Χλόη Κουτσουμπέλη

wings · 195 · 113836

wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Αν κάποτε βρεθείς

[Ενότητα Τα γυάλινα σπίτια]

Αν κάποτε βρεθείς σε ξένη γη
χειμώνα με ομίχλη
και την υγρασία ψόφιο όρνεο
κάτω απ’ το σακάκι
διασχίζεις έρημα χωράφια
και συναντάς μόνο σκιάχτρα
που ριγούνε στο σκοτάδι
και δεν υπάρχει δρόμος
ούτε κορμί
ούτε ένα γερό κονιάκ παρηγοριάς
να τονώσει τα κόκαλα που τρίζουν
θυμήσου πως σε θυμάμαι
πως πλέκω τις ίνες μεταξύ τους
τα νήματα δένω του χρόνου
υφαίνω το κόκκινο χαλί
στην ζεστή κουζίνα
με την χύτρα να κοχλάζει
το ξύλινο τραπέζι
την σούπα, το τυρί και το ψωμί
και κάθισε ξανά απέναντι
αφού το μόνο σπίτι
που μοιράζονται δυο άνθρωποι ποτέ
είναι η μνήμη.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
« Last Edit: 01 Jul, 2017, 18:15:29 by wings »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης

[Ενότητα Τα γυάλινα σπίτια]

I

Ο άντρας στην φαντασίωσή της γέρασε.
Πέταξε το μαστίγιο και τα γάντια
κάθεται κουλουριασμένος στην φωτιά
ενώ ο χρόνος
του γλείφει πιστά τα πόδια.

II

Η γυναίκα μεγαλώνει.
Τα ποιήματα μικραίνουν.
Θα πρέπει να παραγγείλει
άλλο μέγεθος πόνου.

III

Τελευταία χτυπούν την πόρτα της
παράξενοι άνθρωποι χελώνες
κουβαλούν λεν
το σπίτι τους στην πλάτη
περπατούν αιώνες
κάποιοι από αυτούς στάζουν νερά
τα σανίδια σαπίζουν
από την υγρασία
Δώσε μας, λένε, ένα κεραμίδι
να βάλουμε από κάτω το κεφάλι
τους δίνω μόνο ένα βελανίδι
τόσο είναι το αντίτιμο
των στίχων.
Κάποιοι ζητούν ένα φτυάρι.
Να θάψουμε λένε την ντροπή.
Στην αυλή μετά βρίσκει παιδικά παιχνίδια
ξεσκισμένα αρκουδάκια
πνιγμένα λαγουδάκια με μάτια χάντρες
κι ένα μουσικό κουτί
μ’ ένα ξεκούρντιστο νανούρισμα.

Μερικές φορές έξω από το παράθυρο
περνάει ένας νεαρός
με μία ζώνη δεμένη σφιχτά γύρω απ’ τον λαιμό.
Στο οικοτροφείο περνούσα καλά, της γνέφει
αν εξαιρέσεις τους αλλεπάλληλους βιασμούς,
ένας άλλος σωριάζεται στην τριανταφυλλιά
την βάφει κόκκινη
στην πλάτη σφηνωμένο ένα μαχαίρι
τραγουδάει για λύκους και μαύρες κουκούλες
και μία σβάστικα που απλώνεται παντού.

IV

Πού και πού χτυπάει την πόρτα ένα κοριτσάκι.
Έχει ένα καλαθάκι με φράουλες
δεν είναι η Κοκκινοσκουφίτσα.
Φάε, μου λέει, είναι ματωμένες
και πασαλείβεται με αίμα.

V

Μην έρχεστε σε μένα, τους φωνάζω.
Διαβάστε την πινακίδα,
είμαι από τη γενιά του ιδιωτικού οράματος
που ομφαλοσκοπεί.
Μα συνέχεια έρχονται κι άλλοι
χώνονται στους στίχους
μπλέκονται στο αμπάρι
πλημμυρίζουν το κατάστρωμα.

VI

Προχθές ήρθαν χαρούμενοι εκδρομείς.
Κουβαλούσαν μαζί τους σπιτική αρκούδα.
Είχαν καλαθάκια με φαγητό
στρώσαν καρό τραπεζομάντιλο
τα σώματά τους διάτρητα από σφαίρες.
Ένας από αυτούς ανοίγει ένα κρασί
και της προσφέρει ένα ποτήρι
Πάρε της λέει το νομίζεις για αρχή
αλλά είναι στην πραγματικότητα το τέλος.

