91
Turkish→Greek Translation Forum / göstermelik demokrasi → ψευδοδημοκρατία
« Last post by spiros on 02 Dec, 2024, 11:25:33 »göstermelik demokrasi → ψευδοδημοκρατία
sham democracy
sham democracy
English | Greek |
abduction | απαγωγή |
abolition of the death penalty | κατάργηση της θανατικής ποινής |
absence of a public hearing | απουσία δημόσιας συνεδρίασης| ακροαματικής διαδικασίας |
absence of intention to pursue petition | απουσία πρόθεσης διατήρησης της προσφυγής |
absence of right to compensation | έλλειψη δικαιώματος αποζημίωσης |
in absentia | ερήμην |
absolutely necessary | απολύτως απαραίτητο |
absolute rights | απόλυτα δικαιώματα |
abuse of the right of petition | κατάχρηση του δικαιώματος υποβολής προσφυγής |
access to court | πρόσβαση στη δικαιοσύνη |
access to information | πρόσβαση σε πληροφορίες |
access to relevant files | πρόσβαση σε σχετικούς φακέλους |
accessibility | προσβασιμότητα |
acquittal at first instance | απαλλαγή σε πρώτο βαθμό |
action for damages | αγωγή αποζημίωσης |
actio popularis | λαϊκή αγωγή |
adequate facilities | επαρκείς ευκολίες |
adequate time | επαρκής χρόνος |
adjourn the case | αναβάλλω την υπόθεση |
administrative detention | διοικητική κράτηση |
administrative practice | διοικητική πρακτική |
administrative proceedings | διοικητική διαδικασία |
admissibility criteria | προϋποθέσεις παραδεκτού |
admissible|admissibility|decision | απόφαση επί του παραδεκτού |
admit (evidence) | δέχομαι (αποδείξεις|αποδεικτικά στοιχεία) |
adoption of a judgment | έκδοση απόφασης |
adversarial trial|adversarial hearing | κατ' αντιμωλία δίκη|συζήτηση |
after conviction | κατόπιν καταδίκης |
age of criminal responsibility | ηλικία ποινικής ευθύνης |
aim | σκοπός|στόχος |
alcoholics | αλκοολικοί |
aliens | αλλοδαποί |
allegation | ισχυρισμός |
allocate | κατανέμω|επιμερίζω |
allowance | επίδομα|αποζημίωση|παροχή |
alternative civil service | εναλλακτική θητεία |
anonymous petition | ανώνυμη αίτηση |
appeal on a point of law | αναίρεση |
appellant | αναιρεσείων |
applicability | δυνατότητα εφαρμογής |
applicable provisions | εφαρμοστέες διατάξεις |
applicant | προσφεύγων|αιτών |
applicant State party | αιτούν κράτος μέρος |
application for release from detention | αίτηση απόλυσης κρατουμένου |
apprehension | σύλληψη |
arbitrariness | αυθαιρεσία |
arbitrary action | αυθαίρετη πράξη|ενέργεια |
arbitrary arrest|detention | αυθαίρετη σύλληψη|κράτηση |
arbitrary deprivation of liberty | αυθαίρετη στέρηση ελευθερίας |
arguable claim | υποστηρίξιμη αξίωση |
arrest | σύλληψη |
arrest warrant | ένταλμα σύλληψης |
assault | επίθεση |
asylum-seeker | αιτών άσυλο |
award compensation|damages | επιδικάζω αποζημίωση |
bailiff | δικαστικός επιμελητής |
bankruptcy | πτώχευση |
biased | μεροληπτικός |
bill of indictment | κατηγορητήριο |
binding judgment | δεσμευτική απόφαση |
bringing before competent authority | οδηγούμαι ενώπιον της αρμόδιας αρχής |
bringing before competent legal authority | οδηγούμαι ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής αρχής |
brought promptly before judge or other officer authorised by law to exercise judicial power | παραπέμπομαι συντόμως ενώπιον δικαστή ή ετέρου λειτουργού νομίμως εντεταλμένου να εκτελεί δικαστικά καθήκοντα |
capital punishment | θανατική ποινή |
case | υπόθεση |
case-law | νομολογία |
cassation appeal | αναίρεση |
causal link | αιτιώδης συνάφεια|σύνδεσμος |
change religion or belief | αλλαγή θρησκείας ή πεποιθήσεων |
charged with criminal offence | κατηγορούμενος για αδίκημα|αξιόποινη πράξη |
charges | κατηγορίες |
child born out of wedlock | τέκνο γεννημένο εκτός γάμου |
choice of the legislature | επιλογή του νομοθετικού σώματος |
circumstances of the case | περιστάσεις της υπόθεσης |
civil proceedings | αστική διαδικασία |
civil rights and obligations | δικαιώματα και υποχρεώσεις αστικής φύσης |
civilian substitute service | πολιτική εναλλακτική υπηρεσία |
civil service | δημόσια υπηρεσία |
claim | αξίωση|απαίτηση |
coercion (administrative) | εξαναγκασμός (διοικητικός) |
collective complaint | συλλογική καταγγελία |
collective exercise of freedom of expression | συλλογική άσκηση της ελευθερίας έκφρασης |
collective punishment | συλλογική ποινή |
commit an offence | διαπράττω αδίκημα |
Committee of Ministers | Επιτροπή Υπουργών |
common ground | κοινός λόγος|κοινή βάση |
comparable situation | συγκρίσιμη κατάσταση |
compatibility with the Convention | συμβατότητα προς τη Σύμβαση |
compensation | επανό ρθωση|αποζημίωση |
