de verdad → αληθινάΑυτός ο όρος προέρχεται από το Ισπανοελληνικό και Ελληνοϊσπανικό λεξικό της Ματζέντα. Ενδέχεται να έχουν γίνει τροποποιήσεις από τους χρήστες ή τους συντονιστές για τον εμπλουτισμό και τη βελτίωσή του.
Ισπανοελληνικό λεξικό, Ισπανοελληνικό γλωσσάρι, λεξικό ισπανικά-ελληνικά, γλωσσάριο, μετάφραση. Diccionario español - griego, glossario, traducción. Spanish-Greek dictionary, Spanish-Greek glossary, terms, computers.
« Last Edit: 08 Aug, 2019, 22:29:50 by spiros »