Translation - Μετάφραση

Favourite texts, movies, lyrics, quotations, recipes => Favourite Fiction => Favourite Music and Lyrics => Fiction of Thessaloniki => Topic started by: wings on 26 Nov, 2005, 20:19:59

Title: Γιώργος Ιωάννου
Post by: wings on 26 Nov, 2005, 20:19:59
Γιώργος Ιωάννου (1927-1985)

Πεζογραφήματα δημοσιευμένα στο Translatum:




Στο Translatum έχουν δημοσιευτεί και ποιήματα του Γιώργου Ιωάννου (https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=1560.0).
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, "Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής"
Post by: zephyrous on 27 Nov, 2005, 03:18:02
Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι ότι διδάσκουν κείμενα του Γιώργου Ιωάννου στο τμήμα Modern Greek Studies πολλών μεγάλων πανεπιστημίων της Αγγλίας. Εξαιρετικά αδικημένος, πάντως, στην Ελλάδα, κατά την ταπεινή μου γνώμη.
Title: Απ: Γιώργος Ιωάννου, "Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής"
Post by: wings on 27 Nov, 2005, 05:00:22
Δεν έχεις άδικο, Γιάννη μου. Αδικημένος, αλλά όχι απ' αυτούς που ξέρουν. Υπήρξε ένας υπέροχος "εργάτης" της γλώσσας κι ένας λογοτέχνης κεφάλαιο για τον 20ό αιώνα, χωρίς τυμπανοκρουσίες, φρου-φρου κι αρώματα.

Ευτυχώς, στη Θεσσαλονίκη που τόσο αγάπησε, μπορεί κανείς να βρει παντού όλα τα βιβλία του. Γιατί, είπαμε... ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής.

Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, "Ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής"
Post by: spiros on 27 Nov, 2005, 06:15:03
Σε μια συλλογή διηγημάτων του (κάπου έχω δώσει το βιβλίο) έχει ένα διήγημα με τίτλο, Το Κουκούλι, όπου λέει κάτι τέτοιο:

Χωρίς σεξ, μπορεί να ζήσει κανείς 70 χρόνια, χωρίς τρυφερότητα, ούτε στιγμή.
Title: Απ: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: wings on 27 Nov, 2005, 13:02:36
Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι

[...]

Πιστεύω πως χωρίς έρωτα ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει μια χαρά. Ιδίως αν έχει δοκιμάσει την απάτη, μπορεί να μην αισθάνεται καθόλου την έλλειψή του. Αλλά χωρίς στοργή τα πράγματα είναι δύσκολα και ο κόσμος άδειος. Όταν υπάρχει στοργή, μπορεί να μην υπάρχει έρωτας - σου φαίνεται πως τίποτα δεν λείπει. Αν μάλιστα απ' αυτό κινδυνεύει η στοργή επιβάλλεται έρωτας να μην υπάρχει. Πάντως το ίδιο πρόσωπο για να χαρίζει και τα δυο, μάλλον αποκλείεται. Γι' αυτό συνήθως η στοργή αναπτύσσεται ανάμεσα σε πρόσωπα του ίδιου φύλου ή συγγενικά, όπου δεν ξεφυτρώνει κάθε τόσο το ερωτικό εμπόδιο. Εξάλλου, ούτε και συ ο ίδιος μπορείς να χαρίζεις και στοργή και έρωτα στο ίδιο πρόσωπο. Αν συμβαίνει να το νομίζεις αυτό, απλώς τυφλώνεσαι απ' την επιθυμία και ξεγελάς τον εαυτό σου. Ίσως όμως να μην μπορούν να συνυπάρξουν μέσα σου, ούτε και στην περίπτωση που προέρχονται από διαφορετικά πρόσωπα. Ο έρωτας είναι ή μάλλον έχει καταντήσει καθαρή ιδιοτέλεια, ενώ η στοργή δεν αποβλέπει σε τίποτε τέτοιο.

[...]

Από τη συλλογή πεζογραφημάτων Για ένα φιλότιμο (1964)
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: spiros on 27 Nov, 2005, 13:09:08
Μπράβο, καλά έκανες και το έβαλες, μου είχε λείψει ο Ιωάννου!
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: zephyrous on 27 Nov, 2005, 13:13:25
Εμένα να δείτε, που δεν μπορώ να βρω τίποτα εδώ πέρα! Βαθιά νοήματα σε απλή γλώσσα. Ίσως ό,τι πιο δύσκολο. Άλλωστε, το αντίθετο είναι το πιο συνηθισμένο. Κενά νοήματα με περισπούδαστο ύφος και δύσκαμπτη γλώσσα. Ίσως και ο βασικός λόγος για τον οποίο ξεχωρίζει. Ευχαριστώ πολύ!
Title: Γιώργος Ιωάννου, Στου Κεμάλ το σπίτι
Post by: wings on 07 Jan, 2006, 19:23:59
Γιώργος Ιωάννου, Στου Κεμάλ το σπίτι

Δεν ξαναφάνηκε η μαυροφορεμένη εκείνη γυναίκα, που ερχόταν στο κατώφλι μας κάθε χρονιά, την εποχή που γίνονται τα μούρα, ζητώντας με ευγένεια να της δώσουμε λίγο νερό απ' το πηγάδι της αυλής. Έμοιαζε πολύ κουρασμένη, διατηρούσε όμως πάνω της ίχνη μιας μεγάλης αρχοντικής ομορφιάς. Και μόνο ο τρόπος που έπιανε το ποτήρι, έφτανε για να σχηματίσει κανείς την εντύπωση πως η γυναίκα αυτή στα σίγουρα ήταν μια αρχόντισσα. Δίνοντάς μας πίσω το ποτήρι, ποτέ δεν παρέλειπε να μας πει στα τούρκικα την καθιερωμένη ευχή, που μπορεί να μην καταλαβαίναμε ακριβώς τα λόγια της, πιάναμε όμως καλά το νόημά της: "Ο Θεός να σας ανταποδώσει το μεγάλο καλό". Ποιο μεγάλο καλό; Ιδέα δεν είχαμε.

Καθόταν ήσυχα για ώρα πολλή στο κατώφλι της αυλής, κι αντί να κοιτάζει κατά το δρόμο ή τουλάχιστο κατά το πλαϊνό σπίτι του Κεμάλ, αυτή στραμμένη έριχνε κλεφτές ματιές προς το δικό μας σπίτι, παραμιλώντας σιγανά. Πότε πότε έκλεινε τα μάτια και το πρόσωπό της γινόταν μακρινό, καθώς συλλάβιζε ονόματα παράξενα. Εμείς, πάντως, δεν παραλείπαμε να της δίνουμε μούρα απ' την ντουτιά, όπως άλλωστε δίναμε σ' όλη τη γειτονιά και σ' όποιον περαστικό μας ζητούσε. Η ξένη τα έτρωγε σιγανά, αλλά με ζωηρή ευχαρίστηση. Δε μας φαινόταν παράξενο που της άρεζαν τα μούρα μας τόσο πολύ. Το δέντρο μας δεν ήταν από τις συνηθισμένες μουριές, απ' αυτές που κάνουν εκείνα τα άνοστα νερουλιάρικα μούρα. Το δικό μας έκαμνε κάτι μεγάλα, ξινά σα βύσσινα, και πολύ κόκκινα στο χρώμα. Ήταν ένα δέντρο παλιά και τεράστιο, τα κλαδιά του ξεπερνούσαν το δίπατο σπίτι μας. Μοναχά ένα κακό είχε∙ τα φύλλα του ήταν σκληρά και οι μεταξοσκώληκές μου δεν μπορούσαν να τα φάνε. Ήταν, πάντως, δέντρο φημισμένο σ' όλο το Ισλαχανέ κι ακόμα πιο πέρα.

Την πρώτη φορά που είχε καθίσει η άγνωστη γυναίκα στο κατώφλι μας, δε σκεφτήκαμε να της προσφέρουμε μούρα, όμως σε λίγο μας ζήτησε η ίδια λέγοντας πως ήθελε να φυτέψει το σπόρο τους στον μπαχτσέ της. Έφαγε μερικά και τα υπόλοιπα τα έβαλε σ' ένα χαρτί και έφυγε χαρούμενη.

Τη δεύτερη φορά, θα ήταν κατά το τριάντα οχτώ, δυο χρόνια, πάντως, μετά την πρώτη, δεν έβαλε μούρα στο χαρτί. Κάθισε και τα έφαγε ένα ένα στο κατώφλι. Φαίνεται πως ο σπόρος απ' τα προηγούμενα είχε αποδώσει, αλλά για να δώσει και μούρα έπρεπε, βέβαια, να περάσουν χρόνια. Το δέντρο αυτό, όπως όλα τα δέντρα που μεγαλώνουν σιγά, ζει πολλά χρόνια και αργεί να καρπίσει.

Η γυναίκα ξαναφάνηκε και τον επόμενο χρόνο, λίγο πριν απ' τον πόλεμο. Όμως τη φορά αυτή της προσφέραμε νερό απ' τη βρύση. Αρνήθηκε να πιει το νερό. Μόλις το έφερε στο στόμα, μας κοίταξε στα μάτια και μας έδωσε πίσω το γεμάτο ποτήρι. Επειδή την είδαμε ταραγμένη, θελήσαμε να της εξηγήσουμε. Ο σιχαμένος σπιτονοικοκύρης μας είχε διοχετεύσει το βόθρο του σπιτιού στο βαθύ πηγάδι. "Τώρα που σας έφερα το νερό στις κουζίνες σας, δε σας χρειάζεται το πηγάδι", μας είχε πει. Η γυναίκα βούρκωσε, δε μας έδωσε όμως καμιά εξήγηση για την τόση λύπη της. Για να την παρηγορήσουμε της δώσαμε περισσότερα μούρα κι η γιαγιά μου της είπε κάτι που την έκανε να τιναχτεί: "Θα σου τα έβαζα σ' ένα κουτί, αλλά δε βαστάνε για μακριά". Και πράγματι είχαμε αρχίσει κάτι να υποπτευόμαστε. Την άλλη φορά είδαμε, πως μόλις έφυγε από μας, πήγε δίπλα στου Κεμάλ το σπίτι, όπου την περίμενε μια ομάδα από τούρκους προσκυνητές, που κοντοστέκονταν στο πεζοδρόμιο. Εμείς ως τότε θαρρούσαμε πως είναι καμιά τουρκομερίτισσα δικιά μας, απ' τις πάμπολλες εκείνες, που δεν ήξεραν λέξη ελληνικά, μια και η ανταλλαγή των πληθυσμών είχε γίνει με βάση τη θρησκεία και όχι τη γλώσσα. Η αποκάλυψη αυτή στη αρχή μάς τάραξε. Δε μας έφτανε που είχαμε δίπλα μας του Κεμάλ το σπίτι, σα μια διαρκή υπενθύμιση της καταστροφής, θα είχαμε τώρα και τους τούρκους να μπερδουκλώνονται πάλι στα πόδια μας; Και τι ακριβώς ήθελε από μας αυτή η γυναίκα; Πάνω σ' αυτό δεν απαντήσαμε, κοιταχτήκαμε όμως βαθιά υποψιασμένοι. Και τα επόμενα λόγια μας έδειχναν πως η καρδιά μας ζεστάθηκε κάπως από συμπάθεια κι ελπίδα. Είχαμε κι εμείς αφήσει σπίτια και αμπελοχώραφα εκεί κάτω.

Η τουρκάλα ξαναφάνηκε λίγο μετά τον πόλεμο. Εμείς καθόμασταν πια σε άλλο σπίτι, λίγο παραπάνω, όμως την είδαμε μια μέρα να κάθεται κατατσακισμένη στο κατώφλι του παλιού σπιτιού μας. Ο πρώτος που την είδε, ήρθε μέσα και φώναξε: "η τουρκάλα!" Βγήκαμε στα παράθυρα και την κοιτάζαμε με συγκίνηση. Παραλίγο να την καλέσουμε απάνω στο σπίτι - τόσο μας είχε μαλακώσει την καρδιά η επίμονη νοσταλγία της. Όμως αυτή κοίταζε ακίνητη την κατάγυμνη αυλή και το έρημο σπίτι. Μια ιταλιάνικη μπόμπα είχε σαρώσει τη ντουτιά κι είχε ρημάξει το καλοκαμωμένο ξυλόδετο σπίτι, χωρίς να καταφέρει να το γκρεμίσει.

