Ντίνος Χριστιανόπουλος [Dinos Christianopoulos] (1931-2020)

wings · 6 · 2207

wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Πέθανε ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος

(Γράφει η Βίκυ Χαρισοπούλου.)



Έζησε 89 «διαγώνια» χρόνια... Ο φιλόλογος Κωνσταντίνος Δημητριάδης (το «Ντίνος Χριστιανόπουλος» είναι ψευδώνυμο του ποιητή), ο συλλέκτης έργων τέχνης, ο πρώην ιδιοκτήτης της πινακοθήκης της «Διαγωνίου», ο μελετητής, ο μεταφραστής, ο δοκιμιογράφος, ο σχολιαστής (ενίοτε ιδιαίτερα δηκτικός) των έργων και των ζωών των άλλων, ο πλέον «συζητημένος» ποιητής των τελευταίων χρόνων, πέθανε σήμερα στη γενέθλια πόλη του, τη Θεσσαλονίκη, την οποία ουδέποτε εγκατέλειψε (αντίθετα μ’ εκείνη), ύστερα από πολυετή ασθένεια.

Καταβεβλημένος από τις αλλεπάλληλες, τα τελευταία χρόνια, περιπέτειες της υγείας του, παρέμενε πάντα στο ισόγειο διαμέρισμά του στις Σαράντα Εκκλησιές της Θεσσαλονίκης, περιβεβλημένος από ...ποιητές. Ο Καβάφης κι ο Τσιτσάνης σε κάδρα στον τοίχο πάνω από το γραφείο του.

Γεννήθηκε στις 21 Μαρτίου του 1931. Χρόνια μετά, η ημέρα της γέννησής του (Εαρινό ηλιοστάσιο- πρώτη μέρα της Άνοιξης), έμελλε να χρισθεί ως... «παγκόσμια μέρα της ποίησης». «Δεν θέλω και πολύ τις αυτοβιογραφίες, γιατί μου δίνουν την εντύπωση ότι ξόφλησα κι ότι δεν έχω πια να κάνω τίποτα άλλο παρά να βυθίζομαι στις αναμνήσεις...», έλεγε.

Στην εφηβεία αμφιταλαντευόταν για το εάν θα σπουδάσει θεολογία (πήγαινε στο κατηχητικό και είχε αναφέρει πως είχε επηρεαστεί) ή να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών. Τελικά αποφάσισε να γίνει φιλόλογος και φοίτησε στο τμήμα Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (αποφοίτησε στα 1954) αλλά δε θέλησε ποτέ να εξασκήσει τη φιλολογία ως επάγγελμα. Εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος στη Δημοτική Βιβλιοθήκη και ύστερα από οκτώμισι χρόνια παραιτήθηκε. Είχε δηλώσει εξάλλου ότι θεωρεί ... «κατάρα» το να είναι κάποιος υπάλληλος...

Την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία πραγματοποίησε το 1949, με τη δημοσίευση του ποιήματος «Βιογραφία» στο περιοδικό της Θεσσαλονίκης «Μορφές». Το 1950 κυκλοφόρησε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Εποχή των ισχνών αγελάδων». Το 1958 ίδρυσε και ανέλαβε το περιοδικό «Διαγώνιος» που κυκλοφόρησε ως το 1983, και το 1962 δημιούργησε τον εκδοτικό οίκο «Εκδόσεις της Διαγωνίου», προτείνοντας και εκδίδοντας σημαντικούς λογοτέχνες. (Νίκος - Αλέξης Ασλάνογλου, Γιώργος Ιωάννου, Περικλής Σφυρίδης, Σάκης Παπαδημητρίου κ.ά).

Εκτός από ποιητής και εκδότης, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος υπήρξε διηγηματογράφος, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, ερευνητής, λαογράφος, επιμελητής εκδόσεων, βιβλιοκριτικός, συλλέκτης, μελετητής και ερμηνευτής ρεμπέτικων τραγουδιών. Είχε ασχοληθεί επισταμένα με το Διονύσιο Σολωμό, το Στρατή Δούκα, τον Κωνσταντίνο Καβάφη, το Νίκο Καββαδία, το Βασίλειο Λαούρδα, ενώ είχε εντρυφήσει στο έργο του Βασίλη Τσιτσάνη κι εξέδωσε μελέτες για το ρεμπέτικο τραγούδι.

Το 2011 τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για την προσφορά του τόσο στην πνευματική ζωή της Θεσσαλονίκης αλλά και γενικότερα στα ελληνικά γράμματα. Αρνήθηκε όμως να το παραλάβει παραπέμποντας στο κείμενό του «Εναντίον» από το 1979 όπου αναφέρει: «Είμαι εναντίον των βραβείων γιατί μειώνουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Βραβεύω σημαίνει αναγνωρίζω την αξία κάποιου κατωτέρου μου και κάποτε θα πρέπει να διώξουμε τα αφεντικά από τη ζωή μας».

Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από έντονα ερωτική διάθεση και επιρροές από το έργο του Κωνσταντίνου Καβάφη. «Πάντως, η βασικότερη διαφορά είναι ότι ο Καβάφης είναι φιλήδονος, ενώ εγώ γράφω για την αγωνία της ερωτικής στέρησης», έλεγε.

Τα τελευταία δέκα και πλέον χρόνια διέμενε μόνος του (μετά τα ...«υπερήφανα χρόνια της Δημητρίου Πολιορκητού») σ’ ένα ισόγειο διαμέρισμα των 40 Εκκλησιών, ενώ η υγεία του είχε επιδεινωθεί.

Είπε και έγραψε:

*Το ρεμπέτικο είναι η πολιτιστική αξία του ελληνισμού. Σ’ ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν υπάρχει σύγχρονο λαϊκό τραγούδι.. Μόνο στην Πορτογαλία τα φάντος και στην Ελλάδα το ρεμπέτικο είναι οι τελευταίες εστίες του...

*«Εγώ; Από νταλκά τραγουδάω».

*«Είναι αλήθεια. Μιλώ συχνά αθυρόστομα. Έβρισα πολλούς ανθρώπους , τους σχολίασα αρνητικά. Κινδύνεψα να συρθώ και σε δικαστήρια για αυτά που είπα. Ας είναι. Δεν μου βγήκε σε κακό... Δεν μετανιώνω».

*«Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας/ είναι πολύ ζαχαρωμένα/ ταιριάζουν σε σοκολατόπαιδα/ μα δεν ταιριάζουνε σε μένα/ Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας/ ποτέ δε λένε την αλήθεια/ ο κόσμος υποφέρει και πεινά / κι εσείς τα ίδια παραμύθια...».

- Και το ...θρυλικό «Εναντίον» (το ομότιτλο κείμενό του, του 1977) σύμφωνα με το οποίο «Είμαι εναντίον της κάθε τιμητικής διάκρισης, απ' όπου και αν προέρχεται. Δεν υπάρχει πιο χυδαία φιλοδοξία, απ’ το να θέλουμε να ξεχωρίζουμε. Αυτό το απαίσιο «υπείροχον έμμεναι άλλων», που μας άφησαν οι αρχαίοι./ Είμαι εναντίον των βραβείων, γιατί μειώνουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Βραβεύω σημαίνει αναγνωρίζω την αξία κάποιου κατώτερου μου -και κάποτε θα πρέπει να απαλλαγούμε από την συγκατάβαση των μεγάλων. Παίρνω βραβείο σημαίνει παραδέχομαι πνευματικά αφεντικά -και κάποτε θα πρέπει να διώξουμε τα αφεντικά από τη ζωή μας...

... Είμαι εναντίον των χρηματικών επιχορηγήσεων/ Είμαι εναντίον των λογοτεχνικών συντάξεων... των σχέσεων με το κράτος , των εφημερίδων/ των κλικών/ των κουλτουριάρηδων/ κάθε ιδεολογίας / κάθε ατομικής φιλοδοξίας που καθημερινά μας οδηγεί σε μικρούς και μεγάλους συμβιβασμούς. Αν σήμερα κυριαρχούν παραγοντίσκοι και τσανάκια, δεν φταίει μόνο το κωλοχανείο· φταίνε και οι δικές μας παραχωρήσεις και αδυναμίες. Αν πιάστηκε η μέση του οδοκαθαριστή, φταίμε και εμείς που πετάμε το τσιγάρο μας στον δρόμο. Κι αν η λογοτεχνία μας κατάντησε σκάρτη, μήπως δεν φταίει και η δική μας σκαρταδούρα;”).

Ανήμερα της παγκόσμιας μέρας της ποίησης, της πρώτης μέρας της Άνοιξης, ανήμερα και των γενεθλίων του (προ πενταετίας) ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος, απαντούσε στην ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Σε τι βοηθά λοιπόν η ποίηση;»

-«Ακανθώδες το ερώτημα και δε νομίζω να δύναται κανείς να δώσει τη σωστή απάντηση. Ίσως, θα μπορούσα να πω ότι δίνει έκφραση στην ψυχική ανάγκη μιας μερίδας ανθρώπων που λέγονται ποιητές. Ίσως και σε ορισμένους από τους αναγνώστες τους. Είναι απίθανο μυστήριο αυτό της ποίησης... Εμένα, πάντα μου άρεσαν- μου αρέσουν πολύ, οι λέξεις... Δεν μπορώ όμως να διεισδύσω σ αυτό το μυστήριο που λέγεται ποίηση... Μπορεί όμως η ποίηση να αναστείλει πολέμους, να δώσει λύση σ’ αυτή την κρίση που βιώνουμε; Δε νομίζω...»

