Γλωσσάρι Γνωσιακής Επιστήμης (Θανάση Πρωτόπαπα) → Cognitive Science Glossary

spiros

  • Administrator
  • Hero Member
  • *****
    • Posts: 857072
    • Gender:Male
  • point d’amour
EnglishGreek
abductiveαπαγωγικός
absorptionαπορρόφηση
accelerationεπιτάχυνση
acousticsακουστική
acquired dysgraphiaεπίκτητη δυσγραφία
acquisitionαπόκτηση
actπράξη
actionδράση, ενέργεια
activationενεργοποίηση
activation functionσυνάρτηση ενεργοποίησης
activation levelεπίπεδο δραστηριοποίησης
activation patternσχέδιο ενεργοποίησης
activityδραστηριότητα
adaptationπροσαρμογή
adaptiveαρμοστική
addendπροσθετέος
additionπρόσθεση
addressedαπευθυνόμενο
adjectiveεπίθετο
adjunctπροσάρτημα
adverbεπίρρημα
affectθυμικό
afferentπροσαγωγός
affixπρόσφυμα
affordanceεπιδοχή
agencyαυτενέργεια
agentδράστης
agrammatismαγραμματισμός
agraphiaαγραφία
algorithmαλγόριθμος
alphabetic principleαλφαβητική αρχή
alphabetic systemαλφαβητικό σύστημα
ambiguityαμφισημία
ambiguousαμφίσημο, ασαφές, διφορούμενο
amplificationενίσχυση
amplifierενισχυτής
analogicalαναλογικός
analogyαναλογία
analysis of varianceανάλυση διακύμανσης
anchoringαγκύρωση
anticipationπροσμονή
aphasiaαφασία
arbitraryαυθαίρετο
architectureαρχιτεκτονική
artificial intelligenceτεχνητή νοημοσύνη
assembledσυναρμολογούμενο
assimilationαφομοίωση
associationσυνειρμός
associationismσυνειρμισμός
associativeσυνειρμικό
atomic conceptατομική έννοια
attentionπροσοχή
attenuationεξασθένηση
attitudeστάση
attractorελκυστής
attractor basinλεκάνη έλξης
auditionακοή
auditoryακουστικό
autobiographical memoryαυτοβιογραφική μνήμη
automated screeningαυτοματοποιημένη ανίχνευση
automaticαυτόματο (επίθ.)
automaticityαυτοματισμός
automatizationαυτοματοποίηση
automatonαυτόματο (ουσ.)
autonomic nervous systemαυτόνομο νευρικό σύστημα
averageμέσο
awarenessεπίγνωση
backpropagationαντίστροφη διάδοση
baseline conditionσυνθήκη αναφοράς
batteryσυστοιχία
behaviorσυμπεριφορά
behavioralσυμπεριφορικό
behaviorismσυμπεριφορισμός
beliefπεποίθηση
between-personsδιατομικό
biasμεροληψία, πόλωση
binaryδυαδικό
binomial distributionδιωνυμική κατανομή
biologyβιολογία
blood flowαιματική ροή
blood oxygen levelοξυγόνωση αίματος
body imageεικόνα του σώματος
body schemaσχήμα του σώματος
BOLD, βλ. blood
bottleneckστενωπός
bottom-upανωφερής
brainεγκέφαλος
bufferταμιευτής
carryκρατούμενο
cascadeεπαλληλία
cascadedεπάλληλο
categorialκατηγοριακό
categoricalκατηγορικός
categorizationκατηγοριοποίηση
categoryκατηγορία
caudalοπίσθιος, ουραίος
causalαιτιακό
causalityαιτιότητα
causeαιτία
cellκύτταρο
cell divisionκυτταρική διαίρεση
cellularκυτταρικό
central nervous systemκεντρικό νευρικό σύστημα
cerebellumπαρεγκεφαλίδα
cerebral cortexεγκεφαλικός φλοιός
chanceτύχη
channelδίαυλος
characteristicχαρακτηριστικό
chi squareχι τετράγωνο
Chinese roomκινέζικο δωμάτιο
chunkψήγμα
chunkingσύμπτυξη
classical conditioningκλασική οροεξάρτηση
classificationταξινόμηση
clearευκρινής
coefficientσυντελεστής
cognitionνόηση
cognitiveγνωσιακό
