Είναι όντως έτσι; Αυτές οι μηχανές εφευρέθηκαν για να «κερδίσουμε χρόνο»; Περισσότερο άπορος και άκληρος κι από έναν τρωγλοδύτη, ο πολιτισμένος άνθρωπος δεν έχει ούτε μια στιγμή δική του∙ οι ώρες σχόλης του είναι πυρετώδεις και καταπιεστικές: ένας αδειούχος κατάδικος που υποκύπτει στη μελαγχολική ανία του dolce far niente και στον εφιάλτη των παραλιών. Όταν έχεις διαμείνει σε τόπους όπου η ραστώνη ήταν αυτονόητη, όπου άπαντες αρίστευαν σε αυτήν, είναι τότε δύσκολο να εξοικειωθείς με έναν κόσμο όπου κανείς δεν τη γνωρίζει ούτε ξέρει να την απολαμβάνει, όπου κανείς δεν έχει «καιρόν αναπνοής». Πόσο ανθρώπινο άραγε είναι να εξαρτάσαι διαρκώς από τις ώρες; Δικαιολογείται άραγε να αποκαλείς τον εαυτό σου ελεύθερο, όταν έχεις αποσείσει κάθε λογής ζυγό, εκτός από τον ουσιωδέστερο; Στο έλεος του χρόνου, τον οποίο τρέφει και παχαίνει με την υπόστασή του, ο άνθρωπος κοπιάζει μέχρι πλήρους εξουθένωσης για να εξασφαλίσει την ευημερία ενός παράσιτου ή ενός τυράννου. Υστερόβουλος παρά την τρέλα του, φαντάζεται ότι οι έγνοιες και οι θλίψεις του θα ήταν μικρότερες αν τις εκχωρούσε, υπό τη μορφή ενός «προγράμματος», στους «υπανάπτυκτους» λαούς, τους οποίους βέβαια μέμφεται ότι δεν είναι «μπλεγμένοι αρκετά στο κόλπο», ήτοι στη «δίνη» του σύγχρονου κόσμου. Για να εξασφαλίσει την ανάμειξή τους, ενστάλαξε μέσα τους το δηλητήριο του άγχους, και δεν πρόκειται να τους αφήσει ήσυχους μέχρι να διακριβώσει σε αυτούς τα ίδια συμπτώματα μιας αγωνιώδους ευμάρειας. Με σκοπό να εκπληρώσει το όνειρό του για μια ανθρωπότητα ξέπνοη, σαστισμένη και χρονομετρημένη, θα οργώσει τις ηπείρους προς άγραν νέων θυμάτων, τα οποία θα επιβαρύνει με τα ερέβη της ψυχής του και την πυρετώδη ανυπομονησία του. Διαβλέπουμε σε όλο αυτό την αληθινή όψη της κόλασης: δεν είναι μήπως ο τόπος όπου εκτίουμε την ποινή του χρόνου για όλη την αιωνιότητα;
— Η πτώση μέσα στον χρόνο, Ο Τέτος Σούρδος μεταφράζει Εμίλ Σιοράν