he got off before he got off → το γλέντησε πριν πεθάνει, το γλέντησε πριν τον φάνε
Detectives at a crime scene, where a man was killed during having sex.
— There's come stains all over the sheets.
— He got off before he got off. [all laughing]
— Basic Instinct, movie
got off before he got off | WordReference Forumsget off → αποβιβάζομαι, κατεβαίνω, αποβιβάζομαι από, κατεβαίνω από, αφήνω, παρατάω, αποκοιμιέμαι, με παίρνει ο ύπνος, κλείνω μάτι, αφιππεύω, κατεβαίνω, βγαίνω, δραπετεύω, ξεφεύγω, βοηθώ κάποιον να ξεφύγει, γλυτώνω κάποιον από τιμωρία, επιτυγχάνω αθώωση κάποιου, τη σκαπουλάρω, τη γλιτώνω, τη βγάζω καθαρή, φτάνω σε οργασμό, τελειώνω, διεγείρω, διεγείρομαι, τη βρίσκω, φτιάχνω, φτιάχνομαι, καυλώνω, φιλιέμαι, χαμουρεύομαι, μπαλαμουτιάζομαι, βγάζω ρούχο, εκκινώ, δίνω εκκίνηση, αποστηθίζω, βγάζω, γράφω και στέλνω, κατεβαίνω από όχημα, ξεκινώ, στέλνω, φεύγω, φωνάζω, άντε ρε, σώπα, τι λες