cognitive loadγνωσιακό φορτίο
cognitive load theoryθεωρία γνωσιακού φορτίου
cognitive modelγνωσιακό μοντέλο
cognitive psychologyγνωστική ψυχολογία
cognitive scienceγνωσιακή επιστήμη
cognitive systemγνωσιακό σύστημα
cohortκοόρτη
columnστήλη
commandεντολή
communicationεπικοινωνία
comparisonσύγκριση
competitionανταγωνισμός
complementσυμπλήρωμα
complexσύνθετος
complexityπολυπλοκότητα
compositionσύνθεση
compositionalityσυνδυαστικότητα
comprehensionκατανόηση
computationυπολογισμός
conceptέννοια
conceptualεννοιολογικό
conceptual metaphorεννοιολογική μεταφορά
concurrent validityσυγχρονική εγκυρότητα
conditionσυνθήκη
conditional knowledgeπλαισιοθετημένη γνώση
conditionedοροεξαρτημένο
conditioningοροεξάρτηση
confidence intervalδιάστημα εμπιστοσύνης
conflictσύγκρουση
conflictingαντιφατικό, αντικρουόμενο
connectionσύνδεση
connection weightβάρος σύνδεσης
connectionismσυνδετισμός
connectionistσυνδετιστικό
consciousσυνειδητό
consistencyσυνέπεια
consolidated alphabetic stageεδραιωμένο αλφαβητικό στάδιο
consolidationπαγίωση
constituencyσυστατικότητα
constituentσυστατικό
constructκατασκευή
constructivismεποικοδομισμός
contentπεριεχόμενο
contradictionαντίφαση
controlέλεγχος
convenient sampleβολικό δείγμα
correct rejectionορθή απόρριψη
correlationσυσχέτιση
correlation coefficientδείκτης συσχέτισης
cortexφλοιός
covertάδηλο
criterionκριτήριο
criterion validityεγκυρότητα κριτηρίου
criterion-referenced testsδοκιμασίες κριτηρίου
cueένδειξη
cuedμε ένδειξη
cued recallανάκληση με ένδειξη
curriculum-based measurement ή CBMμέτρηση με βάση το αναλυτικό πρόγραμμα
cyberneticsκυβερνητική
d’ (d prime)ντι τόνος
dataδεδομένα
deactivationαπενεργοποίηση
decisionαπόφαση
decision makingλήψη αποφάσεων
declaractive knowledgeαποφαντική γνώση
declarativeαποφαντική
declarative memoryαποφαντική μνήμη
decodingαποκωδικοποίηση
deductive reasoningπαραγωγικός συλλογισμός
deepβαθύ
definitionορισμός
dependenceεξάρτηση
dependentεξαρτημένος
dependent variableεξαρτημένη μεταβλητή
derivational morphologyπαραγωγική μορφολογία
derivativeπαράγωγος
descriptiveπεριγραφικό
descriptive statisticsπεριγραφική στατιστική
desireεπιθυμία
detectανιχνεύω
detectionανίχνευση
determinantορίζουσα
determinerπροσδιοριστής
determinismαιτιοκρατία
deterministicαιτιοκρατικό
developmentανάπτυξη
developmentalαναπτυξιακή
developmental dysgraphiaαναπτυξιακή δυσγραφία
dialectδιάλεκτος
differenceδιαφορά
difference equationεξίσωση διαφοράς
differential equationδιαφορική εξίσωση
digitψηφίο
dimensionδιάσταση
discriminableδιακρίσιμο
discriminantδιακρίνουσα
discriminant analysisδιακρίνουσα ανάλυση
discriminateδιακρίνω
discriminationδιάκριση
disruptionδιατάραξη
dissimiliationανομοίωση
distal functionsαπώτερες λειτουργίες
distinguishξεχωρίζω
distributedκατανεμημένο
distributed cognitionκατανεμημένη νόηση
distributed representationκατανεμημένη αναπαράσταση
distributionκατανομή
divided attentionδιαιρεμένη προσοχή
dorsalραχιαίος
double dissociationδιπλή αποσυσχέτιση