competent court | αρμόδιο δικαστήριο |
competent legal authority | αρμόδια δικαστική αρχή |
complaint | αιτίαση |
composition | σύνθεση|συγκρότηση |
compulsory | υποχρεωτικός |
compulsory labour | υποχρεωτική εργασία |
concurring opinion | σύμφωνη γνώμη |
conditional release | υπό όρους απόλυση |
conditions of detention | συνθήκες κράτησης |
conduct of the proceeding | διεξαγωγή της διαδικασίας |
confidentiality | εμπιστευτικότητα |
conscientious objection | αντίρρηση συνείδησης |
conscientious objector | αντιρρησίας συνείδησης |
constitute | αποτελώ|συνιστώ|συγκροτώ |
constitutional proceedings | συνταγματική διαδικασία |
constitutionality | συνταγματικότητα |
continued detention | συνέχιση της κράτησης|συνεχόμενη κράτηση |
continued examination not justified | δε δικαιολογείται η περαιτέρω εξέταση |
continuing situation | συνεχιζόμενη κατάσταση |
control of use of property | ρύθμιση της χρήσης αγαθών |
conviction | καταδίκη |
convincingly demonstrate | αποδεικνύω με πειστικό τρόπο |
costs and expenses | έξοδα και δαπάνες |
Court holds ... | το δικαστήριο εκτιμά|κρίνει. |
court of appeal | εφετείο |
criminal charge | κατηγορία ποινικής φύσης |
criminal offence | αδίκημα|αξιόποινη πράξη |
criminal proceedings | ποινική διαδικασία |
custody of children | επιμέλεια τέκνων |
custody record | αρχείο κράτησης |
custody suite | χώρος κράτησης |
date of lodging of a complaint | ημερομηνία υποβολής αιτίασης |
death penalty | θανατική ποινή |
decision | απόφαση |
default interest | τόκος υπερημερίας |
defamation | δυσφήμηση |
defence from unlawful violence | υπεράσπιση κατά παράνομης βίας |
defence through legal assistance | ανάθεση της υπεράσπισης σε συνήγορο |
defend in person | υπερασπίζομαι αυτοπροσώπως |
defendant state party | καθού κράτος μέρος |
degrading punishment | εξευτελιστική ποινή |
degrading treatment | εξευτελιστική μεταχείριση |
delays in payment of compensation for | καθυστερήσεις καταβολής αποζημίωσης |
expropriation | λόγω απαλλοτρίωσης |
delays in the proceedings | καθυστερήσεις της διαδικασίας |
deliver a judgment | εκδίδω απόφαση |
democratic society | δημοκρατική κοινωνία |
demonstration | απόδειξη|διαδήλωση |
denial of access to lawyer | άρνηση πρόσβασης σε δικηγόρο |
deprivation of liberty | στέρηση ελευθερίας |
deprivation of possession | στέρηση ιδιοκτησίας |
deprivation of property | στέρηση περιουσίας |
derogable rights and freedoms | δικαιώματα και ελευθερίες από τα οποία μπορούν να υπάρξουν παρεκκλίσεις |
derogation | παρέκκλιση |
derogation in time of war or other | παρέκκλιση σε περίπτωση πολέμου ή |
public emergency | άλλου δημοσίου κινδύνου |
destruction of possessions and home | καταστροφή της ιδιοκτησίας και της κατοικίας |
detention on remand | προσωρινή κράτηση |
determine | καθορίζω|προσδιορίζω|αποφασίζω|αποφαίνομαι |
determination | καθορισμός|προσδιορισμός|απόφαση |
diligence | επιμέλεια |
diplomatic assurances | διπλωματικές διαβεβαιώσεις |
directly imputable to the local authorities | άμεσα καταλογιστέος στις τοπικές αρχές |
disability pension | σύνταξη αναπηρίας|αναπηρική σύνταξη |
(forced) disappearance | (αναγκαστική) εξαφάνιση |
disciplinary proceedings | πειθαρχική διαδικασία |
disclosure of identity | αποκάλυψη ταυτότητας |
discrimination | διάκριση |
dismissal | απαλλαγή από τα καθήκοντα|απόλυση |
dismissal from civil service | απόλυση δημοσίων υπαλλήλων από δημόσια υπηρεσία |
dismissal of appeal on points of law | απόρριψη της (αίτησης) αναίρεσης |
dispute | διαφορά|διαφωνία |
dissemination | διάδοση |
dissenting opinion | μειοψηφούσα γνώμη |
dissolution (of an association, political party, etc.) | διάλυση (ένωσης, πολιτικού κόμματος κ.λπ.) |
documentary evidence | έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία|έγγραφες αποδείξεις |
domestic legislation | εθνική νομοθεσία |
double jeopardy | αρχή ne bis in idem|αρχή της απαγόρευσης διπλής δίκης |
drug addicts | τοξικομανείς |
duties and responsibilities | καθήκοντα και ευθύνες |
duty solicitor | δικηγόρος παροχής νομικής συνδρομής |
educational supervision | εκπαιδευτική επιτήρηση |
effect lawful arrest | προβαίνω σε νόμιμη σύλληψη |
effective access to a court | αποτελεσματική πρόσβαση στη δικαιοσύνη |
effective domestic remedy | αποτελεσματικό εσωτερικό ένδικο μέσο |
effective remedy | αποτελεσματικό ένδικο μέσο| αποτελεσματική προσφυγή |
effectiveness of investigation into (murder) | αποτελεσματικότητα της έρευνας σχετικά με (φόνο) |