VII

Δεν ξέρει πώς να τελειώσει ένα ποίημα.
Ίσως γιατί ποτέ ένα ποίημα δεν τελειώνει
πάπυρος ξεδιπλώνεται στον χρόνο
βούβαλοι χαραγμένοι στις σπηλιές.
Μόνον οι άνθρωποι τελειώνουν.
Ύστερα η γάζα της νύχτας στο οστεοφυλάκιο
μούμιες αναμνήσεις τούς τυλίγει.

VIII

Πούπουλα
Πούπουλα στο χιόνι.
Και μόνο η ανάσα σου ζωή.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
« Last Edit: 01 Jul, 2017, 18:16:26 by wings »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)



wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Ο κινηματογράφος

[Ενότητα Τα γυάλινα σπίτια]

Θα φορώ το καινούριο μου παλτό.
Θα φοράς το γαλάζιο σου πουκάμισο.
Θα παίζει την Καζαμπλάνκα
ή το Χιροσίμα αγάπη μου
θα το έχουμε ζήσει αυτό ξανά
στην Βιέννη αρχές του αιώνα
στην Κων/πολη σε έναν τεκέ
στην Βαρκελώνη μέσα στον εμφύλιο.
Το χέρι σου δεν θα αγγίζει το κορμί μου
θα είναι απλώς ένα κομμάτι του
όπως ο ομφαλός
ή μία μοίρα.
Κι έτσι οι δυο μας
στην πηχτή σταγόνα της στιγμής
θα κολυμπήσουμε ο ένας μες στον άλλο.
Και όταν η μαύρη φάλαινα τελικά μας καταπιεί,
κοίτα θα πούμε
εκείνη την μέρα πήγαμε κινηματογράφο.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Η θεραπεία

[Ενότητα Τα γυάλινα σπίτια]

Θα είμαι ειλικρινής μαζί σας.
Κάποιοι δεν θεραπεύονται ποτέ.
Στο δέρμα εμφανίζονται εξανθήματα
όπως τα ζωντανά ηφαίστεια που προκαλεί
η καύτρα ενός τσιγάρου
φορούν μικρά ρακούν για δερμάτινα παπούτσια
που αργά τους τρων τα πόδια
με ένα καμπριολέ αυτοκίνητο
διασχίζουν αυτοκινητόδρομους
σταματούν από σπίτι σε σπίτι στη Νεβάδα
πλασιέ ενός πόνου που πρέπει να επιδείξουν
σε αδιάφορες νοικοκυρές που τρίβουν τα πατώματα
σε άντρες που καλλιεργούν κολοκύθες
για να συμμετέχουν σε διαγωνισμό μεγέθους.
Ακόμα όμως κι αν όλα παν καλά
και η ανία μετατραπεί σε άνοια
ή εξοικονομήσατε από την απουσία χώρο
αφού έφυγαν οι μαύροι καναπέδες
με τα φουσκωτά σαγόνια
που σας καταβρόχθιζαν ολόκληρο
αν δηλαδή ανήκετε στους λίγους εκλεκτούς
που απλώς τινάζουν το στρώμα
και αγνοούν το βαθούλωμα
από το περίγραμμα του κορμιού
που κοιμήθηκε μαζί τους ένα βράδυ
ακόμα και τότε
μην θεωρήσετε ποτέ πως είστε ασφαλείς.
Μπορεί μία μέρα καθώς αδιάφορος
κοιτάτε τις βιτρίνες
κάποιος αθώος από πίσω να προφέρει ένα όνομα
και το δάχτυλο που κάλυπτε την τρύπα
κι εμπόδιζε με τόσο κόπο την ορμή
ξαφνικά να παραλύσει
το φράγμα ολοκληρωτικά να καταρρεύσει
και το νερό να πλημμυρίσει
όλη την πόλη που συναρμολογούσατε
με τόση υπομονή.

