Νίκος Γρηγοριάδης, Το θαύμα
Κοιτάζει το φως και νιώθει υπέροχα,
περπατά κι είναι ένα θαύμα.
Τα χέρια του χαϊδεύουν τη σάρκα του ανέμου.
Λούζονται θέρμη νερού τα πόδια του.
Ήχοι και βουή μες στο λαγούτο του στέρνου του,
στις σπηλιές του κρανίου του σταλάζει
μύρο. Το θαύμα είναι καθημερινό,
περπατάει στο φως, περπατάει στο σκότος.
Βγαίνει στο ξάγναντο
και μας χαιρετά.
Από τη συλλογή Το αθέατο μέσα μας (1988)