put off balance → αποπροσανατολίζω, μπερδεύω, αποσυντονίζω, αποσπώ, βγάζω από τον ειρμό τον σκέψεων, ζαλίζω, εκπλήσσω, κάνω να χάσει την ισορροπία του

spiros

  • Administrator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 854548
    • Gender:Male
  • point d’amour
put off balance → αποπροσανατολίζω, μπερδεύω, αποσυντονίζω, αποσπώ, βγάζω από τον ειρμό τον σκέψεων, ζαλίζω, εκπλήσσω, κάνω να χάσει την ισορροπία του

throw off balance


 

Search Tools