Συχνάκις οι μαμάδες, παρ' όλη την αγάπη τους, δεν είναι τέλειες... για φαντάσου να λέγαμε αναβιβασμό την... αναβάθμιση. Βέβαια, υπάρχει και η πολυσημία της υποβάθμισης που ενέχει κάποια προβληματάκια, αλλά έτσι είναι η γλώσσα, δεν υπάρχει μαθηματική τελειότητα και, εξάλλου, αντίστοιχη πολυσημία έχει και ο υποβιβασμός.
αναβάθμιση η [anaváθmisi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του αναβαθμίζω. ANT υποβάθμιση: H ίδρυση πνευματικού κέντρου βοήθησε στην αναβάθμιση της περιοχής. H αναβάθμιση της παιδείας θα είναι το αποτέλεσμα ενός μακροχρόνιου σχεδιασμού.
[λόγ. αναβαθμι- (αναβαθμίζω) -σις > -ση]
— Λεξικό της κοινής νεοελληνικής του ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη
υποβάθμιση η [ipováθmisi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του υποβαθμίζω. ANT αναβάθμιση: H αναβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος. Είναι ολοφάνερη η αναβάθμιση της πολιτικής ζωής του τόπου. H αναβάθμιση του θέματος / του ζητήματος.
[λόγ. υποβαθμι- (υποβαθμίζω) -σις > -ση]
— Λεξικό της κοινής νεοελληνικής του ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη
αναβιβασμός ο [anavivazmós] Ο17 : (γραμμ.) ~ του τόνου, μετάθεση του τόνου σε προηγούμενη συλλαβή.
[λόγ. < ελνστ. ἀναβιβασμός]
— Λεξικό της κοινής νεοελληνικής του ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη
αναβιβασμός [anavivazmós] ο, (L) ① raising, lifting (syn ανέβασμα) ② raising, increasing (syn ανέβασμα, άνοδος): ~ των τιμών ③ theat putting on the stage, staging, production (syn in αναβίβαση 1) ④ gramm shifting: ~ του τόνου (as e.g. in voc δέσποντα vis-à-vis nom δεσπότης) [fr LK αναβιβασμός, der of αναβιβάζω]
Λεξικό Γεωργακά