Δεν έγραφε -εδώ και χρόνια- ποίηση.

-«Η εποχή σιγά σιγά χειροτερεύει. Ήδη οι νεώτεροι ποιητές εμένα προσωπικά δεν με ικανοποιούν. Κάτι έχει χαλάσει παντού, σε όλα. Έχει χαλάσει η ίδια η ουσία της ζωής μας. Δεν υπάρχει πλέον ατομική έκφραση που να σε πείθει... Λόγια παρμένα από τα σλόγκαν των εφημερίδων. Ο καθένας γράφει ό,τι μπορείς να φανταστείς με την πεποίθηση πως εκφράζει τον εαυτό του, ενώ δεν εκφράζει παρά μόνο την ηλιθιότητα ή τη μετριότητά του.. Τη μετριότητα της ζωής που βιώνει».

-«Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία/ Βρίσκει κανείς τόσους τρόπους να επιμεληθεί την καταστροφή του», είχε γράψει εξάλλου από τα 1956. Στα 25 του χρόνια.

Φιλόλογος, βραβευμένος, συν-ιδρυτής της «Διαγωνίου», ποιητής, μελετητής, ρεμπετολόγος - και τραγουδιστής- ανθολόγος και συναξαριστής της τέχνης και των δημιουργών της, μάλλον συντηρητικός, ιδιότυπα Χριστιανός, ουδέποτε πολιτικοποιημένος, πάντα και κατά το δικό του τρόπο «ερωτικός», φτωχός, απλός - κάποιοι τον είπαν «απλοϊκό»- και πάντα «Εναντίον».

«Είμαι στ' αλήθεια προκλητικός; Δεν ξέρω. Μ' αρέσει να προκαλώ τους υποκριτές», ομολόγησε.

Ο Χριστιανόπουλος ήταν η Θεσσαλονίκη. «Με τα όλα της»...

Μέρος του εναπομείναντος υλικού του αρχείου τού Ντίνου Χριστιανόπουλου (56 ετήσια ημερολόγια, κείμενα αλληλογραφίας, περιορισμένος αριθμός χειρογράφων του, αποκόμματα συνεντεύξεών του, αλλά και ηχογραφήσεις στις οποίες ερμηνεύει ρεμπέτικα και λαϊκά τραγούδια με την κομπανία «Παρέα του Τσιτσάνη») βρίσκονται ήδη στη βιβλιοθήκη του ΑΠΘ όπου δωρήθηκαν προ τριετίας από τον συλλέκτη- συγγενή και μοναδικό διαχειριστή της πνευματικής κληρονομιάς του Ντίνου Χριστιανόπουλου, Ιωάννη Μέγα (ξεπερνά τα 90.000 τεκμήρια).

«Ο κ. Χριστιανόπουλος δεν υπήρξε συλλέκτης. Το υλικό που προέρχεται από τον κ. Χριστιανόπουλο δεν είναι βεβαίως συλλογή, αλλά το εναπομείναν υλικό του αρχείου του. Δυστυχώς δεν χρησιμοποιούσε γραφομηχανή, ούτε βεβαίως υπολογιστή, το αρχείο του δεν είναι ψηφιοποιημένο, αλλά χειρόγραφα κείμενα, πολλά από τα οποία έχουν με τα χρόνια χαθεί... Έδινε τα κείμενά του σε τυπογραφεία ή στους εκδότες και συχνά δεν τα έπαιρνε πίσω...», έλεγε, στη διάρκεια της παρουσίασης της δωρεάς στο ΑΠΘ, τον Οκτώβριο του 2016, ο κ. Μέγας.

Τα δωρηθέντα αρχεία μετά την τεκμηρίωση, βιβλιοθηκονομική επεξεργασία και αρχειοθέτηση τους θα είναι προσβάσιμα στους μελετητές και το κοινό και ηλεκτρονικά (http://www.lib.auth.gr) ενώ τα τεύχη του λογοτεχνικού περιοδικού «Διαγώνιος» που εξέδιδε ο Ντίνος Χριστιανόπουλος (με την γραφιστική συνεργασία του Κάρολου Τσίζεκ) ψηφιοποιούνται και θα είναι προσβάσιμα και ηλεκτρονικά στο κοινό από το Κέντρο Ελληνικής γλώσσας.

Η κηδεία του Ντίνου Χριστιανόπουλου θα γίνει την Πέμπτη, στις 12:15 μμ, από το ιερό παρεκκλήσιο στα νεκροταφεία της Αναστάσεως του Κυρίου (Θέρμη).