dual mechanismδιττός μηχανισμός
dual routeδιττή διαδρομή
dual route modelsδιπλής διαδρομήσ, μοντέλα
dualismδυϊσμός
dualistδυϊστικό
dynamicalδυναμική
dyslexiaδυσλεξία
dyslexicδυσλεξικό
EEG, βλ. electroencephalography
effect (of cause)αποτέλεσμα (αιτίου)
effect (of factor)επίδραση (παράγοντα)
efferentαπαγωγός
electric fieldηλεκτρικό πεδίο
electrodeηλεκτρόδιο
electroencephalographyηλεκτροεγκεφαλογραφία
electromagneticηλεκτρομαγνητικό
eliminative materialismεξαλειπτικός υλισμός
embeddedεγκιβωτισμένο
embeddingεγκιβωτισμός
embodiedενσώματη
embodied cognitionενσώματη νόηση
embodimentενσωμάτωση
emotionσυγκίνηση
empiricalεμπειρικό
empiricismεμπειριοκρατία, εμπειρισμός
encapsulationενθυλάκωση
enclitic stressεγκλιτικός τόνος
encodingκωδικοποίηση
endingκατάληξη
entrainmentπαράσυρση
entropyεντροπία
environment of evolutionary adaptednessπεριβάλλον εξελικτικής προσαρμογής
episodic memoryεπεισοδική μνήμη
epistemologyεπιστημολογία
errorσφάλμα
error backpropagationαντίστροφη διάδοση σφάλματος
error detectionεντοπισμός λαθών
ethicalδεοντολογικό
ethicsδεοντολογία
evoked potentialπροκλητό δυναμικό
evolutionεξέλιξη
evolutionaryεξελικτική
exceptionεξαίρεση
excitationδιέγερση
excitation levelβαθμός διέγερσης
excitation sourceπηγή διέγερσης
executive functionsεπιτελικές λειτουργίες
exemplarsυποδείγματα
existential quantifierυπαρξιακός ποσοδείκτης
experimentπείραμα
experimentalπειραματικό
experimental conditionπειραματική συνθήκη
experimental designπειραματικός σχεδιασμός
explanatory powerεπεξηγηματική ισχύς
explicitρητό
extended cognitionεκτεταμένη νόηση
extended mindεκτεταμένος νους
extinctionαπόσβεση
extraneous loadεξωτερικό φορτίο
eye movementοφθαλμοκίνηση
eye trackerκαταγραφέας οφθαλμοκινήσεων
eye trackingβλεμμακολούθηση, παρακολούθηση βλέμματος, παρακολούθηση οφθαλμοκινήσεων
eye trackerβλεμμακολουθητής
factorπαράγοντας
faithπίστη
false alarmψευδοσυναγερμός, ψευδώς θετικό
false positiveψευδώς θετικό
familiarityοικειότητα
familiarizeεξοικειώνω
featureγνώρισμα
feed forwardπροσωδιάδοση
feedbackανατροφοδότηση
feedforwardπροσθιοδρομικό
feelingαίσθημα
fieldπεδίο
fitnessαρμοστικότητα
fixationπροσήλωση
flowροή
flow chartδιάγραμμα ροής
fluencyευχέρεια
fluentευχερής
fMRI, βλ. functional magnetic resonance imaging
focusεστίαση
forced choiceυποχρεωτική επιλογή
forecastπρόγνωση
form primingπροέγερση μορφής
formalτυπικός
formalismφορμαλισμός
formantμορφική
frameκαρέ
framingπλαισίωση
frequencyσυχνότητα
frequency of occurrenceσυχνότητα εμφάνισης
frontalμετωπιαίος
full alphabetic stageπλήρως αλφαβητικό στάδιο
functionλειτουργία
functionalλειτουργικό
functional magnetic resonance imagingλειτουργική μαγνητική τομογραφία
gatingδιαδοχή πυλών
gene flowγονιδιακή ροή
generalγενικό
generalizationγενίκευση
generalizedγενικευμένο
generative grammarγενετική γραμματική
geneticγενετικό
genomeγονιδίωμα
genotypeγονότυπος
germane loadσυναφές φορτίο
gestureχειρονομία
glucoseγλυκόζη
goalστόχος
