παίρνω φαλάγγι →
put to flight, beat all hollow, beat hollow, beat the daylight out of, beat the daylights out of, beat the pants off, beat the piss out of, beat the snot out of, beat the tar out of, beat to a pulp, blow out of the water, crush, deliver a crushing defeat, eat face, eat someone for breakfast, eat someone's lunch, give a kicking, give a thrashing, kick ass, knock the living daylights out of, lick the pants off of, lower the boom on, make mincemeat out of, make rings round, murdelize, pulverize, rout, thrash, triumph against, triumph over, trounce, wipe the floor with
Κλεφταρματωλο-σλάνγκ του ’21 που έμελλε να επιβιώσει ως τις μέρες μας, σημαίνοντας την άνετη νίκη έως ολοκληρωτικής εξόντωσης και εξευτελισμού του αντιπάλου, σε πάσης φύσεως μάχες και αγώνες.
Έλκει την καταγωγή του από την αρχαία «φάλαγγα», που σημαίνει στρατιωτικός σχηματισμός – παράταξη ομάδος οπλιτών. Δεδομένης και της καθολικής υπεροχής που είχε η γνωστή «μακεδονική φάλαγξ» έναντι των αντιπάλων, επιβίωσε στις μέρες μας επισημαίνοντας την «μεγάλη νίκη».
παίρνω φαλάγγι - SLANG.grφαλάγγι 2 ΦΡ παίρνω κπ. ~, νικώ κατά κράτος, κατατροπώνω: Οι αντίπαλοι μας πήραν ~.
[ελνστ. φαλάγγιον υποκορ. του φάλαγξ (δες στο φάλαγγα 1)]
— Λεξικό της κοινής νεοελληνικής του ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη φαλάγγι φα-λάγ-γι ουσ. (ουδ.) ΦΡ.: παίρνω (κάποιον) φαλάγγι (προφ.): τον τρέπω σε φυγή, τον κατατροπώνω. [< 1: μτγν. φαλάγγιον 2: αρχ. ~]
Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας - Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσαςτο / φαλάγγιον, ΝΜΑ, και φαλάγγι και σφαλάγγι Ν, και φαλαγγεῖον Α
3. φρ. «τους πήρανε φαλάγγι» (κυρίως μτφ.) i) τους έτρεψαν σε άτακτη φυγή Η) τους νίκησαν με μεγάλη διαφορά
φαλάγγιο - Ancient Greek (LSJ)