Πηγή: https://www.amna.gr/macedonia/article/480177/Pethane-o-Ntinos-Christianopoulos
« Last Edit: 12 Aug, 2020, 00:12:03 by wings »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Ποιήματα του Ντίνου Χριστιανόπουλου στο Translatum: Ντίνος Χριστιανόπουλος
Πεζογραφήματα του Ντίνου Χριστιανόπουλου στο Translatum: Ντίνος Χριστιανόπουλος
« Last Edit: 16 Aug, 2020, 09:11:49 by spiros »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)



wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Υπερασπίστηκε τον «μύθο του Χριστιανόπουλου» μέχρι τέλους

(Γράφει ο Απόστολος Λυκεσάς.)

Μοναχικός από άποψη και δηκτικός είχε πάντα μια ευθεία βολή ακόμα και εναντίον αυτών που επαινούσε. ● Καταπιάστηκε με τα περισσότερα είδη των γραμμάτων. ● Κρατήθηκε μακριά από τιμές και βραβεία, ήταν κοντά στους λαϊκούς ανθρώπους και διοχέτευε την αγάπη του στις γάτες και το ρεμπέτικο.

Εμβληματική φυσιογνωμία των τελευταίων 70 ετών, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος χρωμάτισε -με τη φυσική του παρουσία, τις απόψεις και τη δραστηριότητά του- την πνευματική και κοινωνική ζωή της Θεσσαλονίκης, την οποία δεν εγκατέλειψε ποτέ, παρά μόνο για τις ελάχιστες φορές που ταξίδεψε σε κάποια άλλη ελληνική πόλη. Πέθανε χθες σε ηλικία 89 ετών μετά από πολύχρονη ασθένεια στο σπίτι όπου κατοικούσε τα τελευταία είκοσι χρόνια, στις Σαράντα Εκκλησιές.

Τον «μύθο του Χριστιανόπουλου» τον υπερασπίστηκε μέχρι τέλους και μόνο λίγοι δεν ήταν αυτοί που «στράβωσαν τα μούτρα, γιατί εμφανίζομαι περισσότερο σε δημόσιες εκδηλώσεις από το ’95 και μετά. Ε, τι να κάνω αφού με καλούν, αφού τους αρέσω, αφού θα τους στεναχωρήσω αν τους αξίζει, αφού δεν με στεναχωρούν οι ίδιοι, γιατί να μην πάω;» απαντούσε ο ίδιος καγχάζοντας σε όσους περίμεναν ένα δημόσιο στραβοπάτημα.

Το όνομά του είναι ψευδώνυμο και το φέρει από το 1949, όταν υπέγραψε για πρώτη φορά έτσι. Η ταυτότητα έγραφε Κωνσταντίνος Δημητριάδης, γιος του Αναστάση Δημητριάδη και της Φανής, το γένος Αποστολίδου, γεννηθείς το 1931 στη Θεσσαλονίκη. Τα κατηχητικά της δεκαετίας του 1940 τον είχαν σημαδέψει, αν και κουβαλούσε μέσα του την αίρεση, τη διαφωνία, τη βλασφημία. Η πρώτη ποιητική συλλογή του «Εποχή των ισχνών αγελάδων»(1950) έκανε φίλους και γνωστούς από τον χώρο της Εκκλησίας «να ξινίσουν τα μούτρα», παρότι ο εναρκτήριος στίχος της ήταν «Κύριε, μην απορείς για την τόση μου πίστη». Όσο τον βαστούσαν εξάλλου τα πόδια του ο κυριακάτικος εκκλησιασμός τουλάχιστον ήταν αδιαπραγμάτευτος.

Μοναχικός από άποψη, φτωχός, πάμφτωχος για την ακρίβεια, από φιλοσοφία, τσουχτερός και δηκτικός, «εγώ είμαι τσιβί» όπως του άρεσε να αυτοπροσδιορίζεται, είχε πάντα μια ευθεία βολή ακόμα και εναντίον αυτών που επαινούσε «για να νοστιμεύει η συζήτηση».

Οι επηρμένοι και οι φαντασμένοι τον φοβούνταν και τον απέφευγαν, με οτιδήποτε δημόσιο και κρατικό είχε εχθρική σχέση, αρνιόταν τις τιμές και τα βραβεία, τις επιχορηγήσεις και τα φιλικά χτυπήματα στην πλάτη, τους «κουλτουριάρηδες» «που μόλις τους ξύσεις λίγο, βρίσκεις από κάτω τον μικροαστό που ζητάει να πάρει κάνα βραβειάκι…».

Αντιφατικός, ισορροπούσε διαρκώς ανάμεσα στην ηθικολογία και την πρόκληση της σαρκικής ασέβειας, τον εθνικισμό και τον διεθνισμό. Όσοι τον φοβούνταν, τον απέφευγαν στον δρόμο. Οι άλλοι τον λάτρευαν, αλλά όσο τον λάτρευαν και το έδειχναν, τόσο τους κέντριζε με πειράγματα που έχουν μείνει ιστορικά πλέον να κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα, διαδεδομένα από αυτούς που ήταν στόχος των πειραγμάτων, αφού θεωρούσαν τιμή τους να τους έχει πιάσει στο στόμα του «ο κ. Ντίνος».