enforceable judicial decision | εκτελεστή δικαστική απόφαση |
enforcement proceeding | διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης |
engagements undertaken by parties | υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν τα μέρη |
environment | περιβάλλον |
elections by secret ballot | εκλογές με μυστική ψηφοφορία |
equality before the law | ισότητα ενώπιον του νόμου |
equality of arms | ισότητα των όπλων |
equitable basis | δίκαιος τρόπος|εύλογη βάση |
established by law | που λειτουργεί|έχει συσταθεί νομίμως |
examination of the appeal | εξέταση έφεσης |
examination of circumstances | εξέταση περιστάσεων |
examination of witnesses | εξέταση μαρτύρων |
examine all the facts arguing for or | εξετάζω όλα τα πραγματικά περιστατικά |
against | που συνηγορούν υπέρ ή κατά |
examine the second set of proceedings | εξετάζω τη δεύτερη διαδικασία |
excessive length of proceedings | υπερβολική διάρκεια της διαδικασίας |
exclusion of press | αποκλεισμός του Τύπου |
exclusion of public | αποκλεισμός του κοινού |
execution | εκτέλεση |
exercise the jurisdiction | ασκώ τη δικαιοδοσία |
exemption from exhaustion of domestic | εξαίρεση από την εξάντληση των |
remedies | εσωτερικών ένδικων μέσων |
exhaust domestic remedies | εξαντλώ τα εσωτερικά ένδικα μέσα |
exhaustion of domestic remedies | εξάντληση των εσωτερικών ένδικων μέσων |
expel | απελαύνω|αποβάλλω |
expiry of time-limit | λήξη προθεσμίας |
expropriation | απαλλοτρίωση |
expulsion | απέλαση |
extend the detention on remand | παρατείνω την προσωρινή κράτηση |
extent strictly required by situation | όριο απολύτως απαιτούμενο από την κατάσταση |
extensive | εκτενής|διασταλτικός |
extradition | έκδοση |
extraterritorial jurisdiction | εξωεδαφική δικαιοδοσία |
fair hearing | δίκαιη δίκη |
fairness of proceedings | δίκαιη διεξαγωγή της διαδικασίας |
family life | οικογενειακή ζωή |
feeling of fear, anguish and inferiority | αίσθημα φόβου, άγχους και κατωτερότητας |
final domestic decision | αμετάκλητη εσωτερική απόφαση |
forced evacuation | αναγκαστική εκκένωση |
forced labour | καταναγκαστικά έργα|αναγκαστική εργασία |
forensic expert | ιατροδικαστής |
form|join trade unions | ίδρυση συνδικάτων|προσχώρηση σε συνδικάτα |
foreseeability | προβλεψιμότητα |
found a family | ιδρύω οικογένεια |
free assistance of an interpreter | δωρεάν παράσταση διερμηνέα |
free elections | ελεύθερες εκλογές |
free legal assistance | δωρεάν νομική αρωγή (ευεργέτημα πενίας) |
freedom of association | ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι |
freedom of conscience | ελευθερία συνείδησης |
freedom of correspondence | ελευθερία αλληλογραφίας |
freedom of expression | ελευθερία έκφρασης |
freedom of movement | ελευθερία μετακίνησης |
freedom of opinion | ελευθερία γνώμης |
freedom of peaceful assembly | ελευθερία του συνέρχεσθαι ειρηνικώς |
freedom of religion | ελευθερία θρησκείας |
freedom of the press | ελευθερία του Τύπου |
freedom of thought | ελευθερία σκέψης |
freedom to choose a place of residence | ελευθερία επιλογής τόπου διαμονής |
freedom to impart ideas | ελευθερία μετάδοσης ιδεών |
freedom to impart information | ελευθερία μετάδοσης πληροφοριών |
freedom to manifest religion | ελευθερία εκδήλωσης της θρησκείας |
freedom to receive ideas | ελευθερία λήψης ιδεών |
freedom to receive information | ελευθερία λήψης πληροφοριών |
friendly settlement | φιλικός διακανονισμός |
fundamental defect in proceedings | θεμελιώδες σφάλμα της διαδικασίας |
fundamental freedoms | θεμελιώδεις ελευθερίες |
fundamental values of a democratic society | θεμελιώδεις αξίες μιας δημοκρατικής κοινωνίας |
humiliating punishment | ταπεινωτική ποινή |
ill-treatment of detainees/in custody | κακομεταχείριση κρατουμένων/κατά την κράτηση |
illegal detention | παράνομη κράτηση |
impartial tribunal | αμερόληπτο δικαστήριο |
impartiality of a judge | αμεροληψία δικαστή |
imposition of fine | επιβολή προστίμου |
imprisonment | φυλάκιση |
impunity | ατιμωρησία |
imputability | καταλογισμός |
in accordance with law | σύμφωνα με τον νόμο |
in force | σε ισχύ |
in the capacity of | με την ιδιότητα|ως |
inability to secure compliance with the | αδυναμία διασφάλισης της εκτέλεσης |
judgment | της απόφασης |
inadmissibility | απαράδεκτο |
inapplicability | ανεφάρμοστο |
incitement to hatred and hostility | υποκίνηση μίσους και εχθρότητας |
indemnification | αποζημίωση |
independent tribunal | ανεξάρτητο δικαστήριο |
individual | άτομο|ατομικός |
