offre à durée limitée → προσφορά για περιορισμένο χρόνο, προσφορά περιορισμένου χρόνου, προσφορά για περιορισμένο χρονικό διάστημα, προσφορά με χρονικό περιορισμό, προσφορά με χρονοπεριορισμό, χρονοπεριορισμένη προσφορά
spiros ·
1 · 295