Έπαινοι και λίβελοι προπορεύονταν της σκιάς του, τον συντρόφευαν σαν συνωμότες και πραιτοριανοί, τον ακολουθούσαν σαν μαθητές ή γάβγιζαν πίσω του σαν φοβισμένα σκυλιά. Λάτρευε τα ζώα και ειδικά τις γάτες. Τα αδέσποτα γατιά ήταν τα μοναδικά πλάσματα στα οποία επέτρεπε να τον εκμεταλλεύονται κατά βούληση, ποτέ δεν χάλασε κανένα χατίρι στις γάτες του. Κυριαρχούσαν στο σπίτι του και τις δικαιολογούσε για όλες τις σκανταλιές τους. Άρρωστος στο νοσοκομείο τον Ιανουάριο του 2004, αρρώστια που την πάλεψε σθεναρά περίπου μια δεκαετία, παρήγγειλε στον φίλο του Περικλή Σφυρίδη οπωσδήποτε να μην ξεχάσει τα γατιά του στις Σαράντα Εκκλησιές, για τα οποία «υπήρχε κρέας κρατημένο στο ψυγείο».

Ταραχώδεις σε όλα τα επίπεδα οι σχέσεις του με συγγραφείς, ποιητές και διανοούμενους όπως ο Γιώργος Ιωάννου, ο Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, ο Ηλίας Πετρόπουλος, ο Δημήτρης Μαρωνίτης και τόσοι άλλοι.

Έπαιρνε θέση απτόητος σε συμβιβασμούς, κόντρα συνηθέστερα στο ρεύμα. Ακόμα και αυτός ο συγχωρεμένος μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Παντελεήμων ο Β’ τον είχε φοβηθεί, όταν ο Ντίνος Χριστιανόπουλος άστραψε και βρόντηξε το 1996 σε δημόσια εκδήλωση στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης για την υπόθεση της διεκδικούμενης από την εκκλησία Ροτόντας.

Επηρέασε όσο λίγοι συνομήλικους ή και νεότερους ποιητές σε σημείο που κάποιοι υποστηρίζουν ότι δημιούργησε (;) «σχολή» μίμησης του ύφους του και κυρίως των ποιημάτων που ακολούθησαν την πρώτη του συλλογή. Ο ίδιος έλεγε ότι βαριόταν πολύ να διαβάζει ποιήματα που μιμούνταν τα δικά του, καθώς όλοι περίμεναν να λάβουν μία από τις γνωστές καλλιγραφημένες κάρτες του στην οποία θα τους εξυμνούσε. Και επειδή η εξύμνηση δεν βρισκόταν στις συνήθειές του, οι «πικραμένοι» από τα σχόλιά του ήταν πολλοί, ενώ αρκετοί από αυτούς συγκρότησαν ομάδες αντιπαράθεσης μαζί του.

Όπως και να ‘χει, όσοι του έστειλαν ποιήματα, μυθιστορήματα, μελέτες και δοκίμια, περιοδικά, όσοι διεκδίκησαν τον λόγο του και κυρίως τη φιλολογική σκέπη του, όλοι, μα όλοι κυριολεκτικά, πήραν σίγουρα μια απάντηση. Διότι απαντούσε σε όλους και για όλα ο κ. Ντίνος, ήταν αξεπέραστος στην υπομονή και επιμονή, πολλοί λέγανε ότι τα ταχυδρομεία στην Άνω Πόλη και τις Σαράντα Εκκλησιές, όπου έζησε τη ζωή του, δουλεύανε μόνο γι’ αυτόν ή χάρις σ’ αυτόν.

Θύελλα αντιδράσεων -που ακόμα δεν έχουν κοπάσει- προκάλεσε πέρσι το βιβλίο «Τα εσώψυχα του Ντίνου Χριστιανόπουλου - Μια εκ βαθέων δεκαετής συνομιλία 2004-2012», που υπέγραφε η Σωτηρία Σταυρακοπούλου, το οποίο δεκάδες ποιητές και συγγραφείς ζητούσαν ν’ αποσυρθεί για τις ανακρίβειες και τα υποτιμητικά σχόλια του Χριστιανόπουλου που περιείχε, με χαρακτηριστική την τοποθέτηση του φίλου του Θωμά Κοροβίνη που σχολίαζε: «Όσοι αναπνέουμε ακόμα -και θαβόμαστε ζωντανοί σ’ αυτό το δυσώδες έπος φλυαρίας και κουτσομπολιού- μπορούμε να αντιδράσουμε. Αν και πολλοί δε θα τολμήσουν να σηκώσουν κεφάλι. Για διάφορους λόγους. Έτσι γίνεται πάντα. Δυστυχώς! Τι θα γίνει όμως με τους απελθόντας απ’ αυτόν τον μάταιο κόσμο;»