Δεν την ξανάδαμε από τότε. Ήρθε - δεν ήρθε, άγνωστο. Άλλωστε και να 'ρχότανε δε θα 'βρισκε πια το κατώφλι με το αφράτο μάρμαρο για να ξαποστάσει. Το σπίτι είχε από καιρό παραδοθεί σε μια συμμορία εργολάβων και στη θέση του υψώθηκε μια πολυκατοικία απ' τις πιο φρικαλέες. Τώρα ετοιμάζονται να την γκρεμίσουν οι γελοίοι. Ποιος ξέρει τι μεγαλεπήβολο σχέδιο συνέλαβε πάλι το πονηρό μυαλό τους.

Αν γίνει αυτό, θα παραφυλάγω νύχτα μέρα, ιδίως όταν το σκάψιμο θα έχει φτάσει στα θεμέλια, κι ίσως μπορέσω να εμποδίσω ή τουλάχιστο να καθυστερήσω το χτίσιμο του νέου εξαμβλώματος. Την προηγούμενη φορά είχε βρεθεί εκεί στα βάθη ένα θαυμάσιο ψηφιδωτό, που άρχιζε απ' το οικόπεδο του δικού μας σπιτιού και συνεχιζόταν προς το σπίτι του Κεμάλ. Το ψηφιδωτό αυτό οι δασκαλεμένοι εργάτες το σκεπάσανε γρήγορα γρήγορα για να μην τους σταματήσουν οι αρμόδιοι. Πάντως, τις ώρες που το έβλεπε το φως του ήλιου, γίνονταν διάφορα σχόλια απ' την έκθαμβη γειτονιά. Όλοι μιλούσανε για την ομορφιά και την παλιά δόξα, μα ανάμεσα στα δυνατά λόγια και τις φωνές, άκουσα μια γρια να σιγολέει: «Στο σπίτι αυτό καθόταν ένας μπέης, που είχε μια κόρη σαν τα κρύα τα νερά. Κυλιόταν κάτω, όταν φεύγανε, φιλούσε το κατώφλι. Τέτοιο σπαραγμό δεν ματαείδα».

Από τη συλλογή διηγημάτων Η μόνη κληρονομιά (1974)


Χρόνια πολλά, Γιάννη!!!
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, "Στου Κεμάλ το σπίτι"
Post by: zephyrous on 07 Jan, 2006, 19:25:48
To καλύτερο δώρο ήταν, ευχαριστώ!
Title: Απ: Γιώργος Ιωάννου, "Στου Κεμάλ το σπίτι"
Post by: wings on 07 Jan, 2006, 19:29:25
Ξέρεις τι σκεφτόμουν όταν το έγραφα; Είναι μάγος της γλώσσας ο Ιωάννου. Το λέει και το πιστεύει και το αποδεικνύει περίτρανα πως ο λόγος είναι μεγάλη ανάγκη της ψυχής. Νιώθω, πάντα όταν ξαναγυρνώ στα κείμενά του, ότι κάθε λέξη είναι μια σταλαγματιά που πέφτει σε μια καλοζυγισμένη κλεψύδρα και ποτέ δεν χάνει το μέτρο.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, "Στου Κεμάλ το σπίτι"
Post by: zephyrous on 07 Jan, 2006, 19:34:03
Quote
Νιώθω, πάντα όταν ξαναγυρνώ στα κείμενά του, ότι κάθε λέξη είναι μια σταλαγματιά που πέφτει σε μια καλοζυγισμένη κλεψύδρα και ποτέ δεν χάνει το μέτρο.

Είσαι σίγουρη ότι το επώνυμό σου δεν είναι Ιωάννου; :)
Title: Απ: Γιώργος Ιωάννου, "Στου Κεμάλ το σπίτι"
Post by: wings on 07 Jan, 2006, 19:36:14
Πολύ θα το 'θελα να ήταν ο άλλος μου «θείος» αλλά, φευ,...
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ο Μπάτης
Post by: spiros on 05 Mar, 2006, 18:12:48
Μόλις άκουσα στο Τρίτο ότι υπάρχει κάποιο αφιέρωμα για τον Ιωάννου, νομίζω 7, 9 και 10 Μαρτίου.
Title: Απ: Γιώργος Ιωάννου, Ο Μπάτης
Post by: wings on 05 Mar, 2006, 18:25:40
Kαι πληροφορίες για βιβλία του μεταφρασμένα στα αγγλικά: εδώ (http://www.hellenicbookservice.com/Modern/modern_greek_literature_and_poet.htm).
Title: Απ: Γιώργος Ιωάννου, Ο Ιωάννου όπως τον γνώρισαν
Post by: wings on 05 Mar, 2006, 18:36:01
Ο Ιωάννου όπως τον γνώρισαν


Της ΠΑΡΗΣ ΣΠΙΝΟΥ


«Γιώργο μου, έχω να σε δω είκοσι χρόνια. Κοιτάζω τις φωτογραφίες και τα βιβλία σου. Κείμενα ήθους και ομορφιάς της ελληνικής γλώσσας. Σε θαύμαζα (και πάντα θα σε θαυμάζω)...»


 
Με αυτό τον χαιρετισμό ο ποιητής Γιάννης Κοντός απευθύνεται στον Γιώργο Ιωάννου στο αφιέρωμα με τίτλο «Με τον ρυθμό της ψυχής» που ετοίμασε ο «Κέδρος» -το 2005 συμπληρώθηκαν 20 χρόνια από τον θάνατο του Ιωάννου. Μαζί του, 29 συγγραφείς και κριτικοί (από τον Νάσο Βαγενά και τον Θανάση Βαλτινό μέχρι τον Γιώργη Γιατρομανωλάκη, τη Νένα Κοκκινάκη, τον Μένη Κουμανταρέα και τον Γιώργο Μανιώτη) σκέφτονται τον εξομολογητικό λογοτέχνη που «συνέθεσε την τοιχογραφία του καιρού του», τον εσωστρεφή «ασκητή» που έγραφε στο ημιφωτισμένο δωμάτιό του.

Το πορτρέτο του όμως κάνουν και 32 ζωγράφοι με ισάριθμα έργα που θα παρουσιαστούν, μαζί με το βιβλίο την Τετάρτη το βράδυ στο Νέο Μουσείο Μπενάκη, στην Πειραιώς. Οι Κ. Κατζουράκης, Α. Κυριτσόπουλος, Χρ. Μποκόρος, Χρ. Μπότσογλου, Α. Παπαδοπεράκη, Εδ. Σακαγιάν, Σ. Σόρογκας, Αλ. Φασιανός, Μ. Χάρος, Γ. Ψυχοπαίδης και πολλοί άλλοι αποτύπωσαν τα χαρακτηριστικά του προσώπου του Ιωάννου, επηρεάστηκαν από την ατμόσφαιρα των ποιημάτων του ή βάδισαν στα μέρη όπου σύχναζε κι αυτός.

*Στις πρώτες σελίδες του αφιερώματος -αποσπάσματα του οποίου προδημοσιεύουμε σήμερα- ο Βασίλης Βασιλικός ανοίγει το άλμπουμ με τις παλιές φωτογραφίες κι ανακαλύπτει μια φωτογραφία του Ιωάννου από το 1955, όταν ήταν καθηγητής στον Σοχό, την πατρίδα της Ζυράννας Ζατέλη. Ο Θανάσης Νιάρχος περιγράφει την καθημερινότητα του συγγραφέα: «Ηταν για πολλούς μια οικεία φιγούρα στους δρόμους της Αθήνας, ακόμα κι αν δεν γνώριζαν πως είχαν να κάνουν μ' έναν σπουδαίο συγγραφέα. Εμπαινε στα μαγαζιά, ψώνιζε, ρωτούσε για τις τιμές, χρησιμοποιούσε τα μέσα συγκοινωνίας, συνδύαζε δουλειές για να μικραίνει τις αποστάσεις. Λάτρευε το κέντρο της Αθήνας, που το είχε διαλέξει άλλωστε για γειτονιά του. Οσο θορυβωδέστερη ήταν μια περιοχή τόσο προσφιλέστερη του γινόταν. Οταν χρειαζόταν να απομονωθεί, το κατόρθωνε στο ίδιο του το σπίτι, με τα κλειστά παράθυρα, τις κατεβασμένες κουρτίνες».

*«Διχασμένη φύση» τον αποκαλεί ο Μένης Κουμανταρέας και προσθέτει δεκάδες άλλους χαρακτηρισμούς: «Ενας Θρακιώτης -και θρακιώτη συγγραφέα έχουμε να δούμε από τον Βιζυηνό- ένας αργοπορημένος Βυζαντινός στα χρόνια μας, ένας ηθικολόγος με την ηθική ενός δασκάλου ερωτευμένου με έναν από τους μαθητές του. Ενας γραμματικός που είναι μαζί και ποιητής. Ενας ερευνητής των λέξεων που αποδελτιώνει μαζί με τη γνώση και τα ήθη των συγχρόνων του. Ενας λαϊκός βαθιά θρησκευόμενος που ερευνά μανιακά τον καραγκιόζη και ένας καραγκιοζοπαίχτης ο ίδιος όταν αποφασίζει να γίνει αστείος (...) Είναι, ακόμα, ένας γεωγράφος της περιφέρειας και μαζί γεωγράφος του ανθρώπινου κορμιού...»

*Η Μάρω Δούκα τον θυμάται να την παρακολουθεί, ενώ η ίδια, νεαρή συγγραφέας, έσκυβε στα γραπτά της: «Ασκήσεις επί χάρτου, μου έλεγε, με τα μολύβια μου και με τα τετράδιά μου και με το φως της λάμπας μου, απορώ πως δεν αποσπά την προσοχή σου ο θόρυβος από τα πλήκτρα της γραφομηχανής! Μα το πρώτο χέρι, του έλεγα απολογητικά εγώ, το κάνω πάντα με καλά ξυσμένο μολύβι, ούτε καν με στυλό. Εντάξει τότε, υποχωρούσε συγκαταβατικά, και αλλάζαμε κουβέντα».

*Ο Μιχάλης Πιερής αναπολεί τη μέρα που τον γνώρισε, στις αρχές του 1981. Βρισκόταν στο σπίτι του Ιωάννου και, καθώς τον ρωτούσε επίμονα «τι μας ετοιμάζετε», ο Ιωάννου του έδειξε ένα μυθιστόρημα που είχε στα σκαριά: «Χρειάζεται μεγάλη προεργασία αν θέλεις πράγματι να αναστήσεις μυθιστορηματικούς ήρωες και μια εποχή με την απαιτούμενη αληθοφάνεια» του είπε. «Αυτός ο ήρωας, για παράδειγμα, δείτε τι έχω καταγράψει στη στήλη του: τι σπούδασε, τι διάβαζε, πού εργάστηκε, που ταξίδεψε, ποια ήταν η ιδελογία του. Χωρίς αυτά δεν μπορώ να τον αναστήσω. Είμαι όμως έτοιμος. Μες στην επόμενη δεκαετία θα τυπώσω τρία τουλάχιστον ή και τέσσερα μυθιστορήματα».

Πού να φανταζόταν ότι το νήμα της ζωής του θα κοβόταν τόσο γρήγορα, τόσο απρόσμενα, λίγα χρόνια αργότερα.


