busy → απασχολημένος, απησχολημένος, πολυάσχολος, δραστήριος, εργαζόμενος, γεμάτος κίνηση, γεμάτος κόσμο, γεμάτος ζωή, σφύζει από ζωή, πολυσύχναστος, κατειλημμένος, μιλάει, αδιάκριτος, επεισοδιακός, πολυπράγμων, περίεργος, παραφορτωμένος, μπάτσος, μπασκίνας, μπατσόνι, τσέος, τσομπάς, αστυνομικός, μπατσίνα, αστυνομικίνα, μπασκίνα, απασχολώ, ασχολούμαι, απασχολώ
spiros ·
1 · 827