Η πνευματική εργασία του, εκτός από τα ποιήματα, είναι ογκώδης και εν πολλοίς δεν έχει αξιολογηθεί, ωστόσο μπορεί εύκολα να λεχθεί ότι η ερευνητική εργασία του είναι ανυπολόγιστη. Καταπιάστηκε με τα περισσότερα είδη των γραμμάτων, μεταφράσεις και πεζά, μικρά και μεγαλύτερα, εικαστικές και ερευνητικές μελέτες, δοκίμια και κριτική, έρευνες και μελέτες για τη λογοτεχνία στη Θεσσαλονίκη πριν και μετά το 1912, αλλά και για το ρεμπέτικο που λάτρευε. Παρότι το ύφος του Χριστιανόπουλου χαρακτηρίζεται από λεκτική λιτότητα, τα έργο του είναι μεγάλο και πολυσχιδές.

Παρά το πλήθος των εγγράμματων με τους οποίους συναναστρεφόταν, οι πιστοί φίλοι του, οι καρδιακοί και αυτοί που δεν είπαν ούτε μία λέξη εναντίον του, το αντίθετο μάλιστα, ήταν οι ακραιφνώς λαϊκοί, άνθρωποι του περιθωρίου, οικοδόμοι και άνθρωποι της γειτονιάς ή του εκκλησιάσματος που εκτίμησαν την αξία αυτής της συναναστροφής. Πολλά από αυτά τα πρόσωπα ήταν και η πρώτη ύλη για την ποιητική του Ντίνου Χριστιανόπουλου. Τα άγνωστα πρόσωπα του περιθωρίου καθόρισαν εν αγνοία τους, χάραξαν την άλλη πλευρά, την άγρια, του ίδιου κέρματος που ήταν η ζωή με τα λασπόνερά της, καύσιμο υλικό για την ποιητική σχάση. Αν ο Βαφόπουλος και ο Πεντζίκης ήταν οι αστοί ποιητές, αν ο Αναγνωστάκης εκπροσώπησε το πολιτικό μέρος του περασμένου αιώνα, ο Χριστιανόπουλος, με λαϊκή καταγωγή, κατέβηκε στο πεζοδρόμιο και πιο κάτω, όπου μπορεί να φτάσει ή να οδηγήσει η σάρκα, και δεν το έκανε από διάθεση να πρωτοτυπήσει, να φτιάξει ή να ακολουθήσει τη μόδα. Αυτός ήταν.

Γι’ αυτό και κατάφερε, πέρα από τα κακόβουλα σχόλια, να ιδρύσει το 1998 την «Παρέα του Τσιτσάνη» και τραγουδώντας και ο ίδιος να κάνει ουσιαστικά τα μοναδικά της ζωής του ταξίδια σε όλη την Ελλάδα μόνο και μόνο για να τραγουδά χωρίς οικονομικό όφελος για φυλακισμένους και ιδρύματα, γηροκομεία και πτωχοκομεία.

Την περίοδο ενός άλλου «πολέμου» στη Θεσσαλονίκη σχετικά με την αξία διατήρησης των κτιρίων των φυλακών που βρίσκονταν στο εσωτερικό του Επταπυργίου, είχε καταγράψει και το αίτημά του, το οποίο παραμένει ακόμα στον αέρα με τον τρόπο που το είχε αιτηθεί ο ποιητής: «Είναι ντροπή η πόλη να μη διαθέτει ένα δημοτικό πτωχοκομείο».

Ο Χριστιανόπουλος παρέδωσε επιπλέον με το πνευματικό του παιδί, τη «Διαγώνιο», το προζύμι και το ψωμί μιας αισθητικής του ταπεινού που μπορεί να ανυψούται και είχε τη συνδρομή σ’ αυτό ενός άλλου καλλιτέχνη πρωτομάστορα, του ζωγράφου Κάρολου Τσίζεκ. Ο Χριστιανόπουλος βάστηξε και κουβάλησε μια ολόκληρη ζωή, όχι κανένα κομποσκοίνι, αλλά την αλυσίδα που έφτιαξε ο ίδιος για τον εαυτό του από ποίηση και περήφανη μοναξιά κι αυτή είναι μια παρακαταθήκη που στοιχειώνει ήδη όσους ακολουθούν.