goal-orientedστοχοκατευθυνόμενο, στοχοστραφές
grade equivalentισοδυναμία τάξης
grammarγραμματική
grammaticalγραμματικό
grammatical inflectionγραμματική κλίση
grammatical spelling errorsγραμματικά λάθη
grammaticalityγραμματικότητα
graphemeγράφημα
graphemic bufferγραφημικός ταμιευτής
graphemic processorγραφημικός επεξεργαστής
graphomorphological awarenessγραφομορφολογική επίγνωση
graphophonological awarenessγραφοφωνολογική επίγνωση
graphosemantic awarenessγραφοσημασιολογική επίγνωση
groundedεδρασμένο
groupingομαδοποίηση
gyrusέλικα
habitσυνήθεια
habituateσυνηθίζω
habituationεξοικείωση
headphonesακουστικά
heuristicευρετικός
hidden layerκρυφή στιβάδα
hidden nodesκρυφοί κόμβοι
historical spellingιστορική ορθογραφία
hitεπιτυχία
horizontal transferοριζόντια μεταφορά
hypothesisυπόθεση
identificationταύτιση, ταυτοποίηση
identifyταυτοποιώ
idiolectιδιόλεκτος
illiteracyαναλφαβητισμός
imageείδωλο
imageabilityαπεικονισιμότητα
imaginal bufferαπεικονιστικός ταμιευτής
imaginal moduleαπεικονιστικό άρθρωμα
implicitάρρητο
inactiveανενεργό
inadequacyανεπάρκεια
incentiveκίνητρο
incidentalπαρεμπίπτον
independent variableανεξάρτητη μεταβλητή
individual differencesδιατομικές διαφορές
inductiveαναγωγικός
inertαδρανές
inferenceσυμπερασμός
inferential statisticsεπαγωγική στατιστική
inflectional morphologyκλιτική μορφολογία
informantπληροφορητής
informationπληροφορία
inherentεγγενής
inhibitionαναστολή
innateέμφυτο
innatenessεμφυτότητα
inputεισροή
input layerστιβάδα εισροής
insensitivityαναισθησία
insertένθετο, ενθέτω
insertionένθεση
instrumental conditioningσυντελεστική οροεξάρτηση
integratedαπαρτιωμένο
integration functionσυνάρτηση απαρτίωσης
intelligenceνοημοσύνη
intelligence quotientδείκτης νοημοσύνης
intentionalityαποβλεπτικότητα
interdisciplinaryδιεπιστημονικό
interfaceδιεπαφή
interleavedαλληλένθετη
internal consistencyεσωτερική συνοχή
interpretationερμηνεία
intertheoretic reductionδιαθεωρητική αναγωγή
intraindividual assessmentενδοατομική αξιολόγηση
intravenousενδοφλέβιο
intrinsic loadεσωτερικό φορτίο
intuitionδιαίσθηση
intuition pumpαντλία διαίσθησης
invarianceαμεταβλητότητα
invariantαναλλοίωτο
invented spellingεπινοημένη γραφή
ion channelιοντικός δίαυλος
irregularανώμαλο
judgmentκρίση
knowledgeγνώση
labelετικέτα
languageγλώσσα
language acquisitionγλωσσική κατάκτηση
language acquisition deviceσυσκευή γλωσσικής κατάκτησης
language competenceγλωσσική ικανότητα
language of thoughtγλώσσα της σκέψης
language performanceγλωσσική επιτέλεση
latencyλανθάνων χρόνος, καθυστέρηση
latentλανθάνουσα
lateralπλάγιος
lateral inhibitionπλάγια αναστολή
lateralizationπλαγίωση
lateralizedπλαγιωμένος
layerστιβάδα
learnabilityμαθευσιμότητα
learnableμαθεύσιμο
learningμάθηση
left hand sideαριστερό σκέλος
levelεπίπεδο
lexicalλεξικό (επίθ.)
lexical constituentsλεξικά συστατικά
lexical decisionλεξική απόφαση
lexical qualityλεξική ποιότητα
lexical representationλεξική αναπαράσταση
lexical routeλεξική διαδρομή
lexiconλεξικό (ουσ.)
