influenceuse → αυτή που ασκεί επιρροή, αυτή που ασκεί επιρροή στο καταναλωτικό κοινό, επηρεάστρια, επηρεάστρια γνώμης, αυτή που επηρεάζει, παράγοντας επιρροής, παράγων επιρροής, επιδραστική, ίνφλουενσερ, ινφλουένσερ, διαμορφώτρια τάσεων, αυτή που καθορίζει τις τάσεις, αυτή που ξεκινά μια μόδα, αυτή που λανσάρει μια μόδα

spiros

  • Administrator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 854562
    • Gender:Male
  • point d’amour
influenceuse → αυτή που ασκεί επιρροή, αυτή που ασκεί επιρροή στο καταναλωτικό κοινό, επηρεάστρια, επηρεάστρια γνώμης, αυτή που επηρεάζει, παράγοντας επιρροής, παράγων επιρροής, επιδραστική, ίνφλουενσερ, ινφλουένσερ, διαμορφώτρια τάσεων, αυτή που καθορίζει τις τάσεις, αυτή που ξεκινά μια μόδα, αυτή που λανσάρει μια μόδα
trendsetter

tendanceur
faiseur de mode
faiseur de tendance → διαμορφωτής τάσεων, αυτός που καθορίζει τις τάσεις, αυτός που ξεκινά μια μόδα
trendsetter
influenceur
lanceur de mode

Chinese Mandarin: 意见领袖, 影响因子; French: influenceur, influenceuse; Galician: influídor, influídora; German: Beeinflusser, Beeinflusserin; Hungarian: befolyásoló; Malay: pempengaruh; Polish: influencer, influencerka; Romanian: agent de influență; Spanish: influidor, influidora, influente or


 

Search Tools