vas-tu cesser tes jérémiades → κόψε τις κλάψες | κόψ' τις κλάψες | θα σταματήσεις να μεμψιμοιρείς | σταμάτα τη γκρίνια | σταμάτα να κλαίγεσαι | καλά, μην κλαις τη μοίρα σου | μην τρώγεσαι με τα ρούχα σου | θα σταματήσεις τις ιερεμιάδες σου
Frederique ·
7 · 1103