LH, βλ. left hemisphere
LHS, βλ. left hand side
linear modelγραμμικό μοντέλο
linguisticγλωσσική
linguisticsγλωσσολογία
literacyαλφαβητισμός, εγγραμματισμός
local blood flowτοπική αιματική ροή
local field potentialδυναμικό τοπικού πεδίου
local representationτοπική αναπαράσταση
localistεντοπιστική
localityτοπικότητα
localizationεντοπισμός
locationθέση
logicλογική
long-termμακρόχρονη
long-term memoryμακρόχρονη μνήμη
magnetic fieldμαγνητικό πεδίο
magnetic pulseμαγνητικός παλμός
magnetic resonance imagingμαγνητική τομογραφία
magnetic source imagingμαγνητική απεικόνιση πηγής
magnetoencephalographyμαγνητοεγκεφαλογραφία
maintenanceδιατήρηση
mappingαντιστοίχιση, χαρτογράφηση
maskκάλυμμα
masked primingκαλυμμένη προέγερση
maskingκάλυψη
materialismυλισμός
meaningνόημα
measurementμέτρηση
mechanismμηχανισμός
medialέσω
MEG, βλ. magnetoencephalography
meiosisμείωση
membraneμεμβράνη
memoryμνήμη
mental causationνοητική αιτιότητα
mental imageνοερό είδωλο
mental imageryνοερή απεικόνιση
mental lexiconνοητικό λεξικό
mental modelνοερό μοντέλο
mental representationνοητική αναπαράσταση
metacognitionμεταγνώση
metalinguistic skillsμεταγλωσσικές δεξιότητες
methodμέθοδος
migrationμετάθεση
mindνους
mismatch negativityαρνητικότητα διαφορετικότητας
mispronunciationλανθασμένη εκφορά
missαποτυχία
modelμοντέλο
modularσπονδυλωτό
modularityσπονδυλωτή διάρθρωση
moduleάρθρωμα
molecularμοριακό
moleculeμόριο
monismμονισμός
monitoringπαρακολούθηση
moodδιάθεση
moralηθικό
moralityηθική
morphemeμόρφημα
morphographic stageμορφογραφικό στάδιο
morphological awarenessμορφολογική επίγνωση
morphological strategyμορφολογική στρατηγική
morphologyμορφολογία
morphοgraphic stageμορφοφωνημικό στάδιο
motion/movementκίνηση
motivationκινητοποίηση
motorκινητικός
MSI, βλ. magnetic source imaging
multi-unit recordingκαταγραφή πολλαπλών νευρώνων
mutationμετάλλαξη
native speakerφυσικός ομιλητής
nativismεμφυτοκρατία
naturalφυσικός
natural selectionφυσική επιλογή
naturalismφυσιοκρατία
nervousνευρικό
nervous systemνευρικό σύστημα
networkδίκτυο
neuralνευρωνικό
neural assemblyνευρωνική συνάθροιση
neural networkνευρωνικό δίκτυο
neuroanatomyνευροανατομία
neuroimagingνευροαπεικόνιση
neurologyνευρολογία
neuronνευρώνας
neurophysiologyνευροφυσιολογία
neuropsychologyνευροψυχολογία
neuroscienceνευροεπιστήμη
neurotransmitterνευροδιαβιβαστής
nodeκόμβος
nontransparentαδιαφανές
norm-referenced testsσταθμισμένες δοκιμασίες
normalφυσιολογικός
normal distributionκανονική κατανομή
normativeκανονιστικό
nounουσιαστικό
noun declensionκλίση ουσιαστικού
nucleotideνουκλεοτίδιο
nucleusπυρήνας
null hypothesisμηδενική υπόθεση
observableπαρατηρήσιμο
observationπαρατήρηση
obviousπροφανής
occipitalινιακός
occlusionεπικάλυψη
ontogenyοντογένεση
ontologyοντολογία
operantτελεστικό
operant conditioningσυντελεστική οροεξάρτηση
operatorτελεστής
optical flowοπτική ροή
organelleοργανίδιο
orthographic awarenessορθογραφική επίγνωση
orthographic choiceορθογραφική επιλογή
orthographic lexiconορθογραφικό λεξικό
orthographic neighborhoodορθογραφική γειτονιά
orthographic processingορθογραφική επεξεργασία
orthographic representationορθογραφική αναπαράσταση
orthographic spelling errorsοπτικά λάθη
orthographic transparencyορθογραφική διαφάνεια
outputεκροή
output layerστιβάδα εκροής
overgeneralizationυπεργενίκευση
overtέκδηλο
oxygenοξυγόνο
palatalουρανικός
parallelπαράλληλη
parallel distributed processingπαράλληλη κατανεμημένη επεξεργασία
parameter settingρύθμιση παραμέτρων
parasympathetic nervous systemπαρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα
parietalβρεγματικός
partial alphabetic stageμερικώς αλφαβητικό στάδιο
partial correlationμερική συσχέτιση
participantσυμμετέχων
past tenseαόριστος
patientαποδέκτης (γραμ.)