Εσείς ο αρχιτέκτονας της λήθης.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)



wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Τα γυάλινα σπίτια

[Ενότητα Τα γυάλινα σπίτια]

Αυτοί που ζουν σε γυάλινα σπίτια
πεθαίνουν σε τάφους μαυσωλεία.
Στο σπίτι του κρεμασμένου
υπάρχει πάντα άφθονο σκοινί.
Αν τρεις μέρες κοσκινίσεις
τρως μουχλιασμένο πάντα το ψωμί.
Ο αδελφός ρίχνει μπίρα στο φρεσκοσκαμμένο χώμα
και αφήνει πάνω ένα πακέτο με τσιγάρα,
μήπως κρυφά πάλι ο πατέρας
τώρα πια που καθόλου δεν πειράζει
θελήσει να καπνίσει.
Τελικά αποδείχτηκε ότι ο μπαμπάς μου είχε δύο ζωές
μία δική του μια δική μας
μόνο που η δική μας έλειπε πάντα σε ταξίδι για δουλειές
ένα άγνωστο κορίτσι κλαίει πάνω στο φέρετρο
άγρυπνες οι νύχτες με τεράστια νύχια
σκίζουν την επιφάνεια του γυαλιού
θα πάμε στην Ζάκυνθο υπόσχεται ο μπαμπάς στη νέα σύζυγο
την ώρα που τον παίρνουν στο φορείο για εγχείριση
ύστερα κάπως ξεχνάει να αποχαιρετήσει
τους κατιόντες που υποθέτουν συγγενείς.
Αυτοί που ζουν σε γυάλινα σπίτια
δεν είχαν ποτέ καλοστρωμένο κυριακάτικο τραπέζι
κανείς δεν τους πέρασε ποτέ το αλάτι
όσο για το βούτυρο απλώς έλιωνε επάνω στις πληγές
αυτοί που ζουν σε γυάλινα σπίτια
διακριτικά ας αδειάζουν τα σταχτοδοχεία
και ας προσφέρουν πηχτό καφέ παρηγοριάς
σε σεμνά φλιτζανάκια ενός δακρύου.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Οι συγγενείς

[Ενότητα Τα γυάλινα σπίτια]

Ίδια μάτια ίδια μαλλιά
παρόμοια ελιά στο μάγουλο.
Σ’ αυτό το στρώμα
κοιμόταν παιδί το βράδυ ο μπαμπάς,
σ’ αυτό τον λάκκο τον έθαβε μωρό
η γιαγιά
όταν έπρεπε να δουλέψει στο χωράφι.
Ο παππούς χρόνια ράφτης στο χωριό
του ράβει ανυπόμονα κουστούμι
με ανύπαρκτη κλωστή.
Θα με προστατεύεις τώρα που πέθανε ο μπαμπάς;
ρωτώ τον μικρότερο αδελφό
που κοντεύει πια τα εβδομήντα
και φοράει τη μύτη του μπαμπά.
Η αδελφή μυρίζει κεφτεδάκια
που τηγάνιζε σαράντα χρόνια πριν
όταν είχαμε πάει
να την επισκεφτούμε στο χωριό.
Σε θυμάμαι μου λέει
μικρό κορίτσι σε θυμάμαι
να σου απαγορεύει ο πατέρας το ψωμί
κι εσύ να μαζεύεις σε σβόλους ψιχουλάκια
και να τα χώνεις όλα μαζί στο στόμα
από τότε πεινούσες ανυπόφορα.
Η ξαδέλφη ρωτά για τον σύζυγο, για τα παιδιά
δεν ήμουν εκεί όταν πέθανε με φοβερούς πόνους
η μαμά της
και η σιωπή είναι βάραθρο
με κροκόδειλους λέξεις που δεν ειπώθηκαν ποτέ
και μας κατασπαράζουν.
Μετά το τρισάγιο φεύγουν όλοι μαζί
με ένα μαύρο τρένο που χάνεται μες στην ομίχλη.
Από πίσω τους ακούω ψαλμωδίες
από μελλοντικές κηδείες.

Τελικά
θάβει κανείς πολλά περισσότερα από έναν πατέρα.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
« Last Edit: 01 Jul, 2017, 18:17:45 by wings »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Ο στρόβιλος

[Ενότητα Τα γυάλινα σπίτια]

Εμένα ούτε οι νεκροί μου δεν είναι όπως των άλλων.
Δεν αφήνουν κενές μποτίλιες έξω από την πόρτα
ούτε εφημερίδες με αγγελία θανάτου
δεν δίνουν παραγγελιά σε ξενυχτάδικα
δεν φορούν μυτερά λουστρίνια
ούτε λευκά πουκάμισα ανοιχτά στο στήθος
δεν εμφανίζονται ξαφνικά στην πολυθρόνα στο σαλόνι μου
ούτε σε όνειρα με ταχυδακτυλουργούς και χαρτορίχτρες.