Από το σημερινό ένθετο περί τέχνης (http://www.enet.gr/online/online_text?c=113&id=28289064) στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία

H συνημμένη φωτογραφία: Ο Γιώργος Ιωάννου δια χειρός Δ. Καλοκύρη, έργο που κοσμεί και το εξώφυλλο της έκδοσης.
Title: Γιώργος Ιωάννου, Για ένα φιλότιμο
Post by: wings on 03 May, 2006, 21:58:34
Κάτι παραπάνω από 40 χρόνια περάσανε από την πρώτη έκδοση των πεζογραφημάτων του Γιώργου Ιωάννου με τίτλο Για ένα φιλότιμο. Γράφτηκαν στη Βεγγάζη της Λιβύης και στο Καστρί της Κυνουρίας από το 1961 ως το 1964.

Είμαστε λοιπόν στο 1964 και το άστρο του Γιώργου Ιωάννου ανατέλλει στην ελληνική πεζογραφία - ένα άστρο που έμελλε να λάμψει για δυο ατόφιες δεκαετίες και να φωτίσει τη σύγχρονη λογοτεχνία μας και μάλιστα σε χαλεπούς καιρούς.

Σας παραθέτω το ομώνυμο κεφάλαιο του βιβλίου που από πολλούς θεωρείται το κορυφαίο του. Και το αφιερώνω στο φίλο μου, τον Σπύρο Μάστορα - γιατί κάπου στα μισά της δεκαετίας του '80 μ΄έφερε ακόμα πιο κοντά στο Γιώργο Ιωάννου. Και γιατί μέσα από τις ατέλειωτες κουβέντες μας αφού ρουφήξαμε μαζί ξανά κάθε λέξη του συγγραφέα, αλλά και μέσα από τις ατέλειωτες σιωπές μας ύστερ' από κάθε ανάγνωση, πιαστήκανε χέρι-χέρι με το Γιώργο Ιωάννου και μου δείξανε ένα τρόπο ζωής και σκέψης αλλιώτικο, πιο φωτεινό - κοντολογίς, έναν άλλο κόσμο που δεν χαλαλίζει χώρο σ' «ανήλιαγους» ανθρώπους.

Μικρή δική μου αυθαιρεσία έναντι του αρχικού γραπτού αποτελεί η έντονη γραφή λέξεων ή φράσεων που με μαγέψανε. Γιατί κυρίως θεωρώ τον Γιώργο Ιωάννου πρωτομάστορα και υποδειγματικό εργάτη της γλώσσας.

Γιώργος Ιωάννου, Για ένα φιλότιμο

Τα κοπάνησα στην καντίνα απόψε. Και δεν πρέπει καθόλου να πίνω, γιατί πολλά λέω και κάνω συνήθως. Μέθυσα απαίσια με ανιζέτα - μοιάζει κάπως με το δικό μας το ούζο αυτό το σπίρτο. Κακά μαντάτα πάλι∙ κυρίως απ' τον εαυτό μου.

Αλλά κι αλλιώς δεν μπορούσε να γίνει. Αμέσως μόλις μπήκα, γύρω μου σχηματίστηκε μια παρέα. Με κερνούσαν συνέχεια και με κανένα τρόπο δε μ' άφηναν να τους κεράσω. Ζηλεύω πολύ αυτές τις συντροφιές. Έχω χάσει άδικα των αδίκων τα χρόνια μου με κείνους τους άνοστους λογοτέχνες. Τα παιδιά αυτά μ' αγαπούν, το παραδέχομαι. Η αγάπη τους όμως είναι ίδια με κείνη, που έχουμε για τον καλόβολο συνταξιδιώτη. Κορυφώνεται κατά το μέσο του ταξιδιού, για ν' αρχίσει να σιγοσβήνει όσο τελειώνουν τα χιλιόμετρα. Στο τέλος μπορεί να μην πούμε ούτε αντίο. Όποιος έχει μιλήσει τα περισσότερα και τα ειλικρινέστερα είναι ο χαμένος. Το 'χω υπόψη μου αυτό το παιχνίδι, κι όμως θέλω με όλη μου την καρδιά να ξαναμιλήσω.

Έχω την υποψία πως σ' όλο αυτό το διάστημα καθόταν στο απέναντι τραπέζι αυτός που πρόκειται να γίνει φίλος μου. Έπινε δήθεν αδιάφορα, μα εγώ ξέρω πως το μάτι του και το αυτί του ήταν εδώ σε μένα. Να δούμε ποιος απ' τους δυο μας θα προσπέσει. Πάντως θα βουρλιζόμαστε έτσι για πολύ καιρό. Είναι βαρύς από μυστικά κι αυτός∙ το διαισθάνομαι∙ και θα πρέπει να σκέφτεται ολοένα το ίδιο πράγμα. Θα δοκιμάσω κι αυτουνού την αντοχή με αποκαλύψεις και θα δούμε. Μ' αυτή τη μέθοδο έχω χάσει όλους τους ανθρώπους μου σιγά σιγά. Ο πιο στενός μου φίλος, πάντως, πήγε τελευταία για γάμο.

Η ανιζέτα είναι αψιά, ιδίως όταν την ανακατεύεις με μπύρα. Τίποτα δεν εξαλείφεται, κακά τα ψέματα. Μ' ένα γρόσι στο τζιουμπόξ άρχισαν τα ζεϊμπέκικα του Μητσάκη:


Όσο βαριά είν' τα σίδερα...

Κάποιος χορεύει κα μάλιστα καλά. Αγαπάει, λένε, απελπισμένα ένα ανήλικο.

Κάποιος με παρατηρεί, με σκέφτεται δυνατά, νιώθω σα βάρος. Άναψαν κιόλας οι ιστορίες για το πώς ξεγλίστρησε ο καθένας μας απ' την όλο στοργή πατρίδα.

Στο μώλο ο γερανός αρπάζει με τις δαγκάνες του βράχους και τους ξαναβυθίζει στο πέλαγος. Είναι φορτωμένοι απολιθώματα ψαριών και οστράκων. Δεν είναι ανάγκη να 'σαι σοφός για να καταλάβεις τι έχει συμβεί. Οι πέτρες είναι βέβαια κατά μας∙ απ' το πέλαγο και πέρα αρχίζει, θαρρείς, η πατρίδα. Ο γερανός με το φωτάκι του συνεχίζει να στρέφεται∙ μια προς εμάς, μια κατά τη θάλασσα, και κει χαμηλώνει. Έτσι, μου φαίνεται, θ' αρπάξει και μένα καμιά μέρα.

Μια τέτοια νύχτα γλυκιάς χαράς θα τρέξω κατά το μώλο. Μέσα στο μεθύσι μου και στην άφθαρτη ακόμα εκτίμηση των φίλων. Όταν με ξαναβρούνε θα με σηκώσουνε στους ώμους τους. Εδώ ευτυχώς δεν υπάρχουν νεκροθάφτες. Ο φιλαράκος μου ο δύτης θα μ' έχει βγάλει απ' τη θάλασσα. Όλα τα έχω προβλέψει. Με τρέφει η απελπισία∙ αυτό το χαλάρωμα είναι που φοβάμαι.

Ο Νταντίνης πλαγιάζει απόψε, κινδύνεψε πάλι τη ζωή του. Τον ζητούσα στο μώλο, μόλις βγήκα απ' τα γραφεία. Μου είπαν πως ζαλιζόταν όταν ανέβηκε απ' τη θάλασσα. Ξαναφόρεσε το φόρεμα και βυθίστηκε, όσο να συνέλθει. Με υποδέχτηκε στην κάμαρά του με γέλια και φωνές. Εγώ στη θέση του θα ήμουν ράκος, σκεπτόμενος κυρίως το μέλλον. Μ' έφαγαν πολλά πράγματα, δεν ξέρω ποιον άτιμο να πρωτοδείρω. Παρατηρημένο τέλος πάντων∙ κάθε βράδυ έχω νέες αφορμές για ποτό και απανωτά τσιγάρα.

Ένα σφουγγάρι, μου είπε, έβλεπε∙ ριζωμένο όμως πιο βαθιά απ' ό,τι συνήθως κατεβαίνει. Αν και ήξερε καλά τον κίνδυνο, δεν μπορούσε με κανένα τρόπο να τ' αφήσει. Αμολήθηκε, κι αμέσως ένιωσε να μουδιάζει ολόκληρος. Το ξερίζωσε εντούτοις∙ κι ούτε ξέρει με τι χέρια το κατόρθωσε αυτό.

Μαύρο και γλιστερό σαν πάθος, κείτονταν σ' ένα πανέρι το σφουγγάρι. Θα γίνει όμορφο κι αυτό στον ήλιο και στον αέρα.

Και γιατί το 'κανες αυτό; Αφού κανένας απολύτως δε σ' έβλεπε, γιατί το ΄κανες; του φώναξα.


Μα, για ένα φιλότιμο, απάντησε ήσυχα. Και κατόπι πρόσθεσε με σημασία: Εσύ τι ξέρεις απ' αυτά∙ εσένα τα γράμματα σ' έχουνε άσκημα δαμάσει.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Για ένα φιλότιμο
Post by: dinomachi on 04 May, 2006, 10:54:25
Τουτέστιν... το φιλότιμο δε διδάσκεται σε κανένα σχολείο...
:-)))


Δ.Δ.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Για ένα φιλότιμο
Post by: wings on 04 May, 2006, 12:19:22
To φιλότιμο διδάσκεται από όσους γύρω μας το διαθέτουν. Άρα και στα σχολεία.:-))))
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Για ένα φιλότιμο
Post by: elena petelos on 04 May, 2006, 12:20:34
To φιλότιμο διδάσκεται από όσους γύρω μας το διαθέτουν. Άρα και στα σχολεία.:-))))

Μπα!! Άλλα μας μάθαιναν εμάς...
:-)))
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Για ένα φιλότιμο
Post by: wings on 04 May, 2006, 12:56:26
Μα δεν κατάλαβες. Το διδάσκεσαι μέσα από τον τρόπο ζωής των άλλων... άρα και στα σχολεία μπορείς να βρεις ανθρώπους με φιλότιμο ή χωρίς αυτό όπως και παντού. Δεν διδάσκεται στα χαρτιά και στα βιβλία, ωστόσο... κι αν δεν έχεις τα μάτια σου ανοιχτά, αφήνεις και σου μαθαίνουν άλλα αντ' άλλων.

Το λέει κι η Λιλή Ζωγράφου στο άλλο θέμα (https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=3191.0) που συζητούσαμε τα ξημερώματα... συμμέτοχοι είμαστε όλοι μας σε όλα.:-)
Title: Γιώργος Ιωάννου, Η σαρκοφάγος
Post by: wings on 07 Jan, 2007, 02:07:42
Πέρυσι τέτοια μέρα ήμασταν πάλι εδώ με ένα νήμα αφιερωμένο σ' ένα Γιάννη που όλοι μας αγαπάμε πολύ με ένα άλλο κείμενο του Γιώργου Ιωάννου.

Πέρασε ήδη ένας ακόμα χρόνος και ο Ζεφυρόγιαννος ήταν κατ' επανάληψη η πιο καλή παρέα παρά τα χιλιόμετρα που μας χωρίζουν, κυρίως τα ατέλειωτα βράδια της δουλειάς. Εύχομαι να ακολουθήσουν πολλά ακόμα τέτοια βράδια με ακόμα περισσότερα κείμενα του Ιωάννου και δικά μας και πολλών άλλων και να 'μαστε πάντα καλά για ν' ανταμώνουμε σε τούτη την ενότητα και σ' όλες τις άλλες. Πολύ τον ευχαριστώ για την παρέα όλα αυτά τα χρόνια και γιατί είναι αυτός που είναι και αξίζει τα καλύτερα. :-)

Χρόνια ευτυχισμένα και καλά, Γιάννη!