patternσχέδιο
peak latencyχρόνος κορύφωσης
pendulumεκκρεμές
percentileεκατοστημόριο
perceptαντίλημμα
perceptionαντίληψη
perceptualαντιληπτική
performanceεπίδοση
peripheral nervous systemπεριφερικό νευρικό σύστημα
permeabilityδιαπερατότητα
PET, βλ. positron emission tomography
phase spaceχώρος φάσεων
phenotypeφαινότυπος
philosophyφιλοσοφία
phoneφθόγγος
phonemeφώνημα
phoneme deletionφωνημική απαλοιφή
phoneme elisionφωνημική απαλοιφή
phoneme monitoringφωνημική παρακολούθηση
phonemic awarenessφωνημική επίγνωση
phoneticφωνητικό
phonetic stageφωνητικό στάδιο
phonicsαναλυτικοσυνθετική μέθοδος
phonological awarenessφωνολογική επίγνωση
phonological deficitφωνολογικό έλλειμμα
phonological lexiconφωνολογικό λεξικό
phonological spelling errorsφωνολογικά λάθη
phonologyφωνολογία
phraseφράση
phrase structureφραστική δομή
phylogenyφυλογένεση
physicalismφυσικοκρατία
physiologyφυσιολογία
plasticityευπλαστότητα
pluralπληθυντικός
positron emission tomographyτομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων
postlexicalμεταλεξικό
potentialδυναμικό
potentiationενδυνάμωση
poverty of the stimulusένδεια του ερεθίσματος
practiceεξάσκηση
pragmaticsπραγματολογία
pre-alphabetic stageπρο-αλφαβητικό στάδιο
precommunicative stageπροεπικοινωνιακό στάδιο
predictionπρόβλεψη
predictive validityπροβλεπτική εγκυρότητα
prefixπρόθημα
prefrontalπρομετωπιαίος
prelexicalπρολεξικό
prepositionπρόθεση
prescriptiveρυθμιστικό
preservationσυντήρηση
primacyπρωταρχικότητα
primacy effectεπίδραση πρότερου
primingπροέγερση
probabilityπιθανότητα
problem solvingεπίλυση προβλημάτων
procedural knowledgeδιαδικαστική γνώση
procedural memoryδιαδικαστική μνήμη
proceduralizationδιαδικασιοποίηση
procedureδιαδικασία
processδιεργασία
processingεπεξεργασία
processorεπεξεργαστής
productionπαραγωγή
production ruleκανόνας παραγωγής
production systemσύστημα παραγωγής
productiveπαραγωγικός
productivityπαραγωγικότητα
progressive demaskingπροοδευτική αποκάλυψη
propositionalπροτασιακός
propositional attitudeπροτασιακή στάση
prospective memoryπροδρομική μνήμη
proteinπρωτεΐνη
prototypeπρότυπο
proximal functionsεγγύτερες λειτουργίες
pseudowordψευδολέξη
psycholinguistic grainψυχογλωσσικός κόκκος
psycholinguistic grain size theoryθεωρία μεγέθους ψυχογλωσσικού κόκκου
psychologicalψυχολογικό
psychologyψυχολογία
pulseπαλμός
punctuation errorsλάθη στίξης
pure insertionαπλή ένθεση
qualitativeποιοτικό
quantifierποσοδείκτης
quantitativeποσοτικό
radiationακτινοβολία
radioactiveραδιενεργό
randomτυχαίο
random driftτυχαία ολίσθηση
rapid automatized naming, RANταχεία αυτοματοποιημένη κατονομασία
rapid namingταχεία κατονομασία
rationalορθολογιστικό
rationalityορθολογισμός
rawακατέργαστη