Οι δικοί μου νεκροί κάθονται
μπροστά σ’ ένα τεράστιο πληκτρολόγιο
και στέλνουν μηνύματα στο σύμπαν.
Κάποια στιγμή μια μαύρη γάτα
βουτάει τα πέλματά της στο σκοτάδι.
Ανασηκώνουν τότε τα γυαλιά στην μύτη.
Θροΐζει ο αγέρας στις βελανιδιές.
Φύλλα πέφτουν επάνω μου καθώς
τρέχω μόνη μες στο πάρκο.

Όχι, ούτε οι νεκροί μου εμένα δεν είναι όπως των άλλων.
Στρόβιλος είναι
φύλλα ξερά
κάτω από το άδειο παπούτσι της νύχτας.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
« Last Edit: 01 Jul, 2017, 18:18:05 by wings »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, In memoriam

[Ενότητα Τα γυάλινα σπίτια]

I

Θυμάμαι τότε που ξεκινούσαμε από την Θεσσαλονίκη για να πάμε στην Κοντοβάζαινα, στην Αρκαδία, για να επισκεφτούμε τον παππού και την γιαγιά, αλλά και τον θείο, την θεία και την ξαδέλφη μου την Δώρα, όταν έπρεπε να περάσουμε τον Αχλαδόκαμπο που είχε όλο στροφές, εγώ άρχιζα να ανυπομονώ, ανακατευόμουν και γκρίνιαζα, πόσο ακόμα μπαμπά ρωτούσα, στην επόμενη στροφή απαντούσε εκείνος, όμως περνούσαμε την στροφή και δεν φαινόταν το χωριό, μα πού είναι η Κοντοβάζαινα ξαναρωτούσα, να τώρα στην επόμενη στροφή θα την αντικρίσουμε απαντούσε πάλι αυτός και χαμογελούσε. Μην στενοχωριέσαι μπαμπά, σου το υπόσχομαι εγώ τώρα, στην επόμενη στροφή θα δούμε την Κοντοβάζαινα με τα πλατάνια και τα πολλά νερά που κυλούν όπως το αίμα στις φλέβες.

II

Το σύμπαν στο νοσοκομείο είναι λευκό. Φοράει ρίγες και έχει τους δικούς του κανόνες. Ο δίσκος του φαγητού περιέχει απαραίτητα ζελέ. Το βλέπω επάνω στο τραπέζι ροζ και αραιό, όπως ο χρόνος εδώ μέσα. Ο μπαμπάς διηγείται ιστορίες γραπώνεται από τις λέξεις, ο αδελφός μου κλαίει κι εγώ σ’ αγαπώ του λέει τότε ο μπαμπάς και του χαϊδεύει το κεφάλι με το χέρι που έχει τον ορό. Μόνο σε παρακαλώ όχι κλάματα. Μιλάει για το παρελθόν ζωντανά, βλέπουμε την κονσέρβα που ανοίγει το μεγαλύτερο παιδί να γυαλίζει, το μαχαίρι να κόβει το μέταλλο, την μπομπότα να ξεπροβάλει μέσα από το σακίδιο, η κονσέρβα είναι του Ερυθρού Σταυρού, το βοδινό που περιέχει είναι λίγο, το παιδί μοιράζει σε ίσα μερίδια το ψωμί με ένα μικρό στεφάνι κρέατος επάνω του. Ποτέ, λέει ο μπαμπάς, δεν έφαγα κάτι τόσο νόστιμο όσο εκείνη η μπομπότα με το λίγο κρέας από κονσέρβα. Η νοσοκόμα πλησιάζει. Φάτε το ζελέ αν θέλετε, προτείνει. Όμως ο μπαμπάς είναι χορτάτος πια.