Το φετινό σου δωράκι (αυτή τη φορά εικονογραφημένο):

Γιώργος Ιωάννου, Η σαρκοφάγος

Ανάμεσα στο παρθεναγωγείο και την έκθεση, σ’ ένα δρομάκι πολύ στενό, μονοπάτι μάλλον, χρόνια βρίσκονταν παραπεταμένη – κατά την προσφιλή συνήθεια των αρχαιολόγων μας – μια θαυμάσια αρχαία σαρκοφάγος. Είχε βαθιά σκαλισμένες τις πλευρές με έρωτες, κλήματα και λουλουδένιες γιρλάντες, ενώ πάνω στο κάλυμμά της χαμογελούσε μισοπλαγιασμένο απαλά ένα αγαλματένιο ζευγάρι ρωμαϊκής εποχής. Ανασηκωμένοι στο ανάκλιντρο, ερεθιστικά γυμνοί κάτω απ’ το σεντόνι, η γυναίκα εμπρός και ο άντρας πισωκολλητά κατόπι, συνέχιζαν θαρρείς τους θαυμάσιους έρωτές τους. Μου άρεσε να τους κοιτώ, γι’ αυτό, τις νύχτες ιδίως, περνούσα συχνά από κει. Με αναπαύουν, άλλωστε, όλοι οι έρημοι και σκοτεινοί δρόμοι. Μόνο καθώς βαδίζεις σ’ αυτούς, μπορεί κάτι το ελπιδοφόρο να προβάλει εντός σου και κάπως να ημερέψει η ψυχή. Πήγαινα και καθόμουν στο χείλος της μισοσκεπασμένης λάρνακας, σα να περίμενα ν’ αναστηθεί το αντρόγυνο ή να έρθουν οι γλυκιές μυροφόρες για να τις αναγγείλω εγώ πρώτος την ανάσταση: ηγέρθησαν, ουκ εισιν ώδε∙ ίδε ο τόπος όπου έτηκαν αυτούς. Συνήθως όμως ξεπρόβαλε ανάμεσα στ’ αγριόχορτα και στα ψηλά σινάπια κάποιος που έρχονταν για ανάγκη του ή κανένας τύπος ύποπτος, μόνος του ή με παρέα. Οπότε, αντί να αναγγείλω την ανάσταση, δίπλωνα τα φτερά μου κι έφευγα μαζεμένος, περισσότερο για λόγους προνοίας παρά από διακριτικότητα. Κι όμως, η σαρκοφάγος εκείνη ήταν ολόκληρη η λατρευτή ειδωλολατρία για μένα.

Σε λίγο, με χαρά διεπίστωσα πως την είχε κάνει φωλιά του ένα ζευγάρι νεαρών εραστών. Μπαίναν μέσα απ’ το λοξά τραβηγμένο καπάκι και ξαπλώναν πάνω σε στρωμένες εφημερίδες, κολλημένοι, βέβαια, σφιχτά σφιχτά. Ίσως να βγάζαν και τα ρούχα τους το καλοκαίρι. Κάτι μου φάνηκε μια βραδιά πως υπήρχε αφημένο στο χείλος. Πάντως, ακόμα και να ’βρεχε, προφυλάγονταν απ’ αυτούς, εφόσον εκείνες τουλάχιστο τις ώρες κανένας δεν πλησίαζε να τη βρωμίσει. Οι νεαροί, μόλις άκουγαν τα βήματά μου, σταματούσαν τους ψιθυρισμούς. Κι εγώ περνούσα γρήγορα και κρυφογελαστά, μια και μισώ τα κρυφακούσματα όσο τίποτε άλλο στον κόσμο. Δεν παρέλειπα όμως να χαϊδέψω λίγο πονηρά στο πλάι την τυχερή σαρκοφάγο.

Το ζευγαράκι, σίγουρα, δεν μπορούσε ούτε να υποψιαστεί σε τι είχε χρησιμεύσει άλλοτε εκείνη η λάρνακα. Ούτε από μακριά δε θα μπορούσε να φανταστεί τα πτώματα τα τουμπανιασμένα, τη βρώμα και τη σαπίλα, που την είχαν κάποτε διαποτίσει. Πολύ περισσότερο δε θα ’ξερε πως ήταν καμωμένη από πέτρα ειδική, που έχει την ιδιότητα να κατατρώγει πιο γρήγορα τις ανθρώπινες σάρκες. Ένας θεός μονάχα ξέρει, τι θα νόμιζαν πως ήταν εκείνο το κουβούκλιο.

Υπήρξε όμως κάτι, που οπωσδήποτε θα ’πρεπε να τους ενοχλεί. Κι αυτό ήταν η στενότητα του χώρου. Την είχα διαπιστώσει κι ο ίδιος μπαίνοντας κάποτε μέσα. Τότε, γιατί η επιμονή τους αυτή; Ποιος τους εμπόδιζε ή τους κυνηγούσε; Στα ζευγαράκια, όπως είναι γνωστό, κάνει πλάτες ολάκερη η κοινωνία χαμογελώντας πονηρά στο πέρασμά τους. Να ’ταν καμιά άλλη περίπτωση, από κείνες τις κατακριτέες, να το καταλάβω. Αλλά εδώ ήταν αδύνατο λογικά να βρω άκρη. Θα ’πρεπε, πάντως, να τους άρεσε πολύ εκεί μέσα.

Απ’ αυτά κι απ’ αυτά άρχισε στο εξής να με βασανίζει: πώς θα μπορούσε να κυλήσει το ασήκωτο εκείνο σκέπασμα πάνω στη λάρνακα; Ασφαλώς, με μοχλούς ή με τακάκια, κατέληξα. Επομένως, το καπάκι θα μπορούσε να παγιδευτεί και να κυλήσει ακριβώς την ώρα που θα ’μπαινε μέσα στο ζευγάρι. Θα ’ρχιζαν, φυσικά, να φωνάζουν, να χτυπούν, να χτυπιούνται, μα τελικά κάποιοι ασφαλώς θα τους άκουγαν και θα ’φερναν ένα γερανό να τους ξεσκεπάσει. Θα δημιουργούνταν έτσι μια εξαιρετικά πρωτότυπη και έξυπνη – να πάρει ο διάβολος – υπόθεση και πολλοί θα ’σπαζαν άδικα των αδίκων το κεφάλι τους για να βρούνε τη λύση. Μονάχα αυτοί που θα ’ξεραν απ’ τη μυθολογία εκείνο το παγίδευμα του Άρη και της Αφροδίτης απ’ τον Ήφαιστο, κάτι θα υποπτεύονταν. Μπορεί, βέβαια, να μην τους άκουγε και κανένας, οπότε εγώ που εκεί κοντά θα παραφύλαγα, θα τηλεφωνούσα στους αρμόδιους να έρθουν να τους βγάλουν. Δε θα τους άφηνα να πάθουν τίποτε, απλώς θα τους βοηθούσα να ζήσουν έντονα κάτι. Ήθελα εξάλλου να ζωντανέψω τη λάρνακα. Να ’ναι πάλι κλειστή και πάλι με γυμνά νεανικά σώματα μέσα, που θα πετιούνταν όμως με λαχτάρα σε λίγο σα νεκραναστημένα. Σαρκοφάγος να ξαναγίνει επ’ ουδενί λόγω θα της επέτρεπα.

Απάνω που αναμελετούσα την ένατη ραψωδία της Οδύσσειας κι έλεγα πια με αγαλλίαση να βάλω το σχέδιό μου σε εφαρμογή, άρχισαν τα εγκλήματα του δράκου. Και μολονότι δεν πίστεψα όλα εκείνα τα παραμύθια, από πείρα πικρή ανέστειλα αμέσως τις περιπολίες μου στα έρημα και στα σκοτεινά. Το ίδιο, άλλωστε, θα ’κανε και το ζευγαράκι.

Σε λίγο, πήρα των ομματιών μου και ξανάφυγα απ’ την πόλη αυτή, όπου αναβλύζει, για μένα τουλάχιστο, σαν το μύρο η αγωνία. Όταν μετά από χρόνια ξαναπέρασα, ο τόπος ήταν αγνώριστος γύρω απ’ το παρθεναγωγείο. Γκρεμίστηκαν τα πάντα κι απλώθηκε κι εκεί η λεγόμενη διεθνής έκθεση. Είναι, μάλιστα, καθώς υπολογίζω, ένα απ’ τα πιο φωτισμένα σημεία της το στενάκι εκείνο. Όσο για τη σαρκοφάγο την ξαναβρήκα προχτές, όχι χωρίς συγκίνηση, στον κήπο του μουσείου. Μου φάνηκε θλιβερή, σα να ξανάγινε τάφος.

Από τη συλλογή πεζογραφημάτων η σαρκοφάγος (1971)
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Η σαρκοφάγος
Post by: zephyrous on 07 Jan, 2007, 02:16:19
Ο διχασμένος μου εαυτός ξαφνικά ενώνεται, αν και για μια μόνο στιγμή.
Λέει ένα γρήγορο, αλλά ειλικρινές "ευχαριστώ" και επιστρέφει στα γνωστά του λημέρια.
Μην με περιβάλλετε με τόση στοργή. Μου τα δυσκολεύετε τα πράγματα.
Ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου όλους εσάς, γνωστούς και γνωστούς-αγνώστους.

p.s. Much appreciated, αρχηγέ. :)
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Η σαρκοφάγος
Post by: Evmorfia on 07 Jan, 2007, 09:19:07

Καταπληκτικό το "δώρο" του Γιάννη. Λόγω ελλείψεως χρόνου, δεν είχα σκοπό να το διαβάσω, απλά ήθελα να ρίξω μία ματιά στο λινκ (curiosity kill the cat etc...), αλλά την πάτησα!!! Φοβερή πένα!!!

Και μετά την κριτική, η αφελής ερώτηση: Αλήθεια, υπάρχει η σαρκοφάγος στο μουσείο;

Υ.Γ. Κείμενα σαν κι αυτό με κάνουν να αισθάνομαι για άλλη μια φορά πόσο λάθος έχω κάνει που δεν έδωσα στην ελληνική πεζογραφία την ίδια βαρύτητα που έδωσα στην ξένη λογοτεχνία.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Η σαρκοφάγος
Post by: wings on 07 Jan, 2007, 11:16:17
Μείνε «συντονισμένη». Θα δεις πολύ περισσότερα από τα κείμενα αυτά στο εγγύς μέλλον.

Φοβερή πέννα; Μα εδώ μιλάμε για έναν από τους κορυφαίους των ελληνικών γραμμάτων.

Και πού είσαστε; Να αγοράζουμε και κάνα ελληνικό βιβλίο, ε; Όχι μόνο τα αποσπάσματά τους στο Τρανσλάτουμ. Για τα αποσπάσματα αυτά πάντα μπορούμε να ξεκλέψουμε λίγο χρόνο. Κι έχει κι άλλα τέτοια κείμενα, ακόμα καλύτερα, αυτή η ενότητα.:-)

Όσο για το μουσείο όλο και κάποια σαρκοφάγος θα υπάρχει. Αυτήν που λέει ότι ήταν κάποτε στην αυλή του τη θυμάμαι κι εγώ αλλά έχω πολλά χρόνια να πάω και δεν ξέρω αν είναι εκεί ακόμα.

Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Η σαρκοφάγος
Post by: sopherina on 07 Jan, 2007, 13:30:51
Έρωτας και Θάνατος!
Πώς να μη νιώθεις για μια στιγμή να ενώνονται τα κομμάτια;
Εξαιρετικό!
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Η μεγαλοκόρη
Post by: wings on 05 Mar, 2008, 23:21:06
Γιώργος Ιωάννου, Η μεγαλοκόρη

Όταν πέθανε η μεγαλοκόρη, την έβγαλαν σέρνοντας απ’ το κοτέτσι, έβαλαν τρεις σανίδες πάνω σε δυο σιδερένια στριπόδια και την ξάπλωσαν σεμνά κάτω απ’ τη βερικοκιά της ξένης πια αυλής. Στα ξεθωριασμένα μαύρα φορέματά της ξεχώριζα χώματα και λάσπες απ’ το σούρσιμο, καθώς κοίταζα την αυλή τους απ’ το καφασωτό παραθυράκι της θειας μου. Μ’ εμπόδιζε, είναι αλήθεια, κάπως και η ασύστολα ανθισμένη βερικοκιά. Αλλά ήταν άνοιξη και μάλιστα του 1942.