Τα έργα του: «Εναντίον» (Ιανός, 2012), «Βολέματα καταστροφής: 90 ποιήματα 1949-1999» (Μπιλιέτο, 2008), «Θεσσαλονίκην, ου μ’ εθέσπισεν» (Ιανός, 2008), «Η κάτω βόλτα» (Ιανός, 2004), «Εγώ, φαντάρος στο χακί...» (Μπιλιέτο, 2003), «Η ποίηση στη Θεσσαλονίκη κατά τους τελευταίους χρόνους της Τουρκοκρατίας (Βιβλιοπωλείο Ραγιά, 2003), «Καλλιτεχνικά Θεσσαλονίκης» (Ιανός, 2002), «Τα τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη που γράφτηκαν στη Θεσσαλονίκη επί γερμανικής κατοχής» (Μπιλιέτο, 2001), «Η λογοτεχνία στη Θεσσαλονίκη (1850-1950)» (Βιβλιοπωλείο Ραγιά, 1999), «Το ρεμπέτικο και η Θεσσαλονίκη» (Εντευκτήριο, 1999), «Πίσω απ’ την Αγια-Σοφιά» (Ιανός, 1997), «Λογοτεχνικά περιοδικά Θεσσαλονίκης (1889-1945)» (Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης, 1996), «Το αιώνιο παράπονο» (Διαγώνιος, 1993) κ.ά.

Πηγή: https://www.efsyn.gr/tehnes/art-nea/255502_yperaspistike-ton-mytho-toy-hristianopoyloy-mehri-teloys
« Last Edit: 13 Aug, 2020, 17:30:34 by wings »
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Σκίτσο του Γιάννη Δερμεντζόγλου:



Πηγή: https://tvxs.gr/news/skitsa/enos-leptoy-sigi

Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)



wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Ντίνος Χριστιανόπουλος

(Γράφει ο Παντελής Μπουκάλας.)

Τίποτε πιο γόνιμο αλλά και τίποτε πιο δύσκολο: να διαβάσεις έναν ποιητή ερήμην της βιογραφίας του. Ακόμα κι αν το έργο του είναι κατάφορτο από σημεία αυτοβιογράφησης, να μην αποδεχθείς πως τα ποιήματα είναι μονοσήμαντη μεταφορά του βίου ή ρηχή αντανάκλασή του. Ιδίως αν ο βίος έτυχε να μυθολογηθεί, με τη συμβολή του ποιητή ή δίχως αυτήν. Η παραποιητική μυθολόγηση δείχνει κατ’ αρχάς να ευνοεί τον άνθρωπο της γραφής, αφού στρέφει πάνω του κάποια από τα φώτα της αγοράς. Μόνο που τα φώτα αυτά, πεινασμένα για προκλητικές βιογραφικές λεπτομέρειες, είναι παραπλανητικά, στρεβλωτικά. Το τελευταίο που τα ενδιαφέρει είναι η ποίηση.

Η ποίηση του Ντίνου Χριστιανόπουλου, καθώς και ό,τι άλλο δημιούργησε στη μακρά θητεία του, ως πεζογράφος, μεταφραστής, κριτικός και εκδότης, έχουν την καθαρή αυταξία τους. Δεν έχουν ανάγκη τα υποστυλώματα που κατασκεύασε με τον καιρό η φήμη για τον «αιρετικό (ή εριστικό) της Θεσσαλονίκης». Και είναι φιλολογικά θλιβερό και εξαιρετικά άδικο για τον συγγραφέα το γεγονός ότι οι πιο φρέσκες αναφορές στην όλη παρουσία του είχαν αφορμή την έκδοση ενός χιλιοσέλιδου τόμου με «Τα εσώψυχα του Ντίνου Χριστιανόπουλου». Δηλαδή με όσα είπε ο ποιητής (έτσι τουλάχιστον βεβαιώνει η συγγραφέας-συρραφέας των ακριτομυθιών) στα χρόνια 2008-2012, όταν η πνευματική φθορά ήταν πρόδηλη. Είναι κρίμα που αυτό το «δυσώδες έπος φλυαρίας και κουτσομπολιού», όπως το χαρακτήρισε προ έτους στη Lifo, δικαίως θυμωμένος, ο Θωμάς Κοροβίνης, παλιός φίλος του ποιητή, απείλησε να μικρύνει τον ανήμπορο Χριστιανόπουλο, παραδίδοντάς τον οριστικά εγκλωβισμένο στο σχήμα του χολερικού κουτσομπόλη.

Η ποίησή του ωστόσο, ελευθερωμένη με καιρό και με κόπο από τις καβαφικές επιρροές, θα ξαναβρεί τον δρόμο προς τον αναγνώστη που αδιαφορεί για τη συσκοτιστική παραφιλολογική μυθολογία. Γιατί είναι ποίηση με γερό σκελετό, έτσι γυμνή και στεγνή, σχεδόν «ξεζουμισμένη», όπως οργανώθηκε. Η ιδιοτυπία της δεν είναι τόσο στη θεματολογία της, την αναζήτηση του ομοφυλόφιλου έρωτα, όσο στη ρεαλιστική ευθύτητα με την οποία εξεικονίζονται η απεγνωσμένη επιθυμία, η στέρηση και η υποταγή. «Ενός λεπτού σιγή» λοιπόν: «Εσείς που βρήκατε τον άνθρωπό σας / κι έχετε ένα χέρι να σας σφίγγει τρυφερά, / έναν ώμο ν’ ακουμπάτε την πίκρα σας, / ένα κορμί να υπερασπίζει την έξαψή σας, // κοκκινίσατε άραγε για την τόση ευτυχία σας, / έστω και μια φορά; / είπατε να κρατήσετε ενός λεπτού σιγή / για τους απεγνωσμένους;»

