Translation - Μετάφραση

Translation Assistance => English→Modern Greek Translation Forum => Art/Literary => Topic started by: metafrastis on 29 Dec, 2005, 13:26:33

Title: well-burnished face → ηλιοκαμένo πρόσωπo, λιοκαμένo πρόσωπo
Post by: metafrastis on 29 Dec, 2005, 13:26:33
Από περιγραφή αγροτικής εργασίας.

"Perspiration streamed down the well-burnished faces"

Εννοεί ότι γυάλιζαν ήδη απο τον ιδρώτα;
Title: well-burnished face → ηλιοκαμένo πρόσωπo, λιοκαμένo πρόσωπo
Post by: zephyrous on 29 Dec, 2005, 13:47:52
Επειδή το well-burnished εμφανίζεται στο τέλος της πρότασης, οπότε νομίζω ότι δείχνει κάτι που ήδη υπάρχει (προτού, δηλαδή, αρχίσει να κυλάει ο ιδρώτας), και αφού μιλάμε για αγροτική εργασία, εγώ θα έλεγα κάτι σαν "ηλιοκαμένα πρόσωπα". Επίσης, σύμφωνα με Webster's, η ετυμολογία του burnish παραπέμπει στο: burniss - extended stem of brunir, to make brown < brun.
Title: well-burnished face → ηλιοκαμένo πρόσωπo, λιοκαμένo πρόσωπo
Post by: metafrastis on 29 Dec, 2005, 13:53:33
Επειδή το well-burnished εμφανίζεται στο τέλος της πρότασης, οπότε νομίζω ότι δείχνει κάτι που ήδη υπάρχει (προτού, δηλαδή, αρχίσει να κυλάει ο ιδρώτας), και αφού μιλάμε για αγροτική εργασία, εγώ θα έλεγα κάτι σαν "ηλιοκαμένα πρόσωπα". Επίσης, σύμφωνα με Webster's, η ετυμολογία του burnish παραπέμπει στο: burniss - extended stem of brunir, to make brown < brun.


Μμμμ...

Με βολεύει η συγκεκριμένη διατύπωση :)

Ευχαριστώ
Title: well-burnished face → ηλιοκαμένo πρόσωπo, λιοκαμένo πρόσωπo
Post by: banned8 on 29 Dec, 2005, 14:34:26
Συμφωνώ απολύτως με τον zephyrous. Δεν είναι μια χρήση που θα βρει κανείς σε λεξικά, αλλά αυτή η σημασία φαίνεται να επιβάλλεται από τη χρήση και καλώς επισημαίνεται η ετυμολογία, αν και εγώ θα τόνιζα και την επιρροή από το burn.