Την άφησαν εκεί και ξανακλείστηκαν στο κοτέτσι. Σίγουρο όμως πως θα την κοίταζαν διαρκώς μέσα απ’ το διχτυωτό. Ο γιος της αδελφής της δε φαίνονταν πουθενά. Θα ζητιάνευε κάπου ή θα είχε τρέξει στα χωριά για να τους προφτάσει. Πάντως, από τότε που οι αγοραστές τούς είχαν πετάξει απ’ το δίπατο σπίτι τους, και ύστερα από πολλά παρακάλια τούς είχαν επιτρέψει να κατοικήσουν προσωρινά στο κοτέτσι, το παιδί είχε σχεδόν εξαφανιστεί. Δεν εννοούσε να μπει εκεί μέσα. Τώρα, όταν τον συναντώ καμιά φορά στο δρόμο, κατεβάζει το κεφάλι. Το ξαναπήρε, βέβαια, προ πολλού το σπίτι, σύμφωνα με τον μεταπολεμικό νόμο, και το ’δωσε κι αυτός για πολυκατοικία.

Το κοτέτσι τους ήταν ψηλό και μερακλίδικα καμωμένο. Μεταπολεμικά έτρεφαν πολλές κότες. Τη μέρα που πέθανε η μεγαλοκόρη σώζονταν ακόμη ο κάτασπρος πετεινός και μια κότα. Άγνωστο τι τα ’διναν να φάνε. Τα πουλιά ξαφνιάστηκαν στην αρχή απ’ τη φασαρία. Πήδηξαν στον περίβολο, έτοιμα να πετάξουν στις διπλανές αυλές. Μα, σαν ησύχασαν τα πράγματα, κατέβηκαν κοιτάζοντας συνεχώς λοξά. Την αγαπούσαν τη μεγαλοκόρη. Αυτή πάντα τα τάιζε κι αυτή τα είχε διασώσει μέχρι τώρα. Την άκουγα συχνά που τα μιλούσε.

Ο πετεινός πήδηξε πρώτα στην άκρη του σανιδιού και περίμενε κάποια κίνηση. Ύστερα, θαρρετά, διέσχισε το σώμα, πάτησε στα σταυρωμένα χέρια, κάτι τσιμπολόγησε, και ξαφνικά τεντώθηκε κι άρχισε να λαλάει. Πάνω στο δεύτερο ή τρίτο λάλημα τον έκοψε ένα χέρι μέσα απ’ το κοτέτσι. Πήδηξε κάτω αναψοκοκκινισμένος κι αμέσως σχεδόν ανέβηκε στην κότα. Πού να φανταζόταν η σεμνή μεγαλοκόρη, η οποία όταν πήγαινε στον μπακάλη ή τον ψωμά έκανε ολόκληρο γύρο για να μην περάσει μπροστά απ’ το καφενείο «Ο Σκοπός» και τη βλέπουν οι άντρες, πως θα ’ρχονταν ώρα που θα καμάρωνε ξελιγωμένο πάνω της το ερωτιάρικο αρσενικό πουλί.

Όταν νύχτωσε, την άφησαν εκεί. Όλη νύχτα ακούγονταν πνιγμένα αναφιλητά μέσα απ’ το κοτέτσι.

Πρωί πρωί ήρθε το κάρο της δημαρχίας. Την έριξαν στο κοινό κασόνι και την έβγαλαν, ευτυχώς, απ’ την πόρτα και όχι απ’ το γκρεμισμένο τοιχαράκι της αυλής, απ’ όπου τους επέτρεπαν να περνούν οι αυστηρών αρχών νέοι ιδιοκτήτες. Το κάρο ξεκίνησε αμέσως, χωρίς τσιριμόνιες κι αργοπορίες. Σαν τα φαντάσματα τρίκλιζαν στην αρχή το κατόπι η αδερφή της με τον άντρα της. Ο καροτσιέρης όμως δε χαμπάριζε από τέτοια, δεν μπορούσε να περιμένει, είχε πολλή δουλειά. Στη γωνιά σταμάτησαν, ήταν αδύνατο να συνεχίσουν. Το κάρο έτρεχε πιο γρήγορα στον ίσιο δρόμο. Πιάστηκαν για να μην πέσουν κι άπλωσαν τα σκεβρωμένα χέρια σε χαιρετισμό.

Από τη συλλογή πεζογραφημάτων η σαρκοφάγος (1971)
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, H μεγαλοκόρη
Post by: banned on 06 Mar, 2008, 00:44:22
Κι εδώ η ίδια αντίθεση (και σύνθεση) ζωής και θανάτου. Δοσμένη με ρεαλισμό, λιτότητα και δύναμη. Θαυμάσιο.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Η μεγαλοκόρη
Post by: wings on 06 Mar, 2008, 03:10:32
Πρωί πρωί ήρθε το κάρο της δημαρχίας. Την έριξαν στο κοινό κασόνι και την έβγαλαν, ευτυχώς, απ' την πόρτα και όχι απ' το γκρεμισμένο τοιχαράκι της αυλής, απ' όπου τους επέτρεπαν να περνούν οι αυστηρών αρχών νέοι ιδιοκτήτες.

Και καυστικότατος είναι ο Γιώργος Ιωάννου, τόσο στο σημείο που παραθέτω όσο και σε ορισμένα άλλα με τις σχεδόν ευθείες βολές για τα περί ηθικής και δήθεν σεμνότητας, αλλά και στις αναφορές περί αντιπαροχής και «νέας τάξης πραγμάτων» στη μεταπολεμική Ελλάδα, όπου τα κοτέτσια και οι μονοκατοικίες γίνανε αυτό που βλέπουμε και σήμερα.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Η μεγαλοκόρη
Post by: banned on 06 Mar, 2008, 15:55:03
Οι νέοι σήμερα είναι αδύνατον να φανταστούν τις συνθήκες που επικρατούσαν στην μεταπολεμική Ελλάδα. Και από αυτή την άποψη είναι χρήσιμα τα πεζογραφήματα του Γιώργου Ιωάννου. Δίνουν μια εύγλωττη εικόνα της κυρίαρχης υποκρισίας, των συναλλαγών και της γενικότερης αθλιότητας που εκείνος έζησε στο πετσί του.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Η μεγαλοκόρη
Post by: wings on 06 Mar, 2008, 19:05:26
Και, δυστυχώς, όσα εκείνος έζησε στο πετσί του συνεχίζουν να ταλανίζουν τη σημερινή Ελλάδα, μισό αιώνα μετά.

Τα πεζογραφήματα του Γιώργου Ιωάννου είναι χρήσιμα από κάθε άποψη. Και κυρίως για όσους ασχολούνται με το γραπτό λόγο σε κάθε του έκφανση είναι απαραίτητο ανάγνωσμα αφού έχουμε να κάνουμε με έναν εξαιρετικό χειριστή του γραπτού λόγου. Με λίγα λόγια, είναι μεγάλο σχολείο τα γραπτά του Γιώργου Ιωάννου.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Η μεγαλοκόρη
Post by: banned on 07 Mar, 2008, 02:02:28
Με την ευκαιρία, ας πούμε ότι υπάρχουν και άλλοι σημαντικοί πεζογράφοι της Θεσσαλονίκης και ότι, όταν υπάρχει χρόνος και διάθεση, το μικρό αυτό δείγμα θα πρέπει να εμπλουτιστεί και να προσλάβει τις διαστάσεις μιας ανθολογίας. Η «Σχολή της Θεσσαλονίκης», εξ άλλου, όσο κι αν έχει αμφισβητηθεί ως έννοια, αναφέρεται στην πεζογραφία.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Η μεγαλοκόρη
Post by: wings on 07 Mar, 2008, 03:45:33
Ασφαλώς υπάρχουν πολλοί σημαντικοί πεζογράφοι της Θεσσαλονίκης. Εκεί, λοιπόν, έγκειται και η δυσκολία του εγχειρήματος που προτείνεις. Τα πεζογραφήματα, είτε μιλάμε για μικρά διηγήματα σαν αυτά που έχω ήδη δημοσιεύσει εδώ είτε για αποσπάσματα μεγαλύτερων κεφαλαίων, παρουσιάζουν δυσκολίες στην επιλογή τους γιατί καλείσαι να διαβάσεις όλο το βιβλίο για να τα ξεχωρίσεις και, βέβαια, χρειάζεται μεγάλος κόπος για τη μεταφορά τους σε ένα διαδικτυακό φόρουμ.

Τα περισσότερα βιβλία είναι γραμμένα με πολυτονικό κι αυτό δεν βοηθά κατά τη χρήση των ειδικών εργαλείων ή προγραμμάτων που σκανάρουν το πρωτότυπο ούτε βέβαια όταν πας να το μετατρέψεις σε ηλεκτρονική μορφή.

Παράλληλα, αυτή τη στιγμή προέχει η ολοκλήρωση της ανθολόγησης των ποιητών της πόλης μας που απαιτεί αρκετούς μήνες σκληρής δουλειάς ακόμα (ενδεχομένως ως το τέλος του 2008). Κι, όπως λέει ο λαός, δυο καρπούζια κάτω από μια μασχάλη δεν χωράνε, ειδικά αν είναι τόσο «βαριά» όσο αυτά στα οποία αναφερόμαστε. :-)
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: spiros on 08 Mar, 2008, 16:55:45
Αγγίζει βαθιά στην ψυχή ο Ιωάννου, το «Ώρα για το κουκούλι» για παράδειγμα λέει όσα ποτέ σκέφτηκα και αισθάνθηκα για τις ανθρώπινες σχέσεις, σε μερικές σελίδες. Θα το συνέκρινα κάλλιστα με το Καναρίνι της Katherine Mansfield (https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=1553.0) που έχει ακριβώς την ίδια ανθρώπινη χροιά και ποιότητα:

Quote
Perhaps it does not matter so very much what it is one loves in this world. But love something one must.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: wings on 09 Mar, 2008, 02:54:14
Σπύρο, συμφωνώ απόλυτα με τη σύγκριση που έκανες. Ναι, είναι η ίδια χροιά, η ίδια πνοή, οι ίδιες σκέψεις. Τίποτα δεν είναι τυχαίο τελικά. Ούτε οι ομοιότητες αυτές.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: banned on 10 Mar, 2008, 00:57:44
Εγώ θα έλεγα ότι είναι εντελώς τυχαίο. Ο αριθμός των στοιχείων και των συνδυασμών που συνιστούν την ανθρώπινη οντότητα είναι τεράστιος αλλά πεπερασμένος. Το ίδιο και οι ανθρώπινες εμπειρίες. Το ίδιο και οι ικανότητες που προκύπτουν. Συμβαίνει λοιπόν, ένας πνευματικός αδελφός σου να βρίσκεται στην Κίνα, ένας στη Γη του Πυρός και ένας στη διπλανή πολυκατοικία. Όπως και ένας άνθρωπος με παρόμοια χαρακτηριστικά του προσώπου. Δεν είναι αυτή η έκπληξη. Η έκπληξη είναι να συμπέσει (και πάλι) η παρουσία σας στον ίδιο τόπο και στον ίδιο χρόνο. Δηλαδή, να γνωριστείτε. Ή να σας γνωρίσει και τους δύο κάποιος τρίτος.

Είπαμε, ο θεός όχι μόνο παίζει ζάρια με την ανθρωπότητα, αλλά τα ρίχνει και σε σημείο που δεν μπορούμε να τα δούμε. Φαίνεται ότι μια μέρα που είχε κέφια, με τις ίδιες εξάρες γεννήθηκαν ο Γιώργος Ιωάννου και η Katherine Mansfield.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: wings on 10 Mar, 2008, 02:01:44
Είπαμε, ο θεός όχι μόνο παίζει ζάρια με την ανθρωπότητα, αλλά τα ρίχνει και σε σημείο που δεν μπορούμε να τα δούμε. Φαίνεται  ότι μια μέρα που είχε κέφια, με τις ίδιες εξάρες γεννήθηκαν ο Γιώργος Ιωάννου και η Katherine Mansfield.