individual application|petition | ατομική προσφυγή|αίτηση |
individual measures | ατομικά μέτρα |
ineffectiveness of remedies | αναποτελεσματικότητα ένδικων μέσων |
information in detail | λεπτομερείς πληροφορίες |
information in language understood | πληροφόρηση σε γλώσσα την οποία κατανοεί (κάποιος) |
information on charge | πληροφόρηση σχετικά με την κατηγορία |
information on nature and cause of | πληροφόρηση σχετικά με τη φύση και |
accusation | τον λόγο της κατηγορίας |
information on reasons for arrest | πληροφόρηση σχετικά με τους λόγους σύλληψης |
inhuman punishment | απάνθρωπη ποινή |
inhuman treatment | απάνθρωπη μεταχείριση |
inter-State case | διακρατική υπόθεση |
interests of justice | συμφέρον της δικαιοσύνης |
interests of members | συμφέροντα των μελών |
interests of society as a whole | συμφέρον της κοινωνίας συνολικά |
interference | επέμβαση |
interim measure | ασφαλιστικό μέτρο|προσωρινό μέτρο |
international obligations | διεθνείς υποχρεώσεις |
interrogation | ανάκριση |
intimidation | εκφοβισμός |
join trade unions | προσχώρηση σε συνδικάτα |
joint opinion | κοινή γνώμη |
judge or other officer exercising judicial | δικαστής ή άλλος λειτουργός να εκτελεί |
power | δικαστικά καθήκοντα |
judgment | (δικαστική) απόφαση |
judgments are essentially declaratory in | οι αποφάσεις έχουν κατ' ουσίαν |
nature | αναγνωριστικό χαρακτήρα |
judicial authorities | δικαστικές αρχές |
judicial officer | δικαστικός λειτουργός |
judicial review | δικαστικός έλεγχος |
jurisdiction of states | δικαιοδοσία κρατών |
jurisdiction of the Court | δικαιοδοσία του δικαστηρίου |
jurisprudence | νομολογία |
just satisfaction | δίκαιη ικανοποίηση |
justified by the public interest in a democratic society | που επιβάλεται από το δημόσιο συμφέρον σε μια δημοκρατική κοινωνία |
justify the interference | δικαιολογώ την επέμβαση |
juvenile delinquency | νεανική εγκληματικότητα |
lack of a public hearing | έλλειψη ακροαματικής διαδικασίας |
lack of diligence | έλλειψη επιμέλειας |
lack of effective access to a tribunal | έλλειψη αποτελεσματικής πρόσβασης στη δικαιοσύνη |
lack of effective remedy|lack of effective investigation|lack of effective oral hearing | έλλειψη αποτελεσματικού ένδικου μέσου/έρευνας/ακρόασης |
lack of promptness of information | έλλειψη άμεσης πληροφόρησης |
language which an accused understands | γλώσσα την οποία κατανοεί ο κατηγορούμενος |
lapse of time | παρέλευση του χρόνου |
lawful arrest or detention | νόμιμη σύλληψη ή κράτηση |
lawful order of a court | νόμιμη διαταγή δικαστηρίου |
lawful restrictions | νόμιμοι περιορισμοί |
lawfulness of proceedings | νομιμότητα της διαδικασίας |
lawyer | δικηγόρος|νομικός |
legal aid or assistance | νομική συνδρομή ή αρωγή (ευεργέτημα πενίας) |
legal obligation | εκ του νόμου υποχρέωση|νόμιμη υποχρέωση |
legality of detention | νομιμότητα της κράτησης |
legitimate aim | θεμιτός στόχος|σκοπός |
legitimate purpose | θεμιτός σκοπός |
length of civil|criminal proceedings | διάρκεια αστικής|ποινικής διαδικασίας |
length of detention on remand | διάρκεια προσωρινής κράτησης |
length of pre-trial detention | διάρκεια προσωρινής κράτησης |
level of jurisdiction | βαθμός δικαιοδοσίας |
liability | ευθύνη |
liable under the Convention | υπεύθυνος δυνάμει της Σύμβασης |
liberty of movement | ελευθερία μετακίνησης |
liberty of person | προσωπική ελευθερία |
licensing of broadcasting, television and cinema enterprises | υποβολή των επιχειρήσεων ραδιοφωνίας, κινηματογράφου και τηλεόρασης σε κανονισμούς έκδοσης αδειών λειτουργίας |
life of the community | ζωή της κοινότητας |
life of the nation | ζωή του έθνους |
life sentence | ισόβια κάθειρξη |
limitation on use of restrictions on rights | όρια στη χρήση των περιορισμών σε δικαιώματα |
limitations to protect democratic society | περιορισμοί με σκοπό την προστασία δημοκρατικής κοινωνίας |
limitations to protect the rights of others | περιορισμοί με σκοπό την προστασία των δικαιωμάτων των τρίτων |
limited jurisdiction | περιορισμένη δικαιοδοσία |
living instrument | ζωντανό εργαλείο |
local needs and conditions | τοπικές ανάγκες και συνθήκες |
locus standi | ενεργητική νομιμοποίηση |
lodge an application | καταθέτω| εισάγω προσφυγή κατά |
loss of property | απώλεια περιουσίας |
make financial award | καταβάλλω αποζημίωση |
maintaining the authority and | διασφάλιση του κύρους και |
impartiality of the judiciary | αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας |
manifestly ill-founded | προφανώς αβάσιμος |
