people-watch → παρακολουθώ τους ανθρώπους, χαζεύω τους περαστικούς, χαζεύω τον κόσμο που περνάει, χαζεύω τους ανθρώπους, κοιτάω τους ανθρώπους, κάνω χάζι τον κόσμο, βλέπω τους ανθρώπους να περνούν, κάνω οφθαλμόλουτρο, κόβω κίνηση
spiros ·
1 · 65