Τότε καλύτερα να 'χει κέφια πιο τακτικά. Και να μας το δείχνει. :-)
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: banned on 10 Mar, 2008, 14:18:58
«Απ' το στόμα σου και στου θεού τ΄αυτί», που λέγαμε μικροί. Για πιο σίγουρα όμως, δεν απευθύνεσαι στους επίσημους εκπροσώπους του, έστω και αυτοδιορισμένους;
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: wings on 10 Mar, 2008, 15:14:47
Γιατί; Οι εκπρόσωποί του ξαίνουν το κουκούλι που γεννάει Ιωάννου και Mansfield;
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: banned on 10 Mar, 2008, 20:32:29
Όχι αλλά έχουν με κόκκινο τηλέφωνο απευθείας επικοινωνία με τον ύψιστο και μπορούν να διαβιβάσουν το αίτημά σου. Όταν όμως ξαίνουν το «κουκούλι», είναι για να υφάνουν κουκούλες.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: wings on 10 Mar, 2008, 20:38:25
Λευκές ή μαύρες να πηγαίνουν κι ασορτί με τα υπόλοιπά τους «ρούχα»; Για να ξέρω αν έχουμε να κάνουμε με νέο παράρτημα της κου-κλουξ-κλαν ή είναι απλή σύμπτωση.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: spiros on 10 Mar, 2008, 20:40:12
Δεν είναι αυτή η έκπληξη. Η έκπληξη είναι να συμπέσει (και πάλι) η παρουσία σας στον ίδιο τόπο και στον ίδιο χρόνο. Δηλαδή, να γνωριστείτε. Ή να σας γνωρίσει και τους δύο κάποιος τρίτος.

Αυτό ξαναπές το!

Είπαμε, ο θεός όχι μόνο παίζει ζάρια με την ανθρωπότητα, αλλά τα ρίχνει και σε σημείο που δεν μπορούμε να τα δούμε. Φαίνεται  ότι μια μέρα που είχε κέφια, με τις ίδιες εξάρες γεννήθηκαν ο Γιώργος Ιωάννου και η Katherine Mansfield.

Ναι, αντίστοιχο δίδυμο, Ηράκλειτος και Βούδδας. Έζησαν ίδια εποχή περίπου δεν γνωρίστηκαν ποτέ (από όσα γνωρίζουμε) και έλεγαν τα ίδια πράγματα...
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: banned on 10 Mar, 2008, 23:53:09
Αυτό το εκπληκτικό δίδυμο, Σπύρο (Ηράκλειτος-Βούδδας), εγώ αργά το συνειδητοποίησα. Για σκέψου και πόσες άλλες τέτοιες συμπτώσεις περνάνε εντελώς απαρατήρητες και χάνονται στον κονιορτό του χρόνου.

Σκέφτομαι, ακόμη, ότι οι αρνητικές συγκυρίες είναι απείρως περισσότερες από τις θετικές. Πόσα μεγάλα ταλέντα πάνε εντελώς χαμένα πριν προλάβουν να ανθίσουν (πόσοι εν δυνάμει Μπετόβεν, πόσοι Πικάσο, πόσοι Έλιοτ πεθαίνουν κάθε μέρα στην υποσαχάρια Αφρική). Η φύση ρίχνει απλόχερα τους σπόρους της, σκορπίζει τις δωρεές της, κι όποιος επιβιώσει, επιβίωσε. Κι όποιος τη δικαιώσει, τη δικαίωσε. Οι άλλοι γίνονται λίπασμα για το μέλλον. Με άλλα λόγια, survival of the fittest or, rather, of the most fortunate.  
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: spiros on 10 Mar, 2008, 23:59:57
Μιλώντας για τον Μπετόβεν και τον ρόλο της τύχης...

Quote
QUESTION 1:  If you knew a woman who was pregnant, who had 8 kids already, three who were deaf, two who were blind, one mentally retarded, and she had syphilis, would you recommend that she have an abortion? Read the next question before scrolling down to the answer of this one.

QUESTION 2:  It is time to elect the world leader, and your vote will decide the outcome. Here are the facts about the three leading candidates:

Candidate A:  Associates with crooked politicians, communists and known gangsters, and consults with astrologists. He's had two mistresses, one was his wife's private secretary that he also cheated on. He also chain smokes and drinks 8 to 10 martinis a day, often starting before breakfast.

Candidate B:  He was kicked out of office twice, smokes cigars, sleeps until noon, was a racist and a white supremacist and believed that no country could ever be led by a non-white because of their obvious inferiority, used opium in college and drinks a quart of whisky every evening.

Candidate C:  He is a decorated war hero. He's a vegetarian, doesn't smoke, drinks an occasional beer and hasn't had any extramarital affairs.  He is an avid patron of the arts, a gifted writer and speaker and Great Britain's backing was instrumental to his early political success.  He is an avowed anti-Communist.

Which of these candidates would be your choice? Decide first, then scroll down for the answer.

Candidate A is Franklin D. Roosevelt

Candidate B is Winston Churchill

Candidate C is Adolph Hitler

and by the way: Answer to the abortion question: - if you said yes, you just killed Beethoven.
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: banned on 11 Mar, 2008, 01:05:37
Φοβερό, Σπύρο.

Ποτέ δεν ξέρει κανείς πώς θα του βγει κάτι. Τι να κάνουμε; Βαδίζουμε με τη λογική σ' έναν παράλογο κόσμο. Σ' έναν κόσμο του τυχαίου, της κραυγαλέας αδικίας και του φόνου. Επινοώντας την ελπίδα.

Γι' αυτό είχε τόσο μεγάλη επιτυχία το theatre of the absurd με τους σπουδαίους συγγραφείς του. Ο κόσμος αναγνώριζε την αλήθεια των έργων τους. Δηλαδή, την πραγματικότητα και τη λογική συνέπεια του παραλόγου.  
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Ο Μπάτης
Post by: wings on 12 Jun, 2008, 13:03:15
Γιώργος Ιωάννου, Ο Μπάτης

Κάθε χρόνο, τη βραδιά της Αναστάσεως, σκύβω με κάποια πρόφαση και χαϊδεύω μυστικά το χορτάρι στον αυλόγυρο της Αγίας Σοφίας. Δεν έχω πει ακόμα σε κανένα τίποτε, κι ούτε, νομίζω, έχουν προσέξει πως τους παρασύρω όλο στο ίδιο σημείο. Μάλλον θα τους έχει γίνει συνήθεια κι αυτό. Παρόλο που δε μου ταιριάζει πια, φροντίζω να έχω πάντα μαζί μου ένα κόκκινο αυγό, που εννοώ να το τσουγκρίσω με όποιον τύχει κοντά μου. Και καθώς ρίχνω στη γη τα τσέφλια του, σκέφτομαι με κάποια χαρά, πως όταν φύγει ο κόσμος, ίσως ξαναρθεί ο φίλος μου ο Μπάτης να τα συναρμολογήσει κι αυτά, όπως έγινε κάποτε με όλες εκείνες τις άσεμνες φωτογραφίες.

Τις είχαμε βρει ξεσκισμένες σ' αυτό το ίδιο μέρος και πράγμα τότε δεν παρουσίασε λιγότερες δυσκολίες. Σε πολλά κομμάτια εικονίζονταν μέλη γυμνά, που δεν τα ξέραμε ακόμα απ' αλλού ή που δεν μπορούσαμε να τα φανταστούμε σε τόση αγριότητα. Εκτός αυτού όμως ήταν και οι μπλεγμένες στάσεις των προσώπων. Πήγαινες με την ιδέα πως ενώνεις μια φωτογραφία με δύο άτομα, οπότε σ' ένα κομματάκι παρουσιαζόταν κάποιο πέμπτο πόδι ή κάτι άλλο υπεράριθμο και σου τα χαλνούσε όλα. Με λίγα λόγια δε μας βοηθούσαν καθόλου οι γνώσεις μας.

Ξαπλωμένοι μπρούμυτα στο χορτάρι είχαμε τόσο απορροφηθεί, ώστε, όταν χτύπησε το κουδούνι του συσσιτίου για τη δεύτερη βάρδια, δε θέλαμε να πάμε μέσα για φαγητό. Εν τέλει πήγα μονάχα εγώ στο συσσίτιο κι ο φίλος μου έμεινε κοντά στις φωτογραφίες. Το κακό ήταν πως το κήρυγμα μετά το φαγητό κράτησε πάρα πολύ εκείνη την ημέρα.

Πάντως τον βρήκα να τις έχει όλες έτοιμες απάνω στο χορτάρι, και να μάχεται με τον αγέρα να μην του τις σκορπίσει. Πρώτη φορά μου έβλεπα τέτοια συμπλέγματα. Ήταν πολύ βρόμικος ο κόσμος. Εκείνος όμως τον έβρισκε ωραίο, μου έδειχνε λεπτομέρειες και γελούσε. Όλα είχαν το όνομά τους και το ήξερε. Δεν ξέρω όμως τι θα 'λεγε τώρα, γιατί βέβαια όλα θα τα είχε δοκιμάσει. Καθώς φεύγαμε, έδωσε μια με το πόδι του και σκόρπισαν πάλι τα κομματάκια.

Την άλλη μέρα, που έλεγα να τα μαζέψω, δε βρήκαμε ίχνος. Κάποιος άλλος θα τα είχε πάρει. Γι' αυτό μπήκαμε μέσα στην εκκλησία και κοιτάζαμε, ξαπλωμένοι ανάσκελα στις καρέκλες, την Ανάληψη στο ψηφιδωτό του τρούλου. Δύο άγγελοι πετώντας πλαγιαστά κρατάνε το Χριστό μέσα στη δοξαστική σφαίρα, που μου φάνηκε σαν ένα τεράστιο αυγό. Έβλεπα τους αγγέλους και θυμόμουν εμάς την προηγούμενη μέρα. Όχι πως θεωρούσα, έστω και τότε, τον εαυτό μου για άγγελο, αλλά για το φίλο μου το πίστευα αυτό. Είχε πολλά στοιχεία. Κομματάκι κομματάκι είναι καμωμένο κι αυτό, μου είπε στο τέλος. Ήταν φανερό πως σκεφτόταν τις φωτογραφίες. Κι εγώ για το ίδιο λυπόμουν, αλλά δεν ήθελα να το πω. Και όχι μονάχα τότε∙ ποτέ μου δεν τις ξέχασα. Πολλές οργιαστικές διηγήσεις μου μάλιστα, σ' αυτές κυρίως τις έχω στηρίξει, κι ας έχω δει πλήθος άλλες εν τω μεταξύ.

Από καιρό σε καιρό σκέφτομαι: αυτός που τις ξέσκισε μέσα στον αυλόγυρο της εκκλησίας δεν μπορεί να έκανε από το φόβο της έρευνας την πράξη. Ήταν προχωρημένη Κατοχή τότε, και από κάθε τι άλλο μπορούσες να κινδυνέψεις, αν το 'βρισκαν απάνω σου, όχι όμως και από άσεμνες φωτογραφίες. Η λογική μού λέει, πως θα τις χάλασε μάλλον από φόβο μήπως τις βρει καμιά μάνα του στις τσέπες του ή από θρησκευτική κρίση. Εγώ πάντως θέλω να πιστεύω πως από μετάνοια έγιναν όλα.

Ύστερα από λίγες μέρες εξαφανίστηκε ο Μπάτης κι απ' το φαγητό και από το σχολείο. Είπαν πως ήταν άρρωστος, ενώ εγώ έμαθα πως τον είχανε πιάσει. Ένα πρωί με περίμενε κάποιος έξω απ' το σχολείο. Τη νύχτα είχαν εκτελέσει το φίλο μου μπροστά στο σπίτι του για παραδειγματισμό της γειτονιάς. Ο Ερυθρός Σταυρός τον είχε μαζέψει.

