Έφερα σήμερα στον νου μου τον αλήστου μνήμης μαλλιαρισμό, ο οποίος έγινε αιτία να χαθεί το συγγραφικό έργο μιας γενιάς (και να πάει ολοκληρωτικά στράφι). Αναφέρομαι σε ανθρώπους άξιους με έμπνευση και ταλέντο, που παγιδεύτηκαν σε ένα μόρφωμα αστείο, μια γλωσσική νεφελοκοκκυγία, ένα ιδίωμα που δεν υπήρξε ποτέ στην πραγματικότητα.
Ακόμη και ποιητές μεγάλου (μεγίστου μάλλον) βεληνεκούς, όπως ο Σικελιανός, ενίοτε προσβάλλουν το γλωσσικό αίσθημα, με κάτι λέξεις σαν το "γαίμα". Αλλά και πεζογράφοι, όπως ο Παρορίτης, με ουσιαστικά του τύπου "ο συγγραφιάς" (δηλ. ο συγγραφέας). Το αστείο είναι ότι οι περισσότεροι της περιόδου αυτής ήταν αστοί, που γνώριζαν ξώπετσα το λαϊκό ιδίωμα, γι' αυτό και το έγραφαν ξώφαλτσα. Έτσι, αντί της λέξης "χορός" χρησιμοποιούσαν το "χοροστάσι", με το οποίο υπονοείται ο τόπος που στήνονταν οι χοροί στα χωριά. Ή έπλαθαν με βάση το χοροστάσι, λέξεις όπως "γιορτάσι".
Η τάση της ψευδοαγροτικής γλώσσας, ωστόσο, υπάρχει ζωντανή και τώρα, όπως και η γενική απαξίωση προς τους κάποτε καθαρολόγους. Οι οποίοι, όμως, όπως έδειξε ήδη η ιστορία μας, δημιούργησαν εθνική γραμματεία εκ του μηδενός το 1830, όταν ο κατακαημένος τόπος μας ελευθερώθηκε. Αυτό τουλάχιστον πρέπει να τους το αναγνωρίσουν όσοι ως μόνη προσφορά τους στα γράμματα και τις επιστήμες έχουν το ότι μας χάλασαν τη γλώσσα (και επιμένουν ακόμη να τη χαλούνε). Λες και τα γλωσσικά προβλήματα είναι μόνο σημερινά. Για παράδειγμα, δείτε πώς ξεπερνά έναν παρόμοιο σκόπελο της εποχής του ο Ηρόδοτος, ο οποίος ήθελε να αναφερθεί στην ποιήτρια Σαπφώ / Ψάπφα. Θα ήταν αδόκιμο να την πει (τότε) ποιήτρια, η λ. ποιητής ήταν γένους αρσενικού, κι έτσι την ονόμασε με κάτι καινούργιο. Την είπε λοιπόν μουσοποιό, απολύτως δόκιμα, αφού εκείνη υπηρετούσε τις Μούσες.
Θανάσης Γεωργιάδης, στήλη .λεξιθηρικά
Μακεδονία της Κυριακής 12/03/2006
Μεταφέρω συχνά στο φόρουμ τα άρθρα του Θανάση Γεωργιάδη στη Μακεδονία της Κυριακής, επειδή δυστυχώς η πρώτη εφημερίδα της Ελλάδας (κάποτε) με διαδικτυακή έκδοση, έχει εδώ και λίγα χρόνια σιγήσει (τουλάχιστον στο διαδίκτυο). Είναι η λαλιά της πόλης μας για διάφορα γλωσσικά θέματα σε ντόπια εφημερίδα.
Ως παιδί, στα μαθητικά μου χρόνια, διδάχτηκα σχεδόν τα πάντα στην καθαρεύουσα και δεν είχα ποτέ πρόβλημα να κατανοήσω καθαρευουσιάνικα κείμενα. Όμως, όταν εξωσχολικά διάβαζα τους άλλους μισούς μεγάλους μας συγγραφείς (δημοτικιστές) ένιωθα, οφείλω να ομολογήσω, πολύ καλύτερα. Πίστευα πως τα κείμενα αυτά, ακόμη και των "μαλλιαρών", ήταν πιο κοντά στη ζωντάνια της καθημερινής γλώσσας και για χρόνια αποποιήθηκα κάθε τι καθαρευουσιάνικο με επιμονή.
Το άρθρο αυτό με έκανε να σκεφτώ (οψίμως) ότι τα αριστουργήματα της λογοτεχνίας μας είναι ο πλούτος μας, ανεξαρτήτως δημοτικής ή καθαρεύουσας, είναι ένα κομμάτι από την ψυχή μας και ίσως δεν έχουμε το δικαίωμα να κοντράρουμε την μία ή την άλλη γλωσσική τάση τώρα πια. Είναι σαν να έχουμε μια ζωή εμφύλιο για κάποιο θέμα στην Ελλάδα και η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να διαιωνίζεται. Θα ήθελα τη γνώμη σας για το πώς βλέπετε και τους μαλλιαρούς και τους καθαρολόγους σήμερα. Θα με ενδιέφερε να ακούσω και τους μεγαλύτερους, σαν κι εμένα, αν είχαν άλλη άποψη στο παρελθόν και άλλαξαν στην πορεία.