ. μπουχτίζω., μέχρι/ως εδώ: για την ώρα, μέχρι στιγμής, προς το παρόν: ~ ~ όλα καλά!, ως εδώ (και μη παρέκει) & (σπάν.) ως εκεί (εμφατ. με επιφωνηματική χρήση): για δήλωση αγανάκτησης για κατάσταση, συμπεριφορά που δεν είναι πλέον ανεκτή: Έκανα υπομονή τόσα χρόνια, αλλά ~ ~. Πβ. δεν πάει άλλο, έφτασε ο κόμπος στο χτένι, φτάνει πια., ως εδώ ήταν: για να δηλωθεί ότι κάτι πρέπει να σταματήσει ή ότι έφτασε στο τέλος του: ~ ~, καιρός να σοβαρευτούμε. ~ ~· σκέφτομαι να αποσυρθώ., από δω παν' κι (οι) άλλοι βλ. άλλος, από δω τον είχα, από κει τον είχα βλ. έχω, εδώ (ο) παπάς, εκεί (ο) παπάς, πού είν'/πού 'ν' ο παπάς; βλ. παπάς, εδώ είναι η κόλαση, εδώ και ο παράδεισος βλ. κόλαση, εδώ θα τα χαλάσουμε βλ. χαλώ, εδώ καράβια χάνονται/πνίγονται, βαρκούλες αρμενίζουν βλ. καράβι, εδώ ο κόσμος καίγεται/χάνεται και η γριά/το μουνί χτενίζεται βλ. χτενίζω, εδώ σε θέλω κάβουρα, να περπατάς στα κάρβουνα/εδώ σε θέλω (μάστορα)! βλ. θέλω, εδώ/εκεί πέρα βλ. πέρα, εδώ/εκεί/κάπου γύρω/τριγύρω βλ. τριγύρω, εκεί που είσαι ήμουνα κι εδώ που είμαι θα 'ρθεις βλ. είμαι, μακριά από μας/απ' εδώ βλ. μακριά, όλα εδώ πληρώνονται/εδώ πληρώνονται όλα βλ. πληρώνω, το/τα φέρνω από δω, το/τα φέρνω/πηγαίνω από κει βλ. φέρνω, τούτος εδώ/'δω βλ. τούτος [< μεσν. εδώ] ΕΔΩ
Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας - Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας (https://christikolexiko.academyofathens.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=2&catid=2)