Πήγαμε στο νεκροτομείο να τον βρούμε. Εδώ κι αν ήταν οι κομματιασμένοι άνθρωποι κι οι αγγέλοι. Το τι είδαν τα μάτια μου εκεί δεν πρόκειται ποτέ μου να το πω. Εξάλλου δεν το πιστεύω. Κατόπι έγινα ένα με τη γη κι έτσι δε με πήρανε χαμπάρι. Φοβάμαι όμως πως δε χρειαζόταν και τόσο κρύψιμο από μέρους μου∙ αυτοί ξέρουν ποιους σκοτώνουν.

Έχω υποφέρει απ' τα φτηνά λογοπαίγνια και δε μ' αρέσει να κάνω τέτοια ούτε στον εαυτό μου τον ίδιο. Παρόλα ταύτα πετιέμαι αυτόματα, όταν τα καλοκαιρινά απογεύματα φυσάει απ' τη θάλασσα ένας αέρας, που όλοι τον βρίσκουν δροσερό και λένε αναστενάζοντας το όνομά του.

Από τη συλλογή πεζογραφημάτων Για ένα φιλότιμο (1964)
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Μουρμουρητό
Post by: wings on 15 Jun, 2008, 14:37:44
Γιώργος Ιωάννου, Μουρμουρητό

...
Τι άλλο μπορείς να κάνεις παρά να περπατάς και ολοένα να μουρμουρίζεις φράσεις, προτάσεις, στίχους κι άλλα τέτοια κομματιάσματα, καθώς το βλέμμα σου καρφώνεται εδώ κι εκεί σε πρόσωπα, κινήσεις, μέλη και κορμοστασιές κι αναπηδούν αυθόρμητα από την καρδιά προς το μυαλό οι λέξεις που άλλοι χυδαίες τις λεν και άλλοι του κρεβατιού και που εσένα πάντως σε τινάζουν και σου δίνουν δύναμη...
Κανένας δεν γυρνάει να σε δει, πρέπει να γίνεις καρναβάλι για να σε προσέξουνε κι ούτε σ' αναγνωρίζουν καν γιατί βέβαια αυτοί δεν σε ξαναείδανε, ενώ εσένα σου φαίνονται γνωστοί και πάντως, αν όχι τα ίδια αυτά τα άτομα, το σόι τους γνωστό, η ράτσα, η κατηγορία τους, καθώς με τον καιρό και με τον κόπο μέσα σου κατατάσσονται, σε μερικές ομάδες όχι και πολλές. Το χάος ήταν στην αρχή, τώρα δεν υπάρχει, αλλά τι να το κάνεις.

Τις περισσότερες φορές που μίλησες, το έχεις μετανιώσει. Μεγάλη η απογοήτευσή σου, όχι μόνο από το νόημα των λόγων τους, μα κι από τη φωνή τους, τον τόνο της φωνής, το νόημα του ήχου της που σ' έκανε ν' ανατριχιάσεις. Κι όμως υπήρξαν περιπτώσεις που ευχαριστήθηκες, κάτι είχαν να σου πουν και το 'λεγαν εξαίσια.

«Ναι, Κύριε» λες «Ναι, Κύριε» και χαίρεσαι όταν σου δίνεται η ευκαιρία να το πεις και φωναχτά, απευθυνόμενος δήθεν σε κάποιον που έσπρωξες, που πάτησες, που σκούντησες κι αυτός γυρνάει και σε κοιτάει κάπως άγρια κι εσύ με άκρα ταπείνωση του λες: «Συγγνώμη, Κύριε» και βλέπεις να καλμάρει.

Και παρακάτω στην πλατεία βλέπεις άλλο πρόσωπο, εξίσου άγνωστό σου με το προηγούμενο, που όμως δεν το συμπαθείς, δεν το χωνεύεις ή και το μισείς, ενίοτε χωρίς να σου 'χει φταίξει, έτσι γιατί δεν σου γουστάρει η φάτσα του, το ύφος του, μπορεί και οι προθέσεις του, που δεν απέχουν από τις δικές σου και πολύ: «Τι σιχαμένο κάθαρμα», διαλογίζεσαι και είναι σαν να το κολλάς στο κούτελό του.

Ένας ωραίος τρόπος αυτοσυγκεντρώσεως είναι να περπατάς κοιτάζοντας μόνο τα πόδια τους, να βλέπεις τα παπούτσια και τις φόρμες των, τα κεντημένα δήθεν με πολλά γαζιά, τα ψηλοτάκουνα με το άγαρμπο το βάδισμα, τα ξεβαμμένα, σκονισμένα απ' το πολύ περπάτημα. Και μόνο όταν δεις αυτά να υψώνεις περισσότερο το βλέμμα σου, μάλλον κάτι καλύτερο βαστάζουνε αυτά τα πόδια.

Καλά θα ήταν να ήσουν λούστρος, απάνω στη στροφή, στο πεζοδρόμιο, όμως να λούστριζες μόνο παπούτσια συμπαθητικά, όχι αυτά με τα κεντήματα, ωσάν παπλώματα, ούτε τα μυτερά ίδια με σάντουιτς ούτε τα ψηλοτάκουνα όπως οι κόθορνοι, αλλά τα άλλα, τα τριμμένα, τα καθημερινά, με μούρες στρογγυλές λιγάκι όπως είναι τα άρβυλα, που δεν μυρίζουν δερματίλες πια, ούτε έχουν αποκάτω μπροκαδούρα - είναι και τούτα πλαστικά.

Και να μαζεύεις τα κέρματα ένα προς ένα, ζεστά ακόμα από τις τσέπες τους, εκείνες που ακουμπάνε στα μεριά τους, να τα μετράς με προσοχή μετά, να τα υπολογίζεις και μ' αυτά να αποζείς. Και ούτε εσύ να τολμάς να τους κοιτάζεις, ούτε αυτοί να καταδέχονται να σε προσέχουνε, μα να παρατηρείς με λατρεία μόνο τα παπούτσια τους, να τα γυαλίζεις στην εντέλεια, ωσάν αυτά να τους φοράνε και όχι αυτοί αυτά.

Από το βιβλίο Ομόνοια 1980 (1987)
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου, Εις εαυτόν
Post by: wings on 11 Jul, 2008, 04:22:09
Γιώργος Ιωάννου, Εις εαυτόν

«... ό,τι και αν γίνει τις συνεντεύξεις και τις δηλώσεις δεν πρόκειται να τις κόψεις. Αυτές θα τις δίνεις σε όποιο σοβαρό έντυπο σου τις ζητά κι αυτό γιατί αναλύοντας συνεχώς τον εαυτό σου και τις ιδέες σου ενώπιον των άλλων νιώθεις να ζωντανεύεις, αλλά και γιατί, καθώς εκδίδεις κάθε τόσο και κάτι, βλέπεις ότι πρέπει να το παρουσιάζεις και να το εξηγείς στο κοινό. Αυτή η φροντίδα ανήκει πρώτα σε σένα. Βλέπεις, βέβαια, διάφορους να κιτρινίζουν και να αφρίζουν. Και αφρίζουν όχι για το λόγο που ομολογούν, πως εσύ τάχα δίνεις πολλές συνεντεύξεις, αλλά γιατί αυτούς κανείς δεν τους ρωτάει. Και τι να τους ρωτήσει; Όποτε ανοίξουν το στόμα τους μόνο το "κρα" εκπηδάει (...) ας το πάρουν απόφαση για σένα∙ τη γνώμη σου, όταν σου τη ζητούν θα τη δίνεις, και μάλιστα όσο πιο ξεκάθαρα και αναλυτικά γίνεται. Δεν είναι για σένα "προβολή" αυτό και ας το χωρέσουν τα φτωχά μυαλά τους. Είναι διάδοση των ιδεών σου, επηρεασμός προς αυτό που κρίνεις εσύ ορθό.»

Από τη συλλογή πεζογραφημάτων Θεσσαλονίκη, η πρωτεύουσα των προσφύγων (1984)
Title: Re: Σχόλιο στις αφηγηματικές πρακτικές του Γιώργου Ιωάννου (του Αλέξη Ζήρα)
Post by: wings on 31 Jul, 2008, 22:40:11
Σχόλιο στις αφηγηματικές πρακτικές του Γιώργου Ιωάννου (του Αλέξη Ζήρα)

Τα πολιτικά γεγονότα, αλλά με τις επιπτώσεις τους στην καθημερινή ζωή και στον ψυχισμό των απλών ανθρώπων, το πέρασμα από το πεδίο των μεγάλων κινήσεων της ιστορίας στον υπαρξιακό μικρόκοσμο όπου αναγνωρίζεται και γίνεται περισσότερο αποδεκτή η ενανθρώπησή τους, αποτελούν συνήθως η αρχική εμπειρική αλλά και η βιωματική ύλη του Γιώργου Ιωάννου. Η ζωή των προσφύγων, η πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης, οι βομβαρδισμοί της πόλης το 1941, τα κατοχικά πογκρόμ των Εβραίων και οι εμφυλιοπολεμικές θηριωδίες, γεγονότα δηλαδή μαζικού φάσματος είναι εντέλει στοιχεία εξίσου βιωματικά για το έργο του, καθώς ο μηχανισμός που κατ' εξοχήν προκαλεί και κινεί αυτές τις αφηγήσεις, ο μηχανισμός της μνημονικής ανάκλησης, λειτουργεί πάμπολλες φορές ως σημείο ώσμωσης και συνύφανσης του προσωπικού και του συλλογικού.

Ο συνήθως πρωτοπρόσωπος αφηγητής, ιδίως στις ιστορίες που σχετίζονται με τη γενεαλογία, τις παραδόσεις, και τα ήθη των λαϊκών συνοικιών της προσφυγικής Θεσσαλονίκης, στην περιμετρική του πολέμου, της κατοχής και των αμέσως μετακατοχικών χρόνων, εμφανίζεται συχνότατα ως παρατηρητής και χρονικογράφος, υπονοώντας έτσι τις γραμμές άμυνας που συνήθως δημιουργεί το εσωστρεφές άτομο απέναντι στο περιβάλλον του. Ωστόσο, ο αφηγητής αυτός του Ιωάννου δεν είναι με κανένα τρόπο ένα αυτονομημένο από την οικεία μικρή κοινωνία του πρόσωπο, κατά ένα μεγάλο μέρος υπάρχει, φαντάζεται, αντιδρά, σχολιάζει μέσα από τους ειδικούς κώδικες του κοινωνικού κύκλου στον οποίο ζει, αφού ακόμα κι όταν ομολογεί πως ασφυκτιά από τους ηθικούς περιορισμούς και τους κλειστούς ορίζοντες, αναγνωρίζει πως είναι μέρος αυτού του κύκλου.

Στο καθαρά αφηγηματικό πεδίο στα πεζά Για ένα φιλότιμο, Η σαρκοφάγος και Η μόνη κληρονομιά, που αποτελούν για ένα σημαντικό μέρος της κριτικής την κορυφαία τριλογία του Ιωάννου, είναι εμφανέστατο ότι ο αφηγητής --persona του συγγραφέα, δηλώνει παρών αλλά και αποσύρεται με την ίδια υδραργυρική ευκολία από το προσκήνιο του εξιστορούμενου περιστατικού υπαινισσόμενος έτσι, αφ' ενός, το απολύτως δυσδιάκριτο των ορίων ανάμεσα στο «είμαι» και στο «είμαστε», αλλά, αναλόγως, το δυσδιάκριτο ανάμεσα στις βασικές στάσεις της θεωρίας της αφήγησης: περιγράφω και βλέπω. Βέβαια, ο συμφυρμός αυτός δεν είναι σπάνιος στην ελληνική διηγηματογραφία του 19ου και του 20ού αιώνα, καθώς ο μηχανισμός εξαλλαγής του βιώματος σε ορισμένους εμβληματικούς συγγραφείς του είδους --στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, στον Μιχαήλ Μητσάκη, στον Γιάννη Σκαρίμπα, στον Δημήτρη Χατζή-- δημιουργεί στον αναγνώστη την εντύπωση που έχω περιγράψει σε μια μελέτη για το ελληνικό διήγημα, ως υποκειμενική ετερονομία. Την άκρως ποιητική κατάσταση σχάσης και εσωτερικής διασάλευσης του αφηγούμενου «εκ βαθέων» προσώπου, αφού η αφήγησή του προσπαθεί να ανακτήσει το αρχικό βίωμα ως βίωμα ενός άλλου εαυτού.