raw scoreαρχικός βαθμός
readingανάγνωση
reasoningσυλλογισμός
recallανάκληση
recencyπροσφατότητα
recency effectεπίδραση ύστερου
receptorυποδοχέας
recipientαποδέκτης
recognitionαναγνώριση
recollectionανάμνηση
recombinationανασυνδυασμός
recordingκαταγραφή
recurrenceαναδρομή
recurrentαναδρομικό
recursionαναδρομή, επαναδρομή
recursiveαναδρομικός, επαναδρομικός
reductionαναγωγή
reductionismαναγωγισμός
redundantπλεοναστικό
registerκαταχωρητής
regressionπαλινδρόμηση
regularομαλό
regularityκανονικότητα
reinforcementενίσχυση
reinforcerενισχυτής
reliabilityαξιοπιστία
repetitionεπανάληψη
replicationεπανάληψη
representαναπαριστώ
representationαναπαράσταση
representativeαντιπροσωπευτικό
residualκατάλοιπο
resolutionεπίλυση
resourceπόρος
responseαπόκριση
resultαποτέλεσμα
retentionσυγκράτηση
retrievalανάσυρση
retrospective memoryαναδρομική μνήμη
rewardανταμοιβή
RH, βλ. right hemisphere
RHS, βλ. right hand side
right hand sideδεξιό σκέλος
rootρίζα
rostralπρόσθιος, ρυγχαίος
rTMS, βλ. repetitive
ruleκανόνας
saccadeσακκάδα, σακκαδική κίνηση
salienceεμφάνεια
saliencyεμφάνεια
salientεμφανής
sampleδείγμα
samplingδειγματοληψία
satisficingικανοποιητικότητα
scaleκλίμακα
scheduleχρονοδιάγραμμα
schemaσχήμα
screeningανίχνευση
searchαναζήτηση
self-organizationαυτοοργάνωση
self-pacedελεύθερου ρυθμού
self-teachingαυτοδιδασκαλία
semanticσημασιακό
semantic awarenessσημασιολογική επίγνωση
semantic memoryσημασιολογική μνήμη
semantic systemσημασιολογικό σύστημα
semanticsσημασιολογία
semi-phonetic stageημιφωνητικό στάδιο
senseαίσθηση, σημασία
sensitivityευαισθησία
sensorimotorαισθησιοκινητικό
sensorimotor contingenciesαισθησιοκινητικές εξαρτήσεις
sensory substitutionαισθητηριακή υποκατάσταση
sequenceαλληλουχία
shadowingσκίαση
shallowρηχό
shiftingμετατόπιση
short-termβραχύχρονη
short-term memoryβραχύχρονη μνήμη
sight vocabularyοπτικό λεξιλόγιο
signalσήμα
signal detectionανίχνευση σήματος
signal detection theoryθεωρία ανίχνευσης σήματος
simulationπροσομοίωση
single-unit recordingκαταγραφή μεμονωμένων νευρώνων
situated cognitionεγκατεστημένη νοήση
skillδεξιότητα
slotυποδοχή
softwareλογισμικό
sonorantηχηρό
sourceπηγή
spatial resolutionχωρική διακριτότητα
speakerομιλητής
specifierχαρακτηριστής
speech actομιλιακό ενέργημα
spell-checkerορθογραφικός διορθωτής
spellingορθογραφημένη γραφή, ορθογραφία
spelling by analogyστρατηγική αναλογίας
spelling by inventionεπινόηση ορθογραφίας
spelling by memoryμνημονική στρατηγική
spelling disorderδυσορθογραφία
spelling errorsορθογραφικά λάθη
spelling strategiesστρατηγικές γραφής
spontaneous recoveryαυθόρμητη ανάκαμψη
spontaneous retrievalαυθόρμητη ανάσυρση
spoonerismφωνημική αντιμετάθεση
stageστάδιο
