Épitaphe Gérard de Nerval
Il a vécu tantôt gai comme un sansonnet, Tour à tour amoureux insoucieux et tendre, Tantôt sombre et rêveur comme un triste Clitandre, Un jour il entendit qu’à sa porte on sonnait.
C’était la Mort ! Alors il la pria d’attendre Qu’il eût posé le point à son dernier sonnet ; Et puis sans s’émouvoir, il s’en alla s’étendre Au fond du coffre froid où son corps frissonnait.
Il était paresseux, à ce que dit l’histoire, Il laissait trop sécher l’encre dans l’écritoire. Il voulait tout savoir mais il n’a rien connu.
Et quand vint le moment où, las de cette vie, Un soir d’hiver, enfin l’âme lui fut ravie, Il s’en alla disant : « Pourquoi suis-je venu ? »
| Επιτάφιος Ζεράρ ντε Νερβάλ (μετάφραση: Θεόδωρος Μακρής)
Είχε περάσει τη ζωή, πότε ως φαιδρό πουλάκι Από τον έρωτα γοργά στην ξεγνοιασιά πηδώντας, Πότε γυρνώντας σκεφτικός, βαρύς και πικραμένος. Όταν μια μέρα ακούστηκε κάποιος να κρούει τη θύρα.
Ήταν ο Χάρος βιαστικός, μα με τα παρακάλια Τον άφησε το ύστερο τραγούδι ν’ αποσώσει Κ’ ύστερ’ αδιάφορος κινά και ξάπλωσε τη ράχη Στο φέρετρο, που παγωνιά σκορπίζει στο κορμί του.
Ήταν τεμπέλης ξακουστός, καθώς τον ιστορούνε, Και το μελάνι στέγνωνε συχνά στο καλαμάρι. Όλα να μάθει γύρευε κι άμαθος είχε μείνει.
Κι όταν επρόβαλε η στιγμή, οπού βαριεστημένη. Μια χειμωνιάτικη βραδιά του πήραν την ψυχή του, Έφυγε λέγοντας. Λοιπόν, γιατί ήρθα εγώ εδώ κάτω;
|