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Πανδώρα, τεύχος 22 (Μάιος - Νοέμβριος 2008)
Title: Re: Απ: Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι
Post by: spiros on 20 Apr, 2009, 22:49:59
Γιώργος Ιωάννου, Ώρα για το κουκούλι

Πιστεύω πως χωρίς έρωτα ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει μια χαρά. Ιδίως αν έχει δοκιμάσει την απάτη, μπορεί να μην αισθάνεται καθόλου την έλλειψή του...


Θαρρώ πως το συγκεκριμένο απόσπασμα μαζί με το:

Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ
καὶ τῶν ἀγγέλων,
ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω,
γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον αλαλάζον...


είναι τα δύο αποσπάσματα που θα μου έρχονταν στον νου αν κάποιος με ρωτούσε σχετικά με την αγάπη (άντε να σκεφτόμουν και το «Perhaps it does not matter so very much what it is one loves in this world. But love something one must. (https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=1553.0)» της Katherine Mansfield για να τριτώσει το... καλό).

Τι τεράστια ευτυχία να έχει γνωρίσει κανείς έστω και έναν άνθρωπο ο οποίος να το συμμερίζεται.
Title: Γιώργος Ιωάννου, Το γάλα (απόσπασμα)
Post by: crystal on 11 Sep, 2011, 16:26:17
Γιώργος Ιωάννου, Το γάλα (απόσπασμα)

Γάλα έχω χρόνια να πιω. Μου λένε πως το απεχθάνονται κυρίως οι µπεκρήδες. Μισώ κατά βάθος τους µπεκρήδες και τα πιοτά. Πολλούς παρόµοιους τύπους είδα στη ζωή µου και τους σιχάθηκα. Είµαι εξαιρετικά ευαίσθητος σ' αυτό το θέµα.

Τον καιρό της µεγάλης πείνας το γάλα, µαζί µε µερικά άλλα τρόφιµα, ήταν η µεγάλη ιδέα µου. Δεν ξέρω πώς έγινε και τώρα το έχω ξεχάσει, χωρίς όµως να πάψω να το σέβοµαι ως κάτι το ιερό. Η λησµοσύνη µου αυτή δεν οφείλεται στα πιοτά. Παραχόρτασα ίσως και δόξα τω θεώ δεν έχω για πολλά χρόνια αρρωστήσει.

Τρεις ή µάλλον δυο φορές µας έδωσαν όλο κι όλο τότε γάλα µε το δελτίο. Την τρίτη φορά πήγα αλλά µαταιώθηκε η διανοµή. Πήγαινα σ' ένα γαλατάδικο µακρινό, στην άλλη άκρη. Το µοίραζαν απόγευµα, έπρεπε όµως να πας να πιάσεις ουρά σχεδόν απ' το µεσηµέρι. Θυµάµαι πολύ ζωηρά την τρίτη και τελευταία µετάβαση µου στο ελεεινό αυτό γαλατάδικο.

Έφτασα νωρίς εκεί και µπήκα αµέσως στην ουρά, που ήταν κιόλας µεγάλη. Το χτεσινό πάθηµα πολλών είχε γίνει µάθηµα σε όλους. Το στρίµωγµα εξαιτίας και του κρύου ολοένα µεγάλωνε. Ο γαλακτοπώλης όµως δε φαινόταν ν' ανοίξει το γαλατάδικο. Στο µεταξύ έγιναν κάνα δυο επεισόδια λόγω της στενής επαφής µας, Παρόλη την πείνα, όπως θα θυµούνται ελπίζω πολλοί, άνθιζε και λουλούδιζε τότε στις ουρές το κολλητήρι.

Κάποια στιγµή ο γαλακτοπώλης µε το καρότσι του φάνηκε. Έρχονταν όµως πολύ γρήγορα και τα γκιούµια χοροπηδούσαν. Σαν έφταξε κοντά, µας φώναξε: «Χύθηκε το γάλα στο δρόµο». Κανείς δε διαµαρτυρήθηκε. Έλεγαν άλλωστε πως είναι ταγµατασφαλίτης. Τη νύχτα γυρνούσε και σκότωνε. Διαλύσαµε περίλυποι την ουρά και πήραµε τους δρόµους. Ήταν φανερό πως είχε τελειώσει κι αυτή η υπόθεση. Ήµουν απαρηγόρητος.

Στο γυρισµό άλλαξα δροµολόγιο για να µην ξαναπεράσω από κάτι πεθαµένους που είχα δει πρωτύτερα. Τους είχαν παρατήσει, ποιος ξέρει γιατί, εκεί που αρχίζει σήµερα η έκθεση κι ακριβώς στο σηµείο, θαρρώ, όπου τώρα υψώνεται το τεράστιο µοντέρνο γλυπτό που εκφράζει, καθώς λένε οι ειδικοί, την αιώνια ορµή του ανθρώπου για πρόοδο και ανάταση. Ήταν ένα µεγάλο ορθογώνιο κασόνι και τους είχαν µέσα πρόσωπο µε πρόσωπο.

Επιστρέφοντας αργά από άλλους δρόµους γρήγορα ξεχάστηκα κι άρχισα, όπως συνήθως, να ονειρεύοµαι φαγητά. Τα φαγιά που τρώγαµε τότε ήταν κάτι απίστευτα πράγµατα. Όλα έµοιαζαν µε κάτι το προπολεµικό, µα κανένα δεν ήταν ακριβώς το ίδιο. Θαρρείς και το παν ήταν να διατηρηθεί η ονοµασία. Για το κατσαµάκι όµως ονοµασία ευγενική δε βρέθηκε, θ' άξιζε να γραφτεί µια µελέτη για τα φαγιά της κατοχής. Δεν αποκλείεται µερικά να γίνουν και της µόδας, όλα να τα περιµένεις. Τα πιο πολλά είχαν για βάση τους το καλαµπόκι. Είναι µυστήριο πράγµα από που ξεφύτρωσε ξαφνικά τόσο πολύ καλαµπόκι. Ακόµη και στις εκκλησίες αντίδωρο καλαµποκίσιο µοιράζανε. Όλοι έσπευδαν να πάρουν.

Θυµάµαι ένα σωρό γωνιές που είδα ανθρώπους να πέφτουν. Περνώντας τους ξαναφέρνω στη µνήµη µου λέγοντας µια ευχή. Αν ήµασταν άνθρωποι, θα 'πρεπε σε µερικά έστω σηµεία να υπάρχει κάτι, ένα σηµάδι, για µαρτυρία και υπενθύµιση. Σε µια µεγάλη απεργία προπολεµική, εκεί όπου είχαν πέσει απεργοί, πάνω στα ξερά αίµατα, οι φίλοι τους και σύντροφοί τους είχαν βάλει από µια τραγιάσκα κι ένα κουλούρι. Σχεδόν αµέσως, βέβαια, εξαφανίστηκαν αγρίως όλα αυτά. Πολλοί άνθρωποι έχουν πεθάνει στους δρόµους αυτής της πόλης.

Νοµίζω πως µε έχουν σώσει τα όνειρα, τα οράµατά µου µάλλον. Τότε µε είχε πιάσει µεγάλη µανία µε το γάλα και το κακάο. Φανταζόµουν καζάνια ολόκληρα µε γάλα και κακάο να τ' ανακατεύω µε µια τεράστια ξύλινη χοντρή κουτάλα και να µε τυλίγει η θεσπέσια εκείνη ευωδιά. Έριχνα, βέβαια, µέσα και άφθονη ζάχαρη, γνήσια, όχι ζαχαρίνη, που τόση ζηµιά έκανε στην ερωτική ικανότητα πολλών. Ανεβοκατέβαζα συνεχώς τις δόσεις ώσπου στο τέλος µπούχτιζα, βαρυστοµάχιαζα σχεδόν, απ' τα τόσο βαριά πράγµατα που έτρωγα µε το νου µου. Ο διεθνής ερυθρός σταυρός, ευτυχώς, µας µοίρασε µερικές φορές απ' όλα αυτά τα πράγµατα. Τι έγιναν άραγε όλοι εκείνοι οι σεµνοί ξένοι που µε τόση κρυφή συγκίνηση κοίταζαν εµάς τα παιδιά όταν πηγαίναµε να πάρουµε τα είδη; Πολλές φορές τους πρόσεξα να µου ζυγιάζουν πολύ παραπάνω κάνοντας µάλιστα και τον αυστηρό. Όλοι τους έχουν λησµονήσει. Αν σκότωναν ανθρώπους, θα ήταν σήµερα πασίγνωστοι, ίσως και δοξασµένοι. Αλλά τι να µας κάνουν τα τρόφιµα του ερυθρού σταυρού; Η τροφή ήταν µια καθηµερινή υπόθεση που µόνο µια γεµάτη αγορά µπορούσε να τη λύσει. Γι' αυτό κι εγώ είχα καταφύγει στη φαντασία. Χρόνια και χρόνια, κι όχι µονάχα στην κατοχή, τέτοια ήταν τα νεανικά µου όνειρα. Όλο για φαγιά, για ψωµιά, για ρούχα και παπούτσια. Δε µου έµενε δυστυχώς καιρός ούτε ικµάδα για πράγµατα υψιπετή και λεπτεπίλεπτα. Αργά το διαπιστώνω, τι κρίµα! Ενώ κάτι συνοµήλικοί µου από χωριά ή πλουσιόσπιτα είναι σήµερα µέχρι λιποθυµίας λεπταίσθητοι –και τι ντροπή!–ακόµα και μπλαζέδες.

[...]

Από τη συλλογή πεζογραφημάτων Η Σαρκοφάγος (1971)
Title: Ο Γιώργος Ιωάννου διαβάζει ένα απόσπασμα από τον «Επιτάφιο θρήνο»
Post by: wings on 01 Feb, 2015, 16:38:17
Ο συγγραφέας Γιώργος Ιωάννου διαβάζει ένα απόσπασμα από το πεζογράφημά του «Επιτάφιος θρήνος» - YouTube (https://www.youtube.com/watch?v=AbQMqQZhHnY)

Ο Γιώργος Ιωάννου διαβάζει ένα απόσπασμα από τον «Επιτάφιο θρήνο»

Το νέο τεύχος του Εντευκτηρίου (αριθ. 106), που κυκλοφορεί στα μέσα Φεβρουαρίου, θα συνοδεύεται από το cd «Ο Γιώργος Ιωάννου διαβάζει πεζογραφήματά του», χωρίς επιβάρυνση στην τιμή πώλησης, χάρη στην ευεργετική χορηγία των Εκδόσεων Κριτική.

Ο δίσκος περιλαμβάνει κείμενα ή αποσπάσματα από τα βιβλία «Σαρκοφάγος», «Η μόνη κληρονομιά», «Καταπακτή», «Η πρωτεύουσα των προσφύγων», «Επιτάφιος θρήνος».

Ακούστε στο βίντεο ένα απόσπασμα από τον «Επιτάφιο θρήνο».

Πηγή: http://entefktirio.blogspot.gr/2015/01/blog-post_35.html
Title: Re: Γιώργος Ιωάννου
Post by: spiros on 01 Feb, 2015, 21:12:50
Να κι ένας λογοτέχνης με αισθαντική φωνή.