standard deviationτυπική απόκλιση
standard errorτυπικό σφάλμα
standard scoreτυπικός βαθμός
stateκατάσταση
state spaceχώρος καταστάσεων
statementδήλωση
statistically significantστατιστικά σημαντικό
stemθέμα (λέξης)
stimulationδιέγερση, ερεθισμός
stimulusερέθισμα
storageαποθήκευση
stratificationδιαστρωμάτωση
stress diacritic errorsτονικά λάθη
strokeεγκεφαλικό επεισόδιο
structureδιάρθρωση, δομή
studyμελέτη
subcellularυποκυτταρικό
subjectυποκείμενο
subjective experienceυποκειμενική εμπειρία
sublexicalυπολεξικό
sublexical routeυπολεξική διαδρομή
substrateυπόστρωμα
suffixεπίθημα
sulcusαύλακα
sumάθροισμα
supervisedεπιτηρούμενο
supervisorεπιτηρητής
suppressionκαταστολή
switchingεναλλαγή
syllabic awarenessσυλλαβική επίγνωση
syllabic spellingσυλλαβική γραφή
symbolσύμβολο
symbol groundingέδραση συμβόλου
symbolicσυμβολικό
sympathetic nervous systemσυμπαθητικό νευρικό σύστημα
synapseσύναψη
synaptic weightσυναπτικό βάρος
syntacticσυντακτικός
syntaxσύνταξη
systematicityσυστηματικότητα
targetedστοχευμένο
taskέργο
teachingδιδασκαλία
temporalκροταφικός, χρονικός
temporal resolutionχρονική διακριτότητα
testδοκιμασία, έλεγχος
test-retest reliabilityαξιοπιστία επανάληψης
textureυφή
thinkingσκέψη
thresholdουδός (o)
tissueιστός
TMS, βλ. transcranial magnetic stimulation
tokenδείγματα
toleranceανοχή
tomographyτομογραφία
top-downκατωφερής
trainingεκπαίδευση
trajectoryτροχιά
transcranial magnetic stimulationδιακρανιακή μαγνητική διέγερση
transcriptionμεταγραφή
transformationμετασχηματισμός
transitional stageμεταβατικό στάδιο
transparentδιαφανές
transpositionαντιμετάθεση
trialδοκιμή
twin earthδίδυμη γη
unconditionedοροανεξάρτητο
unconsciousμη συνειδητό
ungrammaticalαντιγραμματικό
unitμονάδα
universal grammarκαθολική γραμματική
universal quantifierκαθολικός ποσοδείκτης
unobservableμη παρατηρήσιμο
unpredictableαπρόβλεπτο
unsupervisedμη επιτηρούμενο
updateενημέρωση
vaguenessασάφεια
validityεγκυρότητα
valueτιμή
variableμεταβλητή
varianceδιακύμανση
ventralκοιλιακός
verbρήμα
verb conjugationκλίση ρήματος
verbalλεκτική
vigilanceεπαγρύπνηση
visionόραση
visualοπτικό
vocabularyλεξιλόγιο
voicedφωνούμενο
voicelessάφωνο
whole language approachολική γλωσσική προσέγγιση
whole word methodολική μέθοδος
willβούληση
within-personενδοατομικό
word familyοικογένεια λέξεων
word recognitionαναγνώριση λέξης
word spottingεντοπισμός λέξης
working memoryενεργός μνήμη, εργαζόμενη μνήμη

Cognitive Science Dictionary
« Last Edit: 15 Mar, 2024, 13:31:52 by spiros »
Look up Multiple Greek, Ancient Greek and Latin dictionaries — Οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον· ἄνουν γὰρ καὶ ὀλιγόφρον, διὰ τοῦτο καὶ πολύφωνον (Plutarch)


 

Search Tools