III

Ο μπαμπάς μου υπήρξε ένας παλιάς κοπής γιατρός, από αυτούς που ψηλαφούν το ανθρώπινο σώμα και νιώθουν κάτω από τα δάχτυλά τους το πρόβλημα, από αυτούς που τις περισσότερες φορές πληρωνόντουσαν με αυγά ή φρούτα, από αυτούς που εκτός από παθολόγοι και καρδιολόγοι ήταν ταυτόχρονα και ψυχοθεραπευτές. Από αυτούς που άγγιζαν, από αυτούς που συμπονούσαν. Δεν υπήρξε ποτέ πλούσιος ούτε διάσημος, όμως όταν έλεγα το επίθετό μου πέντε στους δέκα με ρωτούσαν αν ήμουν κόρη του και είχαν να μου αναφέρουν ένα καλό που τους είχε κάνει. Την περίοδο που είχαμε μείνει μόνοι τον θυμάμαι να μαγειρεύει μία ντοματόσουπα δικής του επινόησης. Έκοβε ντομάτες και μέσα έριχνε λαχανικά, ρύζι και ό,τι άλλο ήταν διαθέσιμο στο ψυγείο. Το μείγμα πάντα έκρυβε μία έκπληξη, τις περισσότερες φορές όχι και τόσο ευχάριστη. Έτρωγα πάντα όμως την σούπα που μου μαγείρευε. Ίσως αυτό που θα μου λείψει περισσότερο είναι η ντοματόσουπα αυτή.

IV

Στο Γυμνάσιο φύγαμε από την Κοντοβάζαινα και πήγαμε να μείνουμε μόνοι στον Πύργο, αφηγείται ο μπαμπάς. Ο θείος Γιάννης είχε μαγειρέψει φασολάδα και την είχε βγάλει στο περβάζι να κρυώσει. Όταν ήρθε η ώρα του φαγητού, είδαμε μια παχιά στρώση μυρμηγκιών επάνω στην επιφάνεια της σούπας. Πεινούσαμε πολύ και το φαγητό ήταν πάντα λιγοστό. Με ένα κουτάλι αφαίρεσα τα μυρμήγκια και καθίσαμε στο τραπέζι. Ο γιατρός κοντοστέκεται στην πόρτα και ακούει. Αύριο κύριε Κουτσουμπέλη, του λέει. Όλα θα παν καλά. Εσύ τι θα έκανες στην θέση μου, τον ρωτάει ο μπαμπάς. Θα έτρωγα τη φασολάδα, απαντάει ο γιατρός. Με ή χωρίς τα μυρμήγκια.
 
V

Ο μπαμπάς μου ήταν ο μεγαλύτερος αδελφός, ο θείος Χρήστος ο μικρότερος με δεκατέσσερα χρόνια διαφορά. Αυτοί οι δύο έγιναν γιατροί. Ενδιάμεσα, ο θείος Γιάννης γεννημένος δάσκαλος και γεωπόνος με μάτια γαλανά και γέλιο που αντηχεί στο δάσος, ο θείος μου ο Ντίνος ή Gus που έφυγε στην Αμερική και άνοιξε ένα εργοστάσιο γουναρικών (από μικρός ήθελε πάντα να φοράει ρούχα σιδερωμένα και καθαρά και η αγκαλιά του μύριζε κολόνια) και η αδελφή τους που την λάτρευαν όλοι ανεξαιρέτως και την πρόσεχαν σαν τα μάτια τους, η θεία Πίτσα. Όταν ήταν παιδιά ο μπαμπάς και τα αδέλφια του, ξεκινούσαν από την Κοντοβάζαινα και περπατούσαν ως τον Πύργο για να παν σχολείο. Μία μέρα χιόνιζε, διηγείται ο μπαμπάς, και κάποιος από το γειτονικό χωριό τούς σταμάτησε, πού πάτε τους προειδοποίησε, θα σας φαν οι λύκοι, και τους κοίμισε πάνω σε μία κουβέρτα από μαλλί κατσίκας στο πάτωμα του μαγαζιού του. Όλα αυτά τα χρόνια όταν συνέβαινε κάτι σε κάποιο από τα αδέλφια Κουτσουμπέλη, παρατηρούνταν μία μαζική μετακίνηση των υπολοίπων αδελφών για να συντρέξουν στην χαρά ή στην λύπη του. Αυτά τα αδέλφια, άλλος από την Κοντοβάζαινα άλλη από το Λάλα άλλοι από την Αθήνα, μαζί με γιους και κόρες κατέφθασαν σήμερα ενώ ο θείος μου ο Gus, που έφυγε πρώτος, θα συναντηθεί με τον μπαμπά μου εκεί ψηλά.