Πηγή: https://www.kathimerini.gr/1092086/opinion/epikairothta/politikh/ntinos-xristianopoylos
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


wings

  • Global Moderator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 73947
    • Gender:Female
  • Vicky Papaprodromou
Ένα κείμενο του ερμηνευτή Ανδρέα Καρακότα για τον Ντίνο Χριστιανόπουλο

Ο Χριστιανόπουλος παρέμενε ένας από τους ισχυρούς κρίκους που µας συνέδεαν µε την ονειρική πια εποχή των σπουδαίων δημιουργών εκείνης της γενιάς που πέρασε ανεπίστρεπτα. Αυτοί οι άνθρωποι, όπως είναι ευτυχώς ο παρών Θεοδωράκης, µας διατηρούν κατά κάποιο τρόπο ζωντανούς, αν και ζαλισμένοι ή και χαμένοι, στη σκοτεινή σημερινή πραγματικότητα όπου αναζητούμε απεγνωσμένα απαντήσεις, χωρίς ελπίδα. Πόσες φορές σκέφτηκα: «Να ζούσε ο Χατζιδάκις να τον ρωτήσω…».

Φυσικά, πολλοί είναι δυσαρεστημένοι από αυτά που έλεγε ο Ντίνος Χριστιανόπουλος τα τελευταία χρόνια –και δυστυχώς γραφτήκαν όταν δεν ήταν καλά στην υγεία του–, ειδικά οι πολύ κοντινοί του. Λίγοι πάντως ήταν αυτοί που ανακάλυψαν και την τρυφερή του πλευρά. Θυμάμαι φεύγοντας από τον Άγιο Λουκά, όπου νοσηλευόταν πριν από αρκετά χρόνια και πήγα να τον δω, να του λέω: «Κύριε Ντίνο, να ξέρεις σε αγαπάµε…»· ξέσπασε σε κλάματα, σαν να περίμενε να του το πω.

Ηταν ευφυής και δυνατός άνθρωπος και γνώριζε πολύ καλά ποιους είχε απέναντί του. Αυτά που τον ενοχλούσαν περισσότερο ήταν η ελαφρότητα και η υποκρισία. ∆εν δίσταζε καθόλου να χρησιμοποιήσει το μοναδικό του ρητορικό χάρισμα για να αντιμετωπίσει µε σκληρότητα όσους υπέθεταν ότι μπορούν να του απευθυνθούν ή να τον κολακέψουν. Ένιωθε πως δεν σέβονταν όχι µόνο αυτόν αλλά και τη γενιά του. Του στέρησαν τη «Διαγώνιο» που τη συντηρούσε µε το αίμα της ψυχής του, αρνήθηκε τα βραβεία τους. ∆εν ήθελε να γνωρίζει ποιοι μιλούν και ποιοι κυβερνούν.

Τη συγκίνηση που νιώθω κάθε φορά που τραγουδώ τα «Τραγούδια της αμαρτίας» δεν μπορώ να την περιγράψω. ∆εν ήταν καθόλου τυχαία η επιλογή των ποιημάτων του Χριστιανόπουλου από τον Μάνο Χατζιδάκι στην ωριμότερη, όπως έλεγε, μουσικά περίοδο της ζωής του. Σε κάθε νέα παρουσίαση αντιλαμβάνομαι τη δύναμη αυτών των τραγουδιών στο ακροατήριο. Η ποίησή του θα παραμείνει γιατί χαρακτηρίζεται από αμεσότητα, τολμηρότητα, ευφυΐα και τρυφερότητα. Αυτό που µε εντυπωσιάζει, και σε αυτό, πιστεύω, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η δύναμη της ποίησής του, είναι οι απλές λέξεις που χρησιμοποιεί.

Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος έζησε από μικρός τη σκληρότητα των ανθρώπων και της ζωής. Η ποίησή του άντλησε μέσα από αυτά που έζησε και από αυτά που δεν έζησε και έγινε η ασφαλιστική του δικλίδα για να συνεχίσει και να αγαπηθεί. Ευτυχώς για εμάς τους λίγους που σταθήκαμε τυχεροί και τον συναντήσαμε.

Πηγή: https://www.documentonews.gr/article/kyrie-ntino-na-xereis-se-agapame
Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. (Γιώργος Ιωάννου)


 

Search Tools