frame → πλαίσιο, καρέ, τρόπος συλλογισμού, σκελετός, συγκρότηση, σύστημα, διάταξη, οργάνωση, μορφή, σχήμα, ξυλωσιά, πόστα, κορνίζα, θερμοκήπιο, διάθεση, ψυχική κατάσταση, εικόνα, κατασκευάζω, σχηματίζω, διαμορφώνω, διατυπώνω, εκφράζω, σχεδιάζω, σκαρώνω, πλαισιώνω, κορνιζάρω, αποτελώ το πλαίσιο, σκηνοθετώ, ενοχοποιώ ψευδώς, ενοχοποιώ, βασίζω κατηγορία σε πλαστά στοιχεία, την έχω στημένη
spiros ·
16 · 2428