VI

Χοῦς εἶ καί εἰς χοῦν ἀπελεύσει σημαίνει ότι υπάρχουν πράγματα που καλύτερα να παραμένουν ανείπωτα, το πρόσωπο καλύτερα να σκεπάζεται, ο αδελφός μου το προηγούμενο βράδυ είναι ένα μαύρο σκυλί. Το άλλο πρωί μας δάγκωσε.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
« Last Edit: 06 Apr, 2019, 13:24:48 by wings »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Αποχαιρετισμός

[Ενότητα Τα γυάλινα σπίτια]

I

Την λένε Αντιγόνη και ήρθε να θάψει τον αδελφό της.
Και από πού και ως πού ακούει σ’ αυτό το όνομα;
Έβαλε το σώμα της ασπίδα απέναντι στα βέλη και στα ακόντια του εχθρού;
Έγινε η μάνα και ο πατέρας του όταν αυτοί τον εγκατέλειψαν;
Ή έφυγε από το σπίτι στα δεκαοκτώ και τον άφησε κι αυτή;
Καλύτερα να την ονομάσετε Άννα ή Μαρία.
Και ετοιμάστε τις πρέπουσες τιμές για τον νεκρό.

II

Άρχοντα, είναι πολύ νέος.
— Ναι, με αγαπούσε από καιρό.
Έπαιζε σκάκι μαζί μου εδώ και χρόνια.
— Άρχοντα, του έδινες πάντα τα μαύρα.
— Ναι, αλλά τον άφηνα να παίξει πρώτος.
— Άρχοντα, ήταν στημένη η παρτίδα.
— Και λοιπόν, πότε δεν είναι;
Δεν είναι πάντα στημένη η παρτίδα των θνητών;
Κέρδισε κανείς ποτέ με ρουά ματ και δεν το ξέρω;
— Όμως αυτός μικρός έχασε τη βασίλισσα
ο βασιλιάς έπαιρνε αντικαταθλιπτικά
οι αξιωματικοί δεν ήταν θαρραλέοι
τα άλογα πάλι έτρωγαν πολύ σανό
και έγιναν νωθρά και κακομαθημένα.
— Ναι, αλλά ένα πιόνι–αδελφή έγινε υποκατάστατο βασίλισσας.
— Αφού το ξέρεις, ήταν άχρηστο με πολλές τάσεις φυγής
δυο δυο δρασκέλιζε συνέχεια τα τετράγωνα
και εγκατέλειψε γρήγορα την σκακιέρα.
— Και τι φταίω εγώ για όλα αυτά;
Δεν κατανέμω εγώ τους συγγενείς.
Απευθυνθείτε στον ανύπαρκτο αρμόδιο.
— Άρχοντα, είναι πολύ νέος.
— Ναι, θα ζήσουν να τον θυμούνται πολλά χρόνια.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
« Last Edit: 01 Jul, 2017, 18:19:43 by wings »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Το παλιό καράβι του καινούριου κόσμου

[Ενότητα Ποιος έκλεψε τον μικρό Χανς;]

Είχαμε παγιδευτεί σ’ εκείνο το παλιό καράβι που όλο έπλεε προς τα πίσω κι όταν τελικά φθάσαμε στην καινούρια γη, ανάλαφρος αέρας ανασήκωσε τα κολλαριστά μας φορέματα, τι είναι εδώ ρώτησε η Αδελαΐδα, χωρίς μνήμη φουρφούρισε η Ελισάβετ, μήπως χρειάζεστε μία ομπρέλα ψιθύρισε η Μαίρη Σμιθ και ύστερα όλα τελείωσαν γιατί κάποιος έκλεψε τον μικρό Χανς, ξέρετε αυτόν που ο φούρναρης έπλασε από ζυμάρι κι όλοι ξέρουμε πως ήταν η αθωότητά μας, όπως τα φτερά πεταλούδας ή ένα αλογάκι της θάλασσας και ένας ναύτης είπε είναι η αγάπη κι ένας άλλος είπε όχι, μπαίνουμε απλώς σε άλλο αιώνα.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
« Last Edit: 01 Jul, 2017, 18:20:06 by wings »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Η αξιοζήλευτη δεσποινίς Εντελβάις Φλέτσερ