manifest religion or belief | εκδηλώνω τη θρησκεία ή τις πεποιθήσεις |
margin of appreciation | περιθώριο εκτίμησης |
marriageable age | ηλικία γάμου |
material damage | υλική ζημία |
matter resolved | η διαφορά διευθετήθηκε |
measures necessary in the interests of children | αναγκαία μέτρα που επιβάλλει το συμφέρον των τέκνων |
measures of a general character | μέτρα γενικής φύσης |
measures similar to expropriation | παρόμοια με την απαλλοτρίωση μέτρα |
media | μέσα μαζικής ενημέρωσης |
members of a minority group | μέλη μειονοτικής ομάδας |
members of administration | μέλη διοικητικών υπηρεσιών |
members of armed forces | μέλη ενόπλων δυνάμεων |
members of police | μέλη της αστυνομίας |
memorandum | μνημόνιο |
mental anguish|suffering | ψυχική αγωνία |
merits of individual application/inter-state application | βάσιμο ατομικής προσφυγής/διακρατικής προσφυγής |
merits of the complaint | ουσία των αιτιάσεων |
military service | θητεία |
minimum degree of protection to which | ελάχιστος βαθμός προστασίας τον οποίο |
citizens are entitled under the rule of | δικαιούνται οι πολίτες δυνάμει του κράτους |
law in a democratic society | δικαίου σε μια δημοκρατική κοινωνία |
minimum level of severity | ελάχιστος βαθμός βαρύτητας |
minor offence | πταίσμα |
minority | μειονότητα |
minors | ανήλικοι |
miscarriage of justice | δικαστική πλάνη |
moderate physical punishment | μέτρια σωματική τιμωρία |
monitoring of prisoners’ | παρακολούθηση αλληλογραφίας| |
correspondence|telecommunications| | τηλεπικοινωνιών|τηλεφώνων των |
telephones | φυλακισμένων |
moral damage | ηθική βλάβη |
morals | τα ήθη |
narrow interpretation | συσταλτική ερμηνεία |
national authority | εθνική αρχή |
national court | εθνικό δικαστήριο |
national law | εθνικός νόμος|εθνικό δίκαιο |
national minority | εθνική μειονότητα |
national origin | εθνική προέλευση|καταγωγή |
national security | εθνική ασφάλεια |
nationalisation | εθνικοποίηση |
nature of punishment | φύση της ποινής |
nature of interference | φύση της επέμβασης |
ne bis in idem|non bis in idem principle | αρχή ne bis in idem|non bis in idem |
necessary in a democratic society | αναγκαίος σε μια δημοκρατική κοινωνία |
negative obligation | αρνητική υποχρέωση |
negotiations | διαπραγματεύσεις |
new or newly discovered facts | νέο ή μεταγενέστερο γεγονός |
no significant disadvantage | μη σημαντική βλάβη |
non-derogable rights and freedoms | δικαιώματα και ελευθερίες από τα οποία δεν μπορούν να υπάρξουν παρεκκλίσεις |
non-enforcement | μη εκτέλεση |
non-exhaustion | μη εξάντληση |
non-exhaustion of domestic remedies | μη εξάντληση των εσωτερικών ένδικων μέσων |
non-governmental organisation | μη κυβερνητικός οργανισμός |
non-official summary | ανεπίσημη σύνοψη |
non-pecuniary damage | ηθική βλάβη |
normal civic obligations | τακτικές υποχρεώσεις του πολίτη |
notification | κοινοποίηση|γνωστοποίηση |
notification of a derogation | κοινοποίηση παρέκκλισης |
null and void | άκυρος και ανυπόστατος |
nulla poena sine lege | αρχή της νομιμότητας των ποινών|αρχή nulla poena sine lege |
nullum crimen sine lege | αρχή της νομιμότητας των εγκλημάτων|αρχή nullum crimen sine lege |
objective and reasonable justification | αντικειμενική και λογική αιτιολόγηση |
obligation of performing military service | υποχρέωση εκτέλεσης της στρατιωτικής θητείας |
obligation prescribed by law | υποχρέωση που προβλέπεται|ορίζεται από τον νόμο |
observance | σεβασμός |
obtain attendance of witnesses | επιτυγχάνω την παράσταση των μαρτύρων |
officer authorised by law to exercise judicial power | λειτουργός νομίμως εντεταλμένος να εκτελεί δικαστικά καθήκοντα |
Ombudsperson | Διαμεσολαβητής |
oral hearing | ακρόαση |
oral submission | προφορική παρέμβαση |
order release | διατάσσω την απόλυση κάποιου |
ordinary courts | τακτικά δικαστήρια |
originate | προέρχομαι|κατάγομαι |
other status | άλλη κατάσταση |
outstanding interest | ανεξόφλητος τόκος |
outweigh | αντισταθμίζω |
parental authority | γονική μέριμνα |
parents’ religious and philosophical | θρησκευτικές και φιλοσοφικές |
convictions | πεποιθήσεις των γονέων |
particular circumstances of the case | ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης |
particular level of severity | ιδιαίτερος βαθμός βαρύτητας |
peaceful assembly | συνέρχεσθαι ειρηνικώς |
peaceful enjoyment of possessions | σεβασμός της περιουσίας |
pecuniary damage | υλική ζημία |
penalty | ποινή |
periodic review of the continuing lawfulness of detention | περιοδική επανεξέταση της νομιμότητας της κράτησης |
permit for a demonstration | άδεια διαδήλωσης |
persons of unsound mind | φρενοβλαβείς |
physical integrity | σωματική ακεραιότητα |
physical liberty and security | σωματική ελευθερία και ασφάλεια |
physical punishment | σωματική τιμωρία |
physical suffering | σωματική οδύνη |
pilot judgment | πιλοτική απόφαση |
placement in custody | θέτω υπό κράτηση |
plea of inadmissibility | ένσταση απαράδεκτου |
plot of land | οικόπεδο |
pluralism in education | πλουραλισμός στην εκπαίδευση |
police surgeon | ιατροδικαστής |
political activity | πολιτική δραστηριότητα |
political asylum | πολιτικό άσυλο |
political or other opinion | πολιτική ή άλλη γνώμη|πεποίθηση |
political party | πολιτικό κόμμα |
political rights | πολιτικά δικαιώματα |
positive obligations | θετικές υποχρεώσεις |
possessions | περιουσία|ιδιοκτησία |
power of attorney | πληρεξούσιο |
power to overturn decision of the court | εξουσία ανατροπής απόφασης του δικαστηρίου |
practical and effective protection | πρακτική και αποτελεσματική προστασία |
prejudice interests of justice | παραβλάπτω τα συμφέροντα της δικαιοσύνης |
pre-trial detention | προσωρινή κράτηση |
preliminary objection|investigation | προκαταρκτική ένσταση|ανάκριση |
preparation of defence | προετοιμασία της υπεράσπισης |
prescribed by law | που προβλέπεται|ορίζεται από τον νόμο |
present-day conditions | παρούσες συνθήκες |
presidential pardon | προεδρική χάρη |
press | Τύπος |
pressing social need | επιτακτική κοινωνική ανάγκη |
presumed paternity | τεκμαιρόμενη πατρότητα |
presumption in respect of factors | τεκμήριο σε σχέση με παράγοντες |
presumption of innocence | τεκμήριο αθωότητας |
prevent disorder | προασπίζομαι την τάξη |
prevent escape | παρεμπόδιση απόδρασης |
prevent unauthorised entry into country | εμποδίζω (κάποιον) από το να εισέλθει παράνομα στη χώρα |
preventing the disclosure of information | παρεμπόδιση αποκάλυψης |
received in confidence | εμπιστευτικών πληροφοριών |
prevention of crime | πρόληψη ποινικής παράβασης| εγκλήματος |
prevention of disorder | προάσπιση της τάξης |
prevention of spreading of infectious diseases | πρόληψη μετάδοσης μεταδοτικής ασθένειας |
preventive detention | προληπτική κράτηση |
prima facie | εκ πρώτης όψεως |
prisoner | φυλακισμένος |
private life | ιδιωτική ζωή |
procedural defect | διαδικαστική πλημμέλεια |
procedural guarantees of review | διαδικαστικές εγγυήσεις του ελέγχου| της επανεξέτασης |
procedure prescribed by law | διαδικασία που προβλέπεται|ορίζεται από τον νόμο |
prohibition of | απαγόρευση |
prohibition of abuse of rights | απαγόρευση κατάχρησης δικαιώματος |
prohibition of collective expulsion of aliens | απαγόρευση ομαδικής απέλασης αλλοδαπών |
prohibition of discrimination | απαγόρευση των διακρίσεων |
prohibition of expulsion of a national | απαγόρευση απέλασης υπηκόου |
prohibition of imprisonment for debt | απαγόρευση φυλάκισης λόγω χρέους |
prohibition of reservations | απαγόρευση επιφυλάξεων |
prohibition of slavery and forced labour | απαγόρευση της δουλείας και των καταναγκαστικών έργων |
prohibition of torture | απαγόρευση των βασανιστηρίων |
prompt and detailed information | άμεση και λεπτομερής πληροφόρηση |
prompt judicial control | άμεσος δικαστικός έλεγχος |
prompt trial | άμεση δίκη |
promptly | σύντομα|άμεσα|ταχέως |
promptly informed | πληροφορούμαι κατά το συντομότερο δυνατόν |
proof beyond reasonable doubt | απόδειξη πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας |
property | ιδιοκτησία|περιουσία|αγαθά|κυριότητα |
proportionality | αναλογικότητα |
proportionate to the legitimate aim pursued | αναλογικός προς τον επιδιωκόμενο θεμιτό σκοπό |
protection of health | προστασία της υγείας |
protection of juveniles | προστασία των ανηλίκων |
protection of morals | προστασία των ηθών |
protection of private life of the parties | προστασία της ιδιωτικής ζωής των διαδίκων |
protection of property | προστασία της ιδιοκτησίας |
protection of public order | προστασία της δημόσιας τάξης |
protection of the rights and freedoms of others | προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των τρίτων |
protection of the reputation of others | προστασία της υπόληψης των τρίτων |
protection of the rights | προστασία των δικαιωμάτων |
proved guilty according to law | νόμιμη απόδειξη της ενοχής (κάποιου) |
provided by law | που προβλέπεται από τον νόμο |
provisional measure | προσωρινό μέτρο |
psychiatric evidence | ψυχιατρικά αποδεικτικά στοιχεία| αποδείξεις |
public | δημόσιος|το κοινό |
public authority | δημόσια αρχή |
public emergency | δημόσιος κίνδυνος |
public hearing | δημόσια συνεδρίαση|ακροαματική διαδικασία |
public interest | δημόσιο συμφέρον|δημόσια ωφέλεια |
public judgment | δημόσια απόφαση |
public opinion | δημόσια γνώμη |
public order | δημόσια τάξη |
public safety | δημόσια ασφάλεια |
public service | δημόσια υπηρεσία |
publicity | δημοσιότητα |
pursue | επιδιώκω |
pursue a legitimate aim | επιδιώκω θεμιτό σκοπό |
qualified rights | περιορισμένα δικαιώματα |
quell riot or insurrection | καταστέλλω στάση ή ανταρσία |
racial discrimination | φυλετικές διακρίσεις |
ratione loci | κατά τόπο |
ratione materiae | καθ' ύλη |
ratione personae | προσωπικός |
ratione temporis | κατά χρόνο |
reasonable and objective justification | λογική και αντικειμενική αιτιολόγηση |
reasonable intervals | λογικά διαστήματα |
reasonable relationship of proportionality | εύλογη σχέση αναλογικότητας |
reasonable suspicion | εύλογη υπόνοια |
reasonable time | λογική προθεσμία |
reasonableness of pre-trial detention | εύλογος χαρακτήρας της προσωρινής κράτησης |
reasonably necessary to prevent fleeing | λογικά αναγκαία με σκοπό την αποφυγή της δραπέτευσης |
reasonably necessary to prevent offence | λογικά αναγκαία με σκοπό την πρόληψη αδικήματος |
reasoning | συλλογισμός |
receive and impart information and ideas | λαμβάνω και μεταδίδω πληροφορίες και ιδέες |
rectify the shortcomings | αποκαθιστώ|εξαλείφω τις ανεπάρκειες |
redress | επανόρθωση |
referral to Grand Chamber | παραπομπή ενώπιον του Τμήματος Ευρείας Σύνθεσης |
refugee | πρόσφυγας |
refusal | άρνηση |
regardless of frontiers | ασχέτως συνόρων |
Registry | Γραμματεία |
reimbursement | αποζημίωση εξόδων |
rejection of appeal | απόρριψη έφεσης|ένδικου μέσου |
rejection of one’s application for release | απόρριψη αίτησης απόλυσης |
release pending trial | απόλυση εκκρεμούσης της δίκης |
relevant domestic law | σχετικό εσωτερικό δίκαιο |
relevant domestic practice | σχετική εσωτερική πρακτική |
religion | θρησκεία |
religious community | θρησκευτική κοινότητα |
religious instructions | θρησκευτική διδασκαλία |
religious practice | άσκηση θρησκευτικών καθηκόντων και τελετουργιών |
remand in custody | προσωρινή κράτηση |
rendition | παράδοση |
reopen the proceedings | επανάληψη της διαδικασίας |
representative | εκπρόσωπος |
representative of Greece/Cyprus at the European Court of Human Rights | εκπρόσωπος της Ελλάδας/Κύπρου στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου |
reputation | υπόληψη |
required by interests of justice | ενδείκνυται|απαιτείται από το συμφέρον της δικαιοσύνης |
reservations | επιφυλάξεις |
residence | διαμονή |
respect for correspondence | σεβασμός της αλληλογραφίας |
respect for family life | σεβασμός της οικογενειακής ζωής |
respect for home | σεβασμός της κατοικίας |
respect for parents’ philosophical convictions | σεβασμός των φιλοσοφικών πεποιθήσεων των γονέων |
respect for private life | σεβασμός της ιδιωτικής ζωής |
respondent state’s jurisdiction and responsibility | δικαιοδοσία και ευθύνη του εγκαλούμενου κράτους |
restitutio in integrum | επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση |
restitution of property | επιστροφή ιδιοκτησίας |
restriction on freedom of movement | περιορισμός της ελευθερίας μετακίνησης |
restrictive interpretation | συσταλτική ερμηνεία |
retrial | επανεκδίκαση |
retroactive application of criminal|civil law | αναδρομική εφαρμογή του ποινικού| αστικού δικαίου |
retroactivity | αναδρομικότητα |
reunion of family | οικογενειακή επανένωση |
review by a court | έλεγχος διενεργούμενος από δικαστήριο |
review of lawfulness of detention | επανεξέταση της νομιμότητας της κράτησης |
revision of an earlier judgment | αναθεώρηση προηγούμενης απόφασης |
right of access to | δικαίωμα πρόσβασης σε |
right of petition to | δικαίωμα υποβολής αίτησης προς |
right to an effective remedy | δικαίωμα άσκησης αποτελεσματικού ένδικου μέσου|αποτελεσματικής προσφυγής |
right to individual application | δικαίωμα ατομικής προσφυγής |
right to liberty|security | δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία| ασφάλεια |
right to marry | δικαίωμα σύναψης γάμου |
rights of defence | δικαιώματα υπεράσπισης |
rule of law | κανόνας δικαίου |
rule of respect | κανόνας του σεβασμού |
ruling on an equitable basis | έκδοση απόφασης με δίκαιο τρόπο|σε εύλογη βάση |
safeguards against abuse | εγγυήσεις έναντι της κατάχρησης |
same as matter already examined | ομοίως με ζήτημα που έχει προηγουμένως εξετασθεί |
same as matter submitted to other procedure | ομοίως με ζήτημα που έχει υποβληθεί σε άλλη διαδικασία |
same conditions | ίδιοι όροι|ίδιες προϋποθέσεις |
scheme for free legal aid | σύστημα δωρεάν παροχής νομικής συνδρομής (ευεργετήματος πενίας) |
scope of court review | έκταση του ελέγχου που διενεργούν τα δικαστήρια |
search | έρευνα|αναζήτηση |
secrecy of correspondence | απόρρητο της αλληλογραφίας |
secret ballot | μυστική ψηφοφορία |
secret surveillance | μυστική παρακολούθηση |
Secretary General | Γενικός Γραμματέας |
secure fulfilment of obligation prescribed by law | εγγυώμαι την εκτέλεση της υποχρέωσης που προβλέπεται από τον νόμο |
secure the payment of contributions or penalties | εξασφαλίζω την καταβολή εισφορών ή προστίμων |
security of person | προσωπική ασφάλεια |
seizure of | κατάσχεση |
self-defence | αυτοάμυνα |
separate set of proceedings | χωριστή διαδικασία |
service exacted in case of emergency | υπηρεσία ζητούμενη σε περίπτωση κρίσεων |
service of a military character | ένοπλη θητεία |
servitude | ειλωτεία |
sick leave | αναρρωτική άδεια |
signature and ratification | υπογραφή και επικύρωση |
systemic problem | συστημικό πρόβλημα |
six-month period|rule | προθεσμία|κανόνας έξι μηνών |
slavery | δουλεία |
social origin | κοινωνική προέλευση|καταγωγή |
social security | κοινωνική ασφάλεια|ασφάλιση |
special circumstances | ειδικές περιστάσεις |
speediness of review | ταχύτητα του ελέγχου |
stand for election | εκλέγεσθαι |
statement of fact | έκθεση γεγονότων |
statute-barred | παραγραφή |
strictly necessary | απολύτως αναγκαίος |
strictly proportionate | απολύτως αναλογικός |
striking out applications | διαγραφή προσφυγών από το πινάκιο |
substitute service | εναλλακτική υπηρεσία |
supplementary opinion | συμπληρωματική γνώμη |
surrender | παραδίδομαι|παράδοση |
summon the witness | κλητεύω μάρτυρα |
take proceedings | εκκινώ διαδικασίες |
taken alone | εξεταζόμενος μεμονωμένα |
taking of property | αποστέρηση ιδιοκτησίας |
tax penalty | φορολογικό πρόστιμο |
taxation | φορολογία |
territorial integrity | εδαφική ακεραιότητα |
testify at trial | καταθέτω σε δίκη |
third party | τρίτο μέρος|τρίτος |
threat to applicant’s life | απειλή για τη ζωή του προσφεύγοντος |
threat to the life of the nation | απειλή για τη ζωή του έθνους |
time of emergency | περίπτωση έκτακτης ανάγκης |
time when the act or omission | χρόνος κατά τον οποίο η πράξη ή η |
committed | παράλειψη διαπράχθηκε |
torture | βασανιστήριο |
torture in police custody | βασανιστήρια κατά την αστυνομική κράτηση |
trafficking in human beings | εμπορία ανθρώπων |
transfer of the property | μεταβίβαση ιδιοκτησίας|περιουσίας| κυριότητας |
transmit | διαβιβάζω |
treatment | μεταχείριση |
trial within a reasonable time | δίκη εντός λογικής προθεσμίας|εντός εύλογου χρόνου |
tribunal established by law | δικαστήριο που λειτουργεί|έχει συσταθεί νομίμως |
unanimously | ομόφωνα |
unfairness of proceedings | μη δίκαιη διεξαγωγή της διαδικασίας |
unidentified perpetrator | δράστης αγνώστων στοιχείων|του οποίου δεν έχει διαπιστωθεί η ταυτότητα |
uniform law | ενιαίος νόμος |
universal suffrage | καθολική ψηφοφορία |
unlawful detention | παράνομη κράτηση |
unlawfulness | παράνομος χαρακτήρας |
unreasonably long (procedure) | (διαδικασία) πέραν λογικής προθεσμίας| πέραν εύλογου χρόνου |
use of force|violence | χρήση βίας |
use of property | χρήση αγαθών |
vagrants value judgment values of a democratic society victim violation vote vulnerability | αλήτες αξιολογική κρίση αξίες μιας δημοκρατικής κοινωνίας θύμα παραβίαση ψηφίζω|ψήφος|εκλέγειν ευάλωτος χαρακτήρας|το ευάλωτο |
waiver of the court fees | απαλλαγή από τα δικαστικά τέλη |
war or other public emergency threatening the life of the nation | πόλεμος ή άλλος δημόσιος κίνδυνος που απειλεί τη ζωή του έθνους |
well-being of the community | ευδαιμονία του συνόλου |
withdrawal of parental rights | στέρηση γονεϊκών δικαιωμάτων |
without prejudice to the provisions of Article ... | με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου. |
witness | μάρτυρας |
wording | λεκτικό|διατύπωση |
work required of detainee | εργασία ζητούμενη να πραγματοποιηθεί από κρατούμενο |
work required to be done during conditional release | εργασία ζητούμενη να πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια της υπό όρους απόλυσης |
worship | λατρεία |