Θοδωρής Βοριάς, Το φεγγάρι αλλάζει
Είναι βραδιές που ξεφτίζει το φεγγάρι,
ασημιά ροκανίδια γεμίζει τον κάμπο
ο μακελάρης άνεμος.
Μικρό χαμοπούλι ριγμένο στο χώμα
η τελευταία λάμψη,
η τελευταία ελπίδα.
Το δέντρο μαράθηκε,
ο φίλος σκοτώθηκε,
το λάβαρο κάηκε…
κομμάτι – κομμάτι σκορπίζεις πατρίδα.
Είναι βραδιές που λιώνει το φεγγάρι,
σταγόνα – σταγόνα υγραίνει την πόλη,
υγραίνει τα μάτια μας.
Σκουριάζουν τα είδωλα,
σ’ ένα παλιό τουφέκι
σκούριασαν κι οι ιδέες.
Η αφίσα ξεθώριασε,
οι δρόμοι ησύχασαν,
το πλήθος κοιμήθηκε…
ταίριαξε στις ψυχές το «δε βαριέσαι αδερφέ.»
Είναι βραδιές που το φεγγάρι αυτοκτονεί,
αιμάτινες στάλες χαλάνε τον ύπνο μας,
χαλάνε τα όνειρά μας.
Μονάχα ρόδα και παπαρούνες
με ζωή πλημμυρίζουν
στο θάνατο του φεγγαριού.
Τα μάτια σκοτείνιασαν,
τα λόγια ξεθώριασαν,
τα στήθια πουλήθηκαν…
έριξαν την αγάπη στο κρεβάτι του μπουρδέλου.
Είναι βραδιές που το φεγγάρι ξενυχτάει,
παίζει στ’ αστέρια «τα μήλα»,
παίζει στα μάτια μου «αμπάριζα».
Αηδόνια τρελαίνουν την αύρα,
την αύρα που χαϊδολογά
τον θηρευτή των ονείρων.
Ένα παιδί γεννιέται,
ένα στάχυ ξεφυτρώνει,
μια σημαία κυματίζει…
χίλιες φωνές τραγουδούν:
Αυτός ο κόσμος
δεν μπορεί παρά να ζήσει.
Από τη συλλογή Το τρύπιο ταβάνι (2005)