[Ενότητα Ποιος έκλεψε τον μικρό Χανς;]

Μέσα στο δωμάτιο έβραζε καρούλια
και τύλιγε τις μπούκλες η Εντελβάις,
έβαφε το πρόσωπο με ασβέστη
χάραζε τα χείλη που δεν είχε,
μ’ ένα πινέλο ζωγράφιζε τα δάκρυα.
Ω πόσο λυπημένη ήταν η Εντελβάις.
Ύστερα πάλι τα έσβηνε
και χρωμάτιζε χαμόγελα.
Ω πόσο χαρούμενη ήταν η Εντελβάις.
Άλλωστε σε λίγο θα έρχονταν οι κύριοι
θα τους κερνούσε σοκολατάκι με λικέρ
η μητέρα με δάχτυλα γύπα
παραμορφωμένα από δαχτυλίδια στις αρθρώσεις
θα άναβε τα κεριά στα κηροπήγια
κι ένα γραμμόφωνο θα έπαιζε γλυκά.
Ω πόσο όμορφη θα ήταν η ζωή της Εντελβάις
αν είχε μόνο ένα πιάνο
κι ένα νυφικό με ουρά
που να σέρνεται φολιδωτό πάνω στα πλακάκια
κι αν ο κύριος Στήβενς με την περούκα του
φωλιά γι' αυγά ψύλλων
δεν την πονούσε τόσο
όταν της ζητούσε να διαλέξουνε κρασί
απ’ το κελάρι του
κι ο κύριος Τζέφερσον
που δεν έβγαζε ποτέ τα γάντια
δεν είχε την παράξενη συνήθεια
να την γυρνάει μπρούμυτα
(ψιθύριζαν ότι το ίδιο έκανε και με τον σοφέρ).
Ω πόσο ευτυχισμένη ήταν η Εντελβάις
όταν έμπαινε στη σάλα με τους φραμπαλάδες της
και όλοι οι άντρες και μερικές γυναίκες την ποθούσαν
κι αυτή ήταν ατσαλάκωτη
χωρίς τα γεροντικά δάχτυλα να αυλακώνουν το κορμί της
και όταν όλοι έφευγαν
και μέσα από το παντζούρι
ξεχυνόταν το χλωμό φως του φεγγαριού
αυτή κουλουριαζόταν στην μικρή του κούνια.
Ήταν αξιοζήλευτη η Εντελβάις.
Όπως οι πεταλούδες που καίγονταν γύρω απ’ το κερί
και με τις στάχτες τους πασάλειβε το πρόσωπό της.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
« Last Edit: 01 Jul, 2017, 18:20:49 by wings »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Ο αξιότιμος κύριος Πόμπους

[Ενότητα Ποιος έκλεψε τον μικρό Χανς;]

Ο κύριος Πόμπους κυκλοφορεί ανάμεσα σε κρέατα
λουκάνικα κρέμονται από τον χοντρό λαιμό του
εκτρέφει γουρούνια στην αυλή
λυσσασμένα σκυλιά τραντάζουν τις αλυσίδες
πουλάει σφαγμένα ζώα ο κύριος Πόμπους
εντόσθια, κιμά από βατράχους, σκέπη από μοσχάρι.
Τα βράδια αγοράζει με το κιλό γυναίκες
παρθένες γάλακτος κατά προτίμηση.
Μπήγει τα παχουλά του δάχτυλα στο σώμα
μέχρι να πετύχει τον σπασμό τους.
Στον ελεύθερό του χρόνο κυνηγάει μπεκάτσες.
Όταν πετύχει μία με το ντουφέκι
δοκιμάζει την ηδονή της τέλειας στύσης
ύστερα την ξεσκίζει σχεδόν ωμή
με τ’ αραιά του δόντια
αφού πρώτα λίγο την καψαλίσει στη φωτιά
Στον πόλεμο στραγγάλιζε ανθρώπους.
Μάρκαρε έναν διάδρομο με κιμωλία
και τους έβαζε γυμνούς να τρέχουν
ύστερα σκότωνε με την σειρά τους πιο αργούς.
Μετά έπνιγε στο λάδι
τους αυτόπτες μάρτυρες
απόδειξη ότι κάποια στιγμή εξελέγη Δήμαρχος.
Μια μέρα οι συμπολίτες του
θα τον σερβίρουν γυμνό μες στην πιατέλα
με ένα ολοστρόγγυλο μήλο στο στόμα
και θα τον φαν με όρεξη
μόνο τα κόκαλα θα μείνουν
και τόνοι λίπους
να καιν το βράδυ τα καντήλια τους.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
« Last Edit: 01 Jul, 2017, 18:21:11 by wings »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Η μοναχοκόρη Κονστάνς

[Ενότητα Ποιος έκλεψε τον μικρό Χανς;]

Τον τελευταίο καιρό
οι αδελφές μου δεν σιωπούν.
Μιλούν τα βράδια μεταξύ τους
ακούω τα μουρμουρητά
βλέπω τα χλωμά τους χέρια
που αχνοφέγγουν στο σκοτάδι.
Πάχυνες μου λεν
κατοικείς σε ένα βαρέλι
(Οι αδελφές μου μ’ αγαπούν
τρώμε πάντα χοιρομέρι στο πρωινό)
Πρέπει να αδυνατίσεις λεν.
Να λιώσει η εμμονή
που γρατζουνάει
το μυαλό σου.
Ν’ αδυνατίσεις απ’ αυτόν.
Και εννοούν
να αποφασίσω πια να σ’ αποχωριστώ.
Οι αδελφές μου είναι στοργικές.
Κάθονται πάντα δεξιά και αριστερά μου.
Έχουν τα μαλλιά τους σε κότσο σφιχτό
απαγορεύουν την αιμομιξία.

Μα μια στιγμή,
δεν είχα ποτέ αδελφές.
Αφού από πάντα μου υπήρξα
μοναχοκόρη των δακρύων.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
« Last Edit: 01 Jul, 2017, 18:21:49 by wings »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Τα κομοδίνα του κυρίου και της κυρίας Νίκολσον

[Ενότητα Ποιος έκλεψε τον μικρό Χανς;]

Άνοιξη του 1828
αποφασίσαμε να αναστηλώσουμε το σπίτι.
Εγώ κρατούσα έναν κουβά με μπλε μπογιά
και με πινέλο έβαφα την μέρα ώσπου νύχτωνε.
Εσύ επισκεύαζες τον ουρανό
και αντικαθιστούσες τα καμένα αστέρια.
Τελικά κάναμε τρία παιδιά
κι έναν ξύλινο κούκλο
με σπασμένη μύτη.
«Σκληρά χρόνια τότε» λες
ενώ επιδιορθώνεις σόλες παπουτσιών.
«Αυτοί ήταν τότε γάμοι» ξεφυσάς
και χτυπάς κάτω το μπαστούνι σου.
Διαρκείας από ξύλο ανθεκτικό,
οι άνθρωποι σαπίζουν μαζί με το κρεβάτι
και τα κομοδίνα με σκαλίσματα
δεξιά και αριστερά.
Γίνομαι κολλαριστή για να με αγαπήσεις.
Ένας αιώνας πέρασε
και ακόμα δεν με κοιτάς
όταν γδύνομαι μπροστά σου.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Χλόη Κουτσουμπέλη, Τα αδέλφια Χάουζεν

[Ενότητα Ποιος έκλεψε τον μικρό Χανς;]

Ούτε εγώ
ούτε ο αδελφός μου
είμαστε φυσιολογικά παιδιά.
Εγώ τις νύχτες μεταμορφώνομαι σε μαύρη βροχή
αυτός σε χιόνι.
Μισώ την αθωότητά του.
Βάζει το δάχτυλο στο στόμα
συνέχεια κλαψουρίζει
κάνει ερωτήσεις που μ’ ενοχλούν,
ποιος έφαγε τη μαρμελάδα
γιατί οι γονείς μας κοιμούνται τόσα χρόνια
γιατί η κυρία με το άσπρο γιακαδάκι
εξακολουθεί να χτυπά την πόρτα.
Όμως η πιο όμορφη στιγμή είναι
όταν περιμένουμε τον άγγελο να έρθει.
Του φυλάμε πάντα λίγο γάλα και ψωμί
γιατί σ’ αυτή την γη
οι άγγελοι των μικρών παιδιών
πάντα είναι κουρασμένοι.

Από τη συλλογή Οι ομοτράπεζοι της άλλης γης (2016)
« Last Edit: 01 Jul, 2017, 18:22:21